Πέμπτη 14 Ιουνίου 2012

Άγνωστες πτυχές του Μακεδονικού Αγώνα. Μακεδόνες Αξιωματικοί στην Τούρκικη Χωροφυλακή.

 του Φ.Τριάρχη. "Μακεδονικός Αγών".


NΙΚΗΤΑΣ ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ένας ΘΑΣΙΟΣ Αγωνιστής στην Δράμα.

Ό κυριότερος μυστικός πράκτωρ του Χρυσοστόμου, μέσα στις τουρκικές υπηρεσίες της Δράμας, ήταν ό Νικήτας Δρακόπουλος, αξιωματικός της Τουρκικής Χωροφυλακής.

Ό Νικήτας Δρακόπουλος γεννήθηκε στο χωριό Μαρίες Θάσου, όπου τελείωσε και τις πρώτες τάξεις του Σχολείου.
Τις σπουδές του ολοκλήρωσε τελειώνοντας το Γυμνάσιο στην Κωνσταντινούπολη.

Εισήχθη στη Σχολή της Τουρκικής Χωροφυλακής κι έγινε Αξιωματικός.

Στα 1903 τοποθετήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα τής Τουρκικής Χωροφυλακής Δράμας.

Ό ίδιος διηγείται την άφιξη του στη Δράμα και την επαφή του με το Χρυσόστομο, με τα ακόλουθα λόγια :

«Στην Δράμα, ό εθνομάρτυρας Μητροπολίτης Χρυσόστομος έβαζε, σταθερά πλέον, τις βάσεις για την διοργάνωση του Ελληνικού Αγώνος, στην περιοχή τής Ανατολικής Μακεδονίας.

Κατέβαλε προσπάθεια για να πλαισίωση τις τουρκικές υπηρεσίες τής Δράμας με Έλληνες υπαλλήλους. 
Είχε συνεννοηθεί με τον Γενικό Γραμματέα τής Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας στην Θεσσαλονίκη, 
τον πασίγνωστο Κωνσταντινίδη — Πασά, Έλληνα στην καταγωγή.

Ό Κωνσταντινίδης Πασάς, μόλις πληροφορήθηκε ότι μεταξύ των Αξιωματικών πού απεφοίτησαν από την Σχολή τής Τουρκικής Χωροφυλακής ήμουν κι εγώ, Έλληνας, και μάλιστα Θάσιος, φρόντισε να τοποθετηθώ στη Δράμα κι ενημέρωσε τόν Μητροπολίτη Χρυσόστομο να έλθει σ' επαφή μαζί μου.
Εγώ, φυσικά, δεν ήξερα τίποτε απ' όλα αυτά τότε...».

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

Ό Δρακόπουλος, όμως, φθάνοντας στην Δράμα, απογοητεύθηκε. 


Συνηθισμένος στην κοσμοπολίτικη ζωή τής Κωνσταντινουπόλεως, δυσαρεστήθηκε από την απλή ζωή τής Δράμας.
Κρύφτηκε σ' ένα πανδοχείο και δεν παρουσιάστηκε στην υπηρεσία του.
Ό Μητροπολίτης όμως τον ανακάλυψε.

Διηγείται, ό Δρακόπουλος, την πρώτη συνάντηση τους :

«Μου έστειλε τον θρυλικό «Καβάζη» του τόν Λιάκα.

Κρυφά την ίδια νύκτα με οδήγησε στη Μητρόπολη Δράμας.
Παρουσιάστηκα μπροστά στον Χρυσόστομο. 

Αμέσως με το κοίταγμα τής ματιάς, του πού ένοιωσα επάνω μου, άρχισε να μου επιβάλλεται.

Με παρατήρησε γιατί τόσες ήμερες δεν πήγα να παρουσιασθώ στην υπηρεσία μου.
— Σεβασμιότατε, του είπα εγώ, θα γυρίσω στην Πόλη, είτε ως Αξιωματικός, είτε ως πολίτης.
Εδώ δεν μένω έστω κι' αν με τουφεκίσουν.

Εκείνος κατάλαβε τι συνέβαινε στην ψυχή μου. Με ήσυχη, αλλά επιβλητική και γιομάτη πάθος φωνή, μου μίλησε.
Μου είπε ότι ήταν εθνική ανάγκη να μείνω γιατί ήμουν Έλληνας και μάλιστα τοποθετημένος σε μια σπάνια θέση από την όποια μπορούσα να εξυπηρετήσω τον αγώνα στη Δράμα.

— Μα εγώ δεν είμαι από την Δράμα του απάντησα.

— Κι εγώ δεν είμαι από εδώ, μου είπε εκείνος, αλλά μένω εδώ. Όλοι οι Έλληνες έχουμε κοινά συμφέροντα, κοινά ιδανικά, κοινούς σκοπούς.

Εδώ, στη Δράμα, ή Ελλάδα μας κινδυνεύει και μαζί με την Δράμα κινδυνεύει και ή πατρίδα σου ή Θάσος και ή πατρίδα ή δική μου στην Μικράν Ασία.

Όλοι κινδυνεύουμε.
Οι Βούλγαροι προχωρούν όλο και περισσότερο. Πρέπει να αγωνισθούμε δια να σώσουμε την ζωή των αδελφών μας. Πρέπει...
Μου έλεγε, μου έλεγε πολλά με φωνή παλλόμενη από εθνικό ν ενθουσιασμό, με μάτια βουρκωμένα από συγκίνηση.
Μέσα μου ξάνοιγε ένας καινούργιος κόσμος.

Ένα φώς πλημμυρούσε την ψυχή μου.

Είχα πια ένα σκοπό στη ζωή. Ένα σκοπό για τον όποιον άξιζε ακόμα και να πεθάνω.
— θα μείνω Σεβασμιότατε,. του δήλωσα και με την βοήθεια του Θεού και την ευλογία σας θα αγωνισθώ, εις το πλευρό σας, εις ότι με διατάξετε.

Έτσι έμεινα στη Δράμα. Είχε την δύναμη ό Χρυσόστομος να δημιουργεί αγωνιστές.
Την άλλη μέρα παρουσιάσθηκα στον Τούρκο «Κομισαιρ» της Αστυνομίας κι* ανέλαβα υπηρεσία...».

ΟΛΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ


Από τότε ό Νικήτας Δρακόπουλος δόθηκε ολόκληρος με όλη την ορμή της νιότης του στον Αγώνα.
Εκτέλεσε πολλές και επικίνδυνες αποστολές. Διασφάλιζε την μεταφορά των όπλων και πολεμοφοδίων του αγώνος.
Φρόντιζε ή να μην υπάρχουν καθόλου σκοποί από τους τόπους όπου διέρχονταν οι μεταφορείς των όπλων ή να τοποθετεί δικούς του έμπιστους Τουρκοαλβανους χωροφύλακες πού τους είχε εξαγοράσει.

Παρέσχε απόρρητες πληροφορίες στον Χρυσόστομο για κάθε τι πού αφορούσε την δραστηριότητα των Τουρκικών Άρχων.
Οι ΤουρκοαλβανοΙ χωροφύλακες του Δρακόπουλου, κατάλληλα καθοδηγημένοι από αυτόν αποσόβησαν την ψευδοαπαγωγή του Άγγλου Συνταγματάρχου Έλλιοτ από τους Βουλγάρους.

Τρομοκράτησε τους Ρουμανίζοντες και υποβοήθησε τον αγώνα του Χρυσοστόμου στην καταπολέμηση της Ρουμανικής προπαγάνδας.

Προέβαινε σε έρευνες οικημάτων πού άνηκαν στο Βουλγαρικό Κομιτάτο. Κατέστρεφε το προπαγανδιστικό υλικό τους και κατάσχε τα αρχεία τους τα όποια παρέδωσε στον Χρυσόστομο.
Ανέλαβε νυκτερινές αποστολές επαφής με τούς Έλληνας Αγωνιστές στα διάφορα μέρη του Νομού Δράμας καθώς και με τα ένοπλα τμήματα των Μακεδονομάχων Καπετάν Δούκα και Τσάρα.
Οι επαφές του με τον Χρυσόστομο ήσαν μυστικές και πραγματοποιούντο τις νυκτερινές ώρες.
Το αξίωμα του μεταχειρίσθηκε κυριολεκτικά μόνο για την εξυπηρέτηση του Αγώνος.

Όλη αυτή ή διαγωγή του και οι καταγγελίες, εναντίον του, διαφόρων δεινοπαθησάντων από αυτόν, βουλγαριζόντων, τον κατέστησαν τελικά ύποπτο στις Τουρκικές
Αρχές.

ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΚΡΙΤΖΟΒΟ


Ό ίδιος ό Δρακόπουλος, μας διηγήθηκε το ακόλουθο επεισόδιο, χαρακτηριστικό του τρόπου της ενεργείας του για την υποβοήθηση του ελληνικού αγώνος :

«Μια νύκτα με κάλεσε επειγόντως ό Διοικητής μου στην Αστυνομία.
Μου έδωσε κλειστό φάκελο και με διέταξε να τον πάω στον Τούρκο λοχαγό της Προσωτσάνης από τον όποιον θα έπαιρνα διαταγές, τι θα κάνω.

Εγώ, καβάλησα το άλογο μου και τράβηξα στην Μητροπολίτη. Με περίμενε στο γραφείο του. Του έδειξα τον φάκελο. Τον πήρε στα χέρια του και τον περιεργάστηκε χωρίς να τον άνοιξη.
— Ξέρω περίπου τι είναι, μου είπε. Εσύ, ένα μόνο θα κάνης. Θα καθυστέρησης, όσο μπορείς, για να προλάβω εγώ να ειδοποιήσω τούς αντάρτες μας.

Ξεκίνησα έφιππος για την Προσωτσάνη. Παρουσιάσθηκα στον Αρχηγό.
Αυτός άνοιξε τον φάκελο και διάβασε. Διαταγή να συγκροτηθεί αμέσως απόσπασμα και με επικεφαλής εμένα νά βαδίσει προς Μανδήλιον Σερρών, όπου έχουν συγκεντρωθεί 
Έλληνες αντάρτες του Καπετάν Δούκα.

Εγώ , μόλις τον άκουσα ξαφνιάστηκα. Θυμήθηκα τη διαταγή του Μητροπολίτη, νά καθυστερήσω όσο μπορώ. Αμέσως κανόνισα το σχέδιο μου.

— Αντάρτες θέλετε παληότουρκοι νά χτυπήσετε ; Αντάρτες θα κτυπήσω. 

Αλλά τι αντάρτες ; Βουλγάρους, και όχι Έλληνες.

Συγκρότησα αμέσως το απόσπασμα μου και πήρα μαζί μου πιστούς σε μένα Τουρκαλβανούς καθώς και άλλους Χωροφύλακες πού είχα προστατεύσει ως Αξιωματικός στη Δράμα. 

Έτσι, οι περισσότεροι άνδρες του αποσπάσματος ήσαν αφοσιωμένοι σε μένα.

Αντί να βαδίσω προς Μανδήλιον, τράβηξα για το Σκρίτζοβο, πού ήταν τότε φωλιά κομιτατζήδων, με την ανοχή των τουρκικών άρχων, πού προστάτευαν τούς Βουλγάρους για να κτυπούν τούς Έλληνες. 

Έμας τούς Έλληνες οι Τούρκοι μας μισούσαν και μας ζήλευαν. 

Γιατί εμείς είμαστε δυναμική και αλύγιστη Φυλή.

Ήταν ακόμα νύκτα. Ένα βουλγαρικό φυλάκιο, έξω από το Σκρίτζοβο, ακούστηκε νά φωνάζει : «Στόϊ».

Εμείς ακροβολιστήκαμε και πυροβολήσαμε πρώτοι. Το τουφεκίδι άναψε αμέσως άπ' όλες τις μεριές.
Οι κομιτατζήδες ήσαν πολλοί. Τέσσερεις δικοί μου χωροφύλακες σκοτώθηκαν.
Λίγο—λίγο όμως αρχίσαμε να τούς απωθούμε.

'Από πίσω από το Σκρίτζοβο ακούσθηκαν πυροβολισμοί από όπλα μάλιγχερ.
Ό καπετάν Δούκας ερχόταν με τα παλικάρια του.

Οι Βούλγαροι ήσαν ανάμεσα σε δυο πυρά. Άπω την βουλγαρική ομάδα λίγοι γλύτωσαν και σκόρπισαν σε διάφορα μέρη.

Μερικοί τράβηξαν προς την Πετρούσα.

Έξω από τα χωριό είχαν συγκεντρωθεί ομάδες Κομιτατζήδων για να μπουν και να κάψουν τα σπίτια των Ελλήνων τής Πετρούσας και να δολοφονήσουν τούς Έλληνες αγωνιστές.

Αμέσως κινηθήκαμε προς τα εκεί.

Από άλλη μεριά έκινήθη και ό Καπετάν Δούκας.
Έτσι, άλλους σκοτώσαμε και άλλοι διέφυγαν. 

Μέσα στην Πετρούσα τρεις Κομιτατζήδες, πού είχαν εισχωρήσει, σκοτώθηκαν από Έλληνα αγωνιστή.

Έτσι τελείωσε ή αποστολή μου αυτή.

Αντί να εξοντωθεί ό Έλληνας Καπετάν Δούκας εξοντώθηκε ολόκληρη συμμορία από Βουλγάρους. 

Αυτό ούτε οι Βούλγαροι, ούτε οι Τούρκοι μπορούσαν να χωνέψουν.

Ό Διοικητής μου με εκκάλεσε σε απολογία.
Εγώ του δικαιολογήθηκα, ότι πηγαίνοντας για το Μανδήλιο τυχαία βρέθηκα στό Σκρίτζοβο, όπου μου επιτέθηκαν οι κομιτατζήδες.

Με ρωτούσε, πώς έγινε να πολέμα συγχρόνως και ό Καπετάν Δούκας κατά των κομιτατζήδων εκείνη την ώρα.

Εγώ τον βεβαίωσα, ότι την παρουσία του Καπετάν Δούκα δεν την αντελήφθην.
Είχα, όμως, γίνει πολύ ύποπτος και άρχισαν να με παρακολουθούν. Το αντελήφθην και φυλαγόμουν».

ΣΥΛΛΗΨΗ ΚΑΙ ΑΠΟΔΡΑΣΗ


Όταν οί Τουρκικές Αρχές Δράμας κατέσχεσαν ένα τμήμα του αρχείου του Χρυσοστόμου, ευρέθησαν επιβαρυντικά στοιχεία για την δράση του Δρακοπούλου και συνελήφθη.

Ό ίδιος διηγείται την σύλληψη του με τα ακόλουθα λόγια :

«Μια μέρα του 1907 καθόμουν έξω από το Καζίνο του Νικόλα Μακρή στη Δράμα (το σημερινό εστιατόριο «Γαλλία») κι έπινα τον καφέ μου.
Από τον δρόμο είδα να έρχεται ό Τσερκέζ Άλή Άγας και δύο χωροφύλακες. Με πλησιάζει και με προστάζει :
— Παραδόσου.
Γέλασα.
Νόμισα ότι αστειευόταν. 
Ήταν αστείο ένας Ανθυπομοίραρχος να ζητά από ένα ανώτερο του Υπομοίραρχο να του παραδοθεί.

— Άσε τα αστεία και φεύγε, του είπα.
Είμαστε λίγο φίλοι με τον Τσερκέζ Άλή.
Εκείνος, όμως, αγρίεψε. Έβγαλε το πιστόλι του και διέταξε τούς Χωροφύλακες να μου προτείνουν τα όπλα.
— Παραδόσου. Έχω διαταγή να σε συλλάβω.
Κατάλαβα αμέσως ότι κάτι συνέβαινε.

Κι αυτά δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ότι απεκαλύφθη ή συνεργασία μου με τον Μητροπολίτη.

Με οδήγησαν εκεί όπου είναι σήμερα ή Διοίκησης Χωροφυλακής Δράμας και μ' έκλεισαν όρθιο σ' ένα ντουλάπι. 

Σαράντα ήμερες έμεινα μέσα σ' αυτό το ντουλάπι. Την ήμερα κλεισμένος εκεί.
Το βράδυ βασανιστήρια για να μαρτυρήσω.
Έλιωσα σαν το κερί άλλα δεν μαρτύρησα. 

Τελικά μ' έστειλαν στη Θεσσαλονίκη. Μισοπεθαμένο με έκλεισαν στις φυλακές του Επταπυργίου.

Εκεί ήρθε και με βρήκε ό διερμηνεύς του Ελληνικού Προξενείου Ασκητής. 

Τον είχε στείλει ό Κορομηλας, ό Γενικός Πρόξενος τής Ελλάδος.

Μου είπε να μην φοβηθώ καθόλου, έστω και αν καταδικασθώ σε θάνατο.
Να μην προδώσω τίποτε και το Προξενείο θα με απελευθέρωση.

Το Στρατοδικείο με καταδίκασε σε θάνατο δια αγχόνης και στρατιωτική καθαίρεση.
Εγώ ούτε νοιάστηκα καθόλου. Χαμογελούσα. Αφού ό Κορομηλάς υποσχέθηκε να με γλυτώσει δέν υπήρχε φόβος.
Ό Πρόξενος κρατούσε πάντοτε τον λόγο του.

Πέρασαν τέσσερες — πέντε ήμερες.
Την πέμπτη νύκτα, στο κελί των μελλοθανάτων, είδα με αγωνία, να ανοίγει ή πόρτα.
Σκέφθηκα, τέλειωσε πια.

Θα με κρεμάσουν. Μπήκε ά δεσμοφύλακας. Μ' έβγαζε από το κελί, κι' ανάμεσα από διαδρόμους με οδήγησε έξω από τις φυλακές.
Μου έκανε νόημα να φύγω.
Άλλα εγώ στεκόμουν ακίνητος. Όποτε αναγκάστηκε να με σπρώξει.
Προχώρησα...Προχωρούσα και κοίταζα πίσω μου. Φοβόμουν μήπως ήταν σκηνοθεσία για να με δολοφονήσουν. Ξάφνου λίγο παραπέρα, μέσα στο σκοτάδι, άκουσα να με φωνάζουν :
— Δρακόπουλε, Δρακόπουλε, από εδώ.
Πήγα προς τα εκεί. Δυο ζευγάρια χέρια με αγκάλιασαν. Δυο ζευγάρια χείλια με φίλησαν. Δυο θερμές αγκαλιές με δέχθηκαν. Ησαν φίλοι μου.

Ό Πολύχρονης Παλιάγκας από την Χωριστή.

Ένας γενναίος και ατρόμητος Μακεδονομάχος πού πολλά προσέφερε στον αγώνα.
Αυτόν τον ήρωα, δυστυχώς, τον έσφαξαν οι κομμουνιστές στα Δεκεμβριανά του 1944.

Ό άλλος ήταν ό Λεωνίδας Μαλαμίδας, από το Ροδολεΐβος, φίλος κι' αυτός αδελφικός. Πιο πέρα στεκόταν ό Γιώργος Μπελιας άπό τήν Στενήμαχο, αγωνιστής κι' αυτός.

Μετά τα αγκαλιάσματα μου έδωσαν ένα περίστροφο και ένα μαχαίρι και οδοιπορώντας τρεις νύκτες φθάσαμε στο Παγγαίο, όπου ήταν ό Καπετάν Τζάρας.
Μας περίμεναν και μας υποδέχτηκαν μέ χαρά.
— Είσαι γενναίος, μου είπε ό Τζάρας. Δεν λύγισες και δεν μας μαρτύρησες...».

ΚΑΠΕΤΑΝ ΝΙΚΗΤΑΣ

Ό Δρακόπουλος είναι ό Καπετάν Νικήτας του Μακεδονικού Αγώνος.
Σαν οπλαρχηγός πλέον Ελλήνων Ανταρτών, παρουσίασε σημαντική δράση, Ιδίως στην περιοχή Χωριστής, Δοξάτου κλπ.

Ό Χρυσόστομος, εκτιμώντας την δράση του Δρακοπούλου στη Δράμα του είχε χαρίσει ένα χρυσό σταυρό με τίμιο ξύλο.

Μετά το κίνημα των Νεότουρκων (1908) επανήλθε στη Δράμα και συμμετέσχε σε ποικίλες εθνικές δραστηριότητες.

Όταν ό Άβδούλ Χαμήτ θέλησε να αντίδραση στο κίνημα των Νεότουρκων, ό Δρακόπουλος ετάχθη εναντίον του Σουλτάνου.

Μαζί με άλλους παλαιούς αντάρτες βάδισε στο πλευρό των Νεότουρκων μέχρι την Κωνσταντινούπολη, πιστεύοντας ότι οι Νεότουρκοι θα υποστηρίξουν τα ελληνικά δίκαια.

ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Με την απελευθέρωση της Μακεδονίας μας από τον Ελληνικά Στρατό έγινε Δημόσιος Υπάλληλος και μετέπειτα Έπαρχος Χρυσουπόλεως.

Ήταν όμως δίκαιος και δεν ανεχόταν τα κομματικά ρουσφέτια, γι' αυτό αναγκάσθηκε να παραιτηθεί.

Στα χρόνια του Εθνικού Διχασμού, στον Α.' Παγκόσμιο Πόλεμο, συνελήφθη και κλείστηκε από τούς Συμμάχους σε Στρατόπεδο Συγκεντρώσεως πολιτικών κρατουμένων.

Τον βασάνισαν τόσο πολύ ώστε κινδύνευε να πεθάνει.
Με την λήξη του Πολέμου αφέθηκε ελεύθερος.

ήταν τότε ένας λεβεντόγερος, όμορφάντρας με γκριζόλευκα μαλλιά, γαλανά μάτια και μουστάκες. Μεγαλοπρεπής και επιβλητικός θύμιζε πραγματικό αετό.


Πέθανε τον Ιούνιο του 1966, στη Δράμα, την αγαπημένη του πόλη όπου και ετάφη.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου