Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Μακεδονία: Η ελληνική εκπαιδευτική κατάσταση από το 1830 έως την επανάσταση του 1878


του Κ. Βακαλόπουλου.

Σύμφωνα με την ισχύουσα διοικητική διαίρεση της Μακεδονίας, στα τέλη του 19ου αιώνα τα βιλαέτια της Θεσσαλονίκης και του Μοναστηριού αποτελούσαν τον κυρίως κορμό του μείζονος μακεδονικού χώρου.

Το βιλαέτι της Θεσσαλονίκης χωριζόταν 
στα σαντζάκια Δράμας
 (καζάδες Δράμας, Πραβίου, Σαρισαμπάν, Καβάλας, Θάσου), 
Σερρών 
(καζάδες Άνω Τζουμαγιάς, Ράζλογκ, Νευροκοπίου, Πετριτσίου, Δεμίρ Χισάρ, Σερρών) και
 Θεσσαλονίκης 
(καζάδες Στρώμνιτσας, Καφαντάρ, Δοϊράνης, Γευγελής, Γιαννιτσών, Αβρέτ Χισάρ, Λαγκαδά, Βοδενών, Βεροίας, Κατερίνης, Κασσανδρείας, Αγ. Όρους, Θεσσαλονίκης).


Μέσα στη Δράμα λειτουργούσε ήδη από το 1871-1872 ένα ελληνικό σχολείο, αλλά στα 1876 μνημονεύονται στην ίδια πόλη αλληλοδιδακτικό σχολείο, αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο.

Στα 1874 ιδρύθηκε και η «Φιλοπροοδευτική Αδελφότητα Δράμας», η οποία συγκέντρωνε ευάριθμα μέλη.
Την ίδια περίπου εποχή άρχισαν να λειτουργούν τα πρώτα σχολεία αρρεναγωγεία, παρθεναγωγεία και «ελληνικά σχολεία» στην Χωριστή ή Τσατάλτζα, στο Δοξάτο, στην Προσωτσάνη, αλλά και στα γύρω χωριά.
Στην κωμόπολη του Πραβίου υπή ρχε στα 1871-1872 ένα αρρεναγωγείο με 100 μαθητές, που ενισχυόταν ύλικά από τον Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο Σερρών.

Στα 1876 ιδιαίτερη δραστηριότητα είχαν αναπτύξει στην Καβάλα διάφορα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως το «ελληνικό σχολείο» αρρένων, το αλληλοδιδακτικό και το παρθεναγωγείο.
Στις αρχές του 1878 δημιουργήθηκε η «Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης» Καβάλας και ένα χρόνο αργότερα η «Φιλόμουσος Αδελφότης Μακεδονία».

Ανάλογη υπήρξε και η παρουσία των ελληνικών σχολείων στη Θάσο καθώς και του εκεί φιλεκπαιδευτικού συλλόγου «Φοίνιξ» (1875).

Ήδη στα 1860 σημειώνονται τρία ελληνικά σχολεία στο Νευροκόπι, τα οποία στεγάζονταν σ’ ένα κτίριο, που είχε ανεγερθεί με την οικονομική ενίσχυση του Ηπειρώτη ευεργέτη Αναστάσιου Τσούφλη.

 Στο Μελένικο, όπως μνημονεύθηκε και στο πρώτο κεφάλαιο, η ελληνική εκπαίδευση υπήρξε ιδιαίτερα ανθηρή, ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα.
 Από το 1840 υπήρχε στο Μελένικο το ελληνικό τυπογραφείο του Δημήτριου Καλαμπακίδη.
Κατά το σχολικό έτος 1873-1874 λειτούργησαν «ελληνικό σχολείο» με 45 μαθητές, παρθεναγωγείο με 50 μαθήτριες και ένα αλληλοδιδακτικό σχολείο με 120 μαθητές.

Στο Σιδηρόκαστρο (Δεμίρ Χισάρ) ιδρύθηκε το πρώτο ελληνικό σχολείο στα 1832 και στα 1844 λειτούργησε και «ελληνικό σχολείο».

Από το 1841 χρονολογείται στην Αλιστράτη η παρουσία του ονομαστού εκπαιδευτηρίου αρρένων, της «Κεντρικής Ελληνικής Σχολής », πρώτο σχολάρχη τον Δ. Καλαμπακίδη από το Μελένικο,
ενώ  στα 1874 ιδρύθηκε το φιλεκπαιδευτικό σωματείο «Συντηρητική Αδελφότης Αμφίπολις».

 Πολλά ελληνικά σχολεία, γραμματοδιδασκαλεία και αλληλοδιδακτικά, λειτουργούσαν επίσης σε διάφορα χωριά του καζά της Ζίχνας.

Στο Ροδολείβος αναφέρονται από το 1876 τρία ακμαία ελληνικά σχολεία (αλληλοδιδακτικό, αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο).

Αλλά οι Σέρρες αποτελούσαν τον 19ο αιώνα το επίκεντρο της εκπαιδευτικής ακτινοβολίας του ελληνισμού της Ανατολικής Μακεδονίας.

 Παράλληλα με το «ελληνικό σχολείο», ιδρύθηκε το 1834 στις Σέρρες και το πρώτο αλληλοδιδακτικό σχολείο. Στα 1853 άρχισε να λειτουργεί και το παρθεναγωγείο.
Στα 1872 ο «Μακεδονικός Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος» των Σερρών ίδρυσε το διδασκαλείο αρρένων. Ο «Μακεδονικός Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος» Σερρών δημιουργήθηκε στα 1870 από Σερραίους εμπόρους, επιστήμονες, κληρικούς και άλλους. Ας σημειωθεί ότι την ίδια χρονιά ξεχώριζαν μέσα στις Σέρρες τέσσερα αξιόλογα σχολεία και τρία στα προάστεια.
Η συμβολή του «Μακεδονικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου» υπήρξε ανεκτίμητη στην αναδιοργάνωση της ελληνικής παιδείας στις Σερρες.

Ηδη κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα λειτουργούσαν στη Νιγρίτα ανθηρά ελληνικά σχολεία, αλλά και στα γύρω χωριά.
Από τα μέσα περίπου του περασμένου αιώνα χρονολογείται η παρουσία ελληνικού σχολείου στη Στρώμνιτσα.
Στα 1873 υπήρχαν μέσα στη Στρώμνιτσα «ελληνικό σχολείο», δημοτικό και παρθεναγωγείο μαζί με νηπιαγωγείο. Δύο χρόνια αργότερα ιδρύθηκε και ο «Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Στρουμίσσης»-, ο οποίος συντέλεσε καθοριστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής παιδείας μέσα στην πόλη.

Λιγοστά ελληνικά σχολεία λειτουργούσαν κατά το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα καί στη Δοϊράνη.
Γύρω στα 1860 δημιουργήθηκε και το πρώτο ελληνικό σχολείο της Γευγελής.
 Στα 1876-1877 υπήρχε στη Γευγελή,ένα μικρό τετρατάξιο σχολείο με 70 μαθητές και 2 δασκάλους, ενώ από το 1872 λειτούργησε και νηπιαγωγείο. Έντονη ήταν και η φιλεκπαιδευτική δραστηριότητα των κατοίκων της Γευγελής.

Στα μέσα περίπου του 19ου αιώνα προσδιορίζεται χρονικά η ίδρυση ελληνικού σχολείου στα Γιαννιτσά.
 Στα τέλη του 1873 έκαμαν αισθητή την παρουσία τους στην πόλη των Γιαννιτσών ένα τριτάξιο σχολαρχείο, ένα συνδιδακτικό δημοτικό σχολείο, ένα παρθεναγωγείο και ένα νηπιαγωγείο με πολυάριθμους μαθητές.
 Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε ο φιλεκπαιδευτικός ελληνικός σύλλογος «Η Πέλλα». Πολλά άλλα ελληνικά σχολεία δέσποζαν σε ολόκληρο τον καζά Γιαννιτσών.

Αξιόλογη υπήρξε επίσης η ελληνική εκπαιδευτική κίνηση στον Λαγκαδά και στα γύρω ελληνικά χωριά, όπως στο Σωχό, στην Άσσηρο, στην Όσσα και στην Ξυλόπολη.

Το 1857 συστήθηκε στα Βοδενά το πρώτο «ελληνικόν σχολείον» και αργότερα ακολούθησαν το παρθεναγωγείο (1863) και το «Ελληνομουσείον» (1872), που συντηρούνταν από τις δωρεές του προκρίτου Χατζή Παρίση και άλλων ευεργετών.
Ο «Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Βοδενών» έκαμε για πρώτη φορά την εμφάνισή του στα τέλη του 1872 και η συμβολή του στην εκπαίδευση υπήρξε σημαντική.
Στη Βέροια λειτουργούσαν από το 1849 δύο ελληνικά σχολεία. Στα 1876-1877 μνημονεύονται τριτάξιο «ελληνικόν σχολείον», αλληλοδιδακτικό σχολείο και παρθεναγωγείο μαζί με νηπιαγωγείο με πολυάριθμους μαθητές.
Τον Μάρτιο του 1874 δημιουργήθηκε και ο «Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Βεροίας».

Ανάλογα εκπαιδευτικά ιδρύματα υπήρχαν και στη Νάουσα, όπου είχε ιδρυθεί το πρώτο ελληνικό σχολείο στα μέσα του 18ου αιώνα.

Ο φιλεκπαιδευτικός σύλλογος «Πιερία» (1875) περιλάμβανε 90 μέλη, τα οποία έστρεψαν τις προσπάθειές τους στην ίδρυση παρθεναγωγείου και νηπιαγωγείου.

 Γύρω στα 1877 λειτουργούσαν στην Κατερίνη δημοτικό σχολείο και νηπιαγωγείο, ενώ στον Κολινδρό (στα 1871-1872) αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο και στο Λιτόχωρο «ελληνοσχολείον» και αλληλοδιδακτικό σχολείο (1870).

Στον καζά της Κασσάνδρας οργανώθηκαν στον Πολύγυρο ένα αλληλοδιδακτικό και ένα «ελληνικόν σχολείον» (1368) και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα στη Λιαρίγκοβη (Αρναία), στη Γαλάτιστα και σε άλλες κωμοπόλεις και χωριά.

Στα μέσα του 19ου αιώνα εντοπίζεται χρονικά η θεαματική ανάπτυξη της παιδείας στη Θεσσαλονίκη  με την ίδρυση πάμπολλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, όπως το «ελληνικόν σχολείον»,
 που μετονομάστηκε στα 1870 σε γυμνάσιο Θεσσαλονίκης και το «Ανώτερον Κεντρικόν Παρθεναγωγείον» (1856).
 Κατά το σχολικό έτος 1874-1875 φοιτούσαν 98 μαθητές στο γυμνάσιο, 126 στο «ελληνικόν σχολείον», 340 στο κεντρικό δημοτικό σχολείο, 93 στο δεύτερο δημοτικό της συνοικίας του Βαρδαρίου και 344 μαθήτριες στο παρθεναγωγείο.
 Με την πρωτοβουλία του «Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης» ιδρύθηκε στα 1875 το ελληνικό διδασκαλείο, που διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο όχι μόνο μέσα στην πόλη, αλλά και σε ολόκληρη τη Μακεδονία.
Μετά το 1878 η ελληνική παιδεία στη Θεσσαλονίκη παρουσιάζει εκπληκτική άνοδο με την παρουσία πολυάριθμων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Στην άνοδο , του επιπέδου της πνευματικής στάθμης μέσα στην πόλη συντέλεσαν αποφασιστικά και τα ελληνικά τυπογραφεία, που άρχισαν να ιδρύονται στα μέσα του 19ου αιώνα, όπως του Μιλτιάδη Γκαρπολά (1850), του Κυριάκου Δαρζηλοβίτη (1852), του Νικόλαου Βαγλαμαλή (1868) και πολλά άλλα. Ανεκτίμητη υπήρξε η προσφορά του «Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης» (1872) στην εκπαιδευτική οργάνωση του ελληνισμού της.πρωτεύουσας του βιλαετιού.

Ιδιαίτερη προτεραιότητα δόθηκε στη βελτίωση των σχολείων, στην αποστολή υποτρόφων στην Ευρώπη, στην επιχορήγηση των ελληνικών σχολείων ολόκληρης της Μακεδονίας, στη σύσταση δημοτικών βιβλιοθηκών  και αναγνωστηρίων και στην έκδοση βιβλίων.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η γλώσσα που χρησιμοποιούνταν στα διδακτικά βιβλία, ήταν η δημοτική σε αντίθεση με το γεγονός ότι στο ελεύθερο ελληνικό κράτος κυριαρχούσε την εποχή αυτή η καθαρεύουσα.

 Στα 1873 ιδρύθηκε η «Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών» της Θεσσαλονίκης, που ανάπτυξε αξιόλογη δράση σε όλους τους τομείς, και στα 1863 το «Θεαγένειο Νοσοκομείο» με δωρεά του ευεργέτη Θεαγένη Χαρίση.
Αξιόλογη υπήρξε επίσης η εκπαιδευτική δραστηριότητα του ελληνισμού των κοντινών χωριών και κωμοπόλεων της Θεσσαλονίκης, όπως του Ασβεστοχωρίου, των Βασιλικών και της Επανωμής.


Το βιλαέτι Μοναστηριού περιλάμβανε τα σαντζάκια 
Μοναστηριού (καζάδες Μοναστηριού, Αχρίδας, Περλεπέ, Κιρτσόβου, Φλώρινας),
 Κοριτσάς (καζάδες Κοριτσάς, Κολωνίας, Σταρόβου, Καστοριάς) και 
Σερβίων (καζάδες Καιλαρίων,
 Ανασελίτσας, Σερβίων, Γρεβενών, Κοζάνης, Ελασσόνας). 

Στην πρωτεύουσα του βιλαετιού Μοναστηριού, στο Μοναστήρι, ιδρύθηκε στα 1830 το πρώτο ελληνικό σχολείο.

Το 1851 λειτούργησε και ένα ιδιωτικό σχολείο, το σπουδαίο εκπαιδευτικό ίδρυμα του γνωστού γεωγράφου και ιστορικού Μαργαρίτη Δήμιτσα, ενώ στα μετέπειτα χρόνια πολλαπλασιάστηκαν τα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Το 1859 δημιουργήθηκε στο Μοναστήρι ο πρώτος ελληνικός σύλλογος της Μακεδονίας με την επωνυμία «Δημοτικόν Κατάστημα» ή «Καζίνον», ένα πατριωτικό σωματείο, που διαλύθηκε στα 1862 από τις τουρκικές αρχές.

Στα τέλη της τουρκοκρατίας η ελληνική κοινότητα του Μοναστηριού διατηρούσε 17 εκπαιδευτικά ιδρύματα με 55 δασκάλους και καθηγητές και 2.500 μαθητές.

Στο Κρούσοβο ιδρύθηκε πιθανόν στα 1835 το πρώτο αλληλοδιδακτικό σχολείο. Το πρώτο σχολικό κτίριο κτίστηκε στα 1847 σε οικόπεδο, που παραχωρήθηκε από τον Κρουσοβίτη μεγαλέμπορο Νικ. Μιχαήλ.

Στα 1875-1876 λειτουργούσαν στο Κρούσοβο ένα «ελληνικό σχολείο» με 55 μαθητές, ένα συνδιδακτικό σχολείο με 400 μαθητές και ένα παρθεναγωγείο μαζί με νηπιαγωγείο με 200 μαθήτριες.

Στα 1874 άρχισε να δραστηριοποιείται και ο φιλεκπαιδευτικός σύλλογος «Αριστοτέλης».

Στις κοντινές κωμοπόλεις του Μοναστηριού, στο Τίρνοβο και στο Μεγάροβο, αναπτύχθηκε κατά τα μέσα του 19ου αιώνα μεγάλη εκπαιδευτική δραστηριότητα.
Στο Μεγάροβο ιδρύθηκε στα 1845 Αστική σχολή και στα 1860 παρθεναγωγείο, στο οποίο στεγάστηκαν (στα 1864) οι μαθητές με δαπάνες του ντόπιου ευεργέτη Στέργιου Στυλείδη, ο οποίος ήταν εγκαταστημένος στο Βουκουρέστι.

Τα «Στυλείδια» σχολεία, το παρθεναγωγείο και το νηπιαγωγείο, απόκτησαν μεγάλη φήμη κατά τη διάρκεια της ύστερης τουρκοκρατίας και περιέλαβαν πολυάριθμους μαθητές.
 Το 1873 ιδρύθηκε στο Μεγάροβο η φιλεκπαιδευτική αδελφότητα «Ελπίς».

 Σημαντική υπήρξε ακόμη η εκπαιδευτική κίνηση του ελληνισμού της Βορειοδυτικής Μακεδονίας στη Νιζόπολη, στη Μηλόβιστα, στο Γκόπεσι, στη Ρέσνα, στον Περλεπέ και στην Αχρίδα.

 Ας σημειωθεί ότι κατά το σχολικό έτος 1878-1879 λειτουργούσαν στον καζά της Αχρίδας 9 ελληνικά σχολεία (νηπιαγωγείο, κοινά σχολεία, παρθεναγωγείο και αρρεναγωγεία).

 Μετά το 1850 παρουσιάζεται και στη Φλώρινα εντατική ανάπτυξη της ελληνικής εκπαίδευσης.
Στην αρχή λειτούργησε ένα αρρεναγωγείο και αργότερα ιδρύθηκε και ένα παρθεναγωγείο.
Εκτός από τα κεντρικά αυτά σχολεία λειτουργούσαν και δύο άλλα στις κοντινές συνοικίες της Φλώρινας.
Αξιόλογη εκπαιδευτική δραστηριότητα παρατηρήθηκε κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στη Νεβέσκα (Νυμφαίο), όπου είχε ιδρυθεί στα 1867 παρθεναγωγείο και νηπιαγωγείο με την πρωτοβουλία της Ζωής Τσίρλη, συζύγου του ευεργέτη της κωμόπολης Μιχαήλ Ν. Τσίρλη, στο Πισοδέρι, στη Νεγοβάνη (Φλάμπουρο), στο Σόροβιτς (Αμύνταιο) και σε άλλα μικρότερα χωριά.

Μεγάλη υπήρξε και η εκπαιδευτική δραστηριότητα των Ελλήνων στην Κοριτσά. Το πρώτο σχολείο ιδρύθηκε εκεί στα 1723.

Μετά το 1863 αναδιοργανώθηκε με τη συνδρομή αποδήμων Κοριτσαίων της Αιγύπτου. Κατά το 1872-1873 λειτούργησαν στην Κοριτσά μια Αστική σχολή αρρένων μαζί με μια γυμνασιακή τάξη,
 ένα κοινό αλληλοδιδακτικό σχολείο και παρθεναγωγείο.

 Στην κοντινή Μοσχόπολη, που θεωρούνταν αληθινός «φάρος» της ελληνικής εκπαίδευσης στη Μακεδονία πριν το 1769, λειτουργούσε στα 1874 ένα μικρό μόνο αλληλοδιδακτικό σχολείο με 80 περίπου μαθητές. 

Στην Καστοριά, όπου η ελληνική παιδεία είχε βαθιές ρίζες (ήδη από τον 18ο αιώνα), παρουσιάζεται (από τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα) η ιερατική σχολή του Γεώργιου Καστριώτη (1705) συγχωνευμένη με το «κοινόν» σχολείο και η σχολή του Γεώργιου Κυρίτζη (αρχές 18ου αιώνα) με το «ελληνικόν».
Το 1872 το «ελληνικόν σχολείον» αποκτά και γυμνασιακές τάξεις. Ήδη, γύρω στα 1858-1860, είχε ολοκληρωθεί το παρθεναγωγείο και άρχιζε η λειτουργία του. Επίσης από το 1874 είχαν τεθεί οι βάσεις της ίδρυσης του «Κυριάκού σχολείου».

 Εξίσου ονομαστά υπήρξαν και τα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα της Κλεισούρας, όπου στα 1830 λειτουργούσε ένα καλά οργανωμένο σχολείο, το οποίο χωρίστηκε στα 1866 σε δημοτικό και «ελληνικό σχολείο».

Ανάλογη εκπαιδευτική κίνηση είχε δημιουργηθεί στο Βογατσικό. Εκεί λειτούργησαν στα 1860 τετρατάξιο δημοτικό σχολείο και τριτάξια Αστική σχολή, με τη συμβολή σημαντικών αποδήμων ευεργετών, ιδιαίτερα του Σπύρου Νικολάου και του Ράλλη Πλιούφα.
Ελληνικά σχολεία υπήρχαν στο Νεστράμι (Νεστόριο) και σε πολλά χωριά του καζά της Καστοριάς.

Στον καζά Καϊλαρίων (Πτολεμαΐδα) η Βλάστη, όπως και κατά τον 18ο αιώνα, κατείχε αναμφισβήτητα τα πρωτεία ως προς την εκπαιδευτική οργάνωση του ελληνισμού.

 Στα 1843 ιδρύθηκε στη Βλάστη η «Ελληνική και αλληλοδιδακτική Σχολή Στεργίου Μ. Δούμπα», η οποία αναπτύχθηκε σε λίγα χρόνια σε πλήρες «ελληνικό σχολείο» και συντηρούνταν από τις επιχορηγήσεις Βλατσιωτών ευεργετών.

 Στον καζά της Ανασελίτσας ξεχώριζε το μεγαλύτερο αστικό κέντρο, η Σιάτιστα, η οποία είχε μακροχρόνια πνευματική παράδοση, όπως μνημονεύθηκε και στο πρώτο κεφάλαιο της εργασίας.
 Κατά το σχολικό έτος 1871-1872 υπήρχαν στη Σιάτιστα δύο «ελληνικά σχολεία» και δύο αλληλοδιδακτικά με πολυάριθμους μαθητές.

 Ανάμεσα στους πολυάριθμους συλλόγους και αδελφότητες που λειτούργησαν στη Σιάτιστα ως το 1878, αξιομνημόνευτη είναι η «Ορθόδοξος Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης» (1868), η οποία είχε σα σκοπό την ενίσχυση του ταμείου της ελληνικής σχολής.

Και στη Σέλιτσα (Εράτυρα) η ελληνική παιδεία είχε γνωρίσει από τον 18ο αιώνα μεγάλη ακμή. Μετά το 1870, χάρη στην χρηματική ενίσχυση του εγκαταστημένου στη Βλαχία Σελιτσιώτη Λουκά Κωτούλα, οικοδομήθηκαν τα κτίρια του «ελληνικού σχολείου» και του παρθεναγωγείου.
 Και τα σχολεία του Ζουπανίου (Πεντάλοφος) είχαν σημαντικούς ευεργέτες, ιδιαίτερα στη Ρουμανία, οι οποίοι συνέβαλαν αποφασιστικά στην ανύψωση του επιπέδου της εκπαίδευσης της κωμόπολης αυτής.

 Η σχολή Τσοτυλίου, όπως αναφέρθηκε και στην πρώτη ενότητα του κεφαλαίου, ολοκληρώθηκε στα 1873 και. λειτούργησε ομαλά ως το 1877 κάτω από τη διεύθυνση του Στεφ.  Νούκα.
 Οι δυσμενείς συνέπειες του ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-1878) στον μακεδονικό χώρο υποχρέωσαν τους γονείς ν’ αποσύρουν τα παιδιά τους από τη σχολή Τσοτυλίου, η οποία λειτούργησε και πάλι στα 1884.

Ελληνικά σχολεία μνημονεύονται στα Σέρβια (τουρκικά Σερφιτζέ) κιόλας από τα μέσα του 17ου αιώνα. Μετά τα μέσα (και κυρίως στα τέλη) του 19ου αιώνα τα Σέρβια γνώρισαν αξιόλογη εκπαιδευτική κίνηση, η οποία συνεχίστηκε και κατά τη διάρκεια του μακεδονικού αγώνα.

 Ανάλογη ανάπτυξη σημείωναν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα και τα ελληνικά σχολεία του Βελβενδού.
Στο ορεινό χωριό Καταφύγι, στα Πιέρια, ιδρύθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα ελληνικό σχολείο, το οποίο ξαναλειτούργησε μετά την ελληνική επανάσταση ως το 1870 οπότε οργανώθηκε σε συστηματικές βάσεις η Αστική σχολή.

 Ιδιαίτερα αξιόλογη υπήρξε επίσης η εκπαιδευτική δραστηριότητα στα Γρεβενά κατά τα τέλη του 19ου αιώνα.
 Γύρω στα 1867 αναφέρεται ακόμη ότι λειτούργησε ελληνικό σχολείο στην ορεινή βλαχόφωνη κοινότητα της Σαμαρίνας. Τέσσερα χρόνια. αργότερα ιδρύθηκε εκεί και σχολικό κτίριο.
Πολυάριθμα άλλα σχολεία δέσποζαν σε όλα σχεδόν τα χωριά του καζά Γρεβενών και Σερβίων.

Η Κοζάνη αποτέλεσε κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας ένα από τα σπουδαιότερα εκπαιδευτικά κέντρα της Μακεδονίας.

Το πρώτο σχολείο της Κοζάνης ιδρύθηκε το 1668 με δάσκαλο τον Γεώργιο Κονταρή από τα Σέρβια.

Η δεύτερη περίοδος της λειτουργίας της σχολής Κοζάνης (1746-1783) εγκαινιάζεται με την άφιξη του Ευγένιου Βούλγαρη. 

Στην τρίτη περίοδο (1783- 1808) ξεχωρίζει ο ιερομόναχος Αμφιλόχιος ο Παρασκευάς, ο οποίος δίδαξε στα 1782-1797. Κατά την τέταρτη χρονική περίοδο (1808-1850) δημιουργήθηκε ένα νέο σχολικό κτίριο στην Κοζάνη, το οποίο λειτούργησε ως το 1900 ως «ελληνικόν σχολείον» και αργότερα ως παρθεναγωγείο.

 Μετά το 1850, οπότε αρχίζει η πέμπτη περίοδος, η οποία καλύπτει ολόκληρο σχεδόν το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, σημειώθηκε έντονη εκπαιδευτική κίνηση στην Κοζάνη.

 Από το 1862 λειτούργησε και παρθεναγωγείο, που στεγάστηκε σε χωριστό κτίριο στα 1873. Στα 1875 ανάλαβε τη διεύθυνση του «ελληνικού σχολείου» ο Ηπειρώτης Φίλιππος Σακελλαρίου.
 Από τότε παρουσιάστηκε κατακόρυφη άνοδος στο επίπεδο της ελληνικής παιδείας της Κοζάνης, που κυριάρχησε και στις μετέπειτα δεκαετίες.

Κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου και στις αρχές του εικοστού αιώνα, όταν το πολιτικό κλίμα φορτίζεται επικίνδυνα στη Μακεδονία με την όξυνση των εθνικών ανταγωνισμών,
παρατηρείται στον μακεδονικό χώρο μια χωρίς προηγούμενο εκπαιδευτική δραστηριότητα του ελληνικού στοιχείου.

Στα κρισιμότερα εκείνα χρόνια ο σημαντικός αριθμός των ελληνικών σχολείων της Μακεδονίας αποτέλεσε αναμφισβήτητα το ουσιωδέστερο τεκμήριο για την υπεροχή του ελληνικού στοιχείου και πολιτισμού. 

Οι βιβλιογραφικές ενδείξεις για τη διερεύνηση της εκπαιδευτικής κατάστασης του ελληνισμού της Μακεδονίας μετά το 1878 είναι πάμπολλες και φυσικά πολύ πλουσιότερες από εκείνες, που υφίστανται για την προγενέστερη περίοδο.

Βέβαιο είναι, όπως οφείλουμε εδώ να υπογραμμίσουμε,
 ότι οι μαθητές της Μακεδονίας, 
οι οποίοι ζούσαν μετά το 1878 σ’ ένα σφοδρό κλίμα ανταγωνισμού των εθνοτήτων,
 προτιμούσαν την ελληνική παιδεία, 
γιατί προς αυτήν και τα ελληνικά σχολεία αισθάνονταν 
να τους σπρώχνει όχι μόνον η ελπίδα για καλύτερη μόρφωση,
 αλλά και η εθνική τους συνείδηση, γεγονός,
 που επιβεβαιώνεται απο τις πολυάριθμες αρχειακές και δημοσιευμένες μαρτυρίες. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου