Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

Μακεδονικός Αγώνας: Η Συμβολή του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη.

Μητροπολίτης Καστορίας Γερμανός Καραβαγγέλης. 

Μητροπολίτη Αυστρίας 
κ. Μιχαήλ Στάϊκος

θα σάς μιλήσω γιά εκείνον πού υπήρξε ή κατ’ εξοχήν έκφραση και έκφανση του μαρτυρίου τής μαρτυρίας υπέρ πίστεως και πατρίδος
μέσα άπό τόν Μακεδονικό Αγώνα,
τόν Μητροπολίτη Καστορίας
Γερμανό Καραβαγγέλη.

Τρεις λόγοι δικαιολογούν την ειλικρινή συγκίνησή μου εκ τής παρουσίας και συμμετοχής μου στό συνέδριο αυτό:

α) Διότι ή Μακεδονία βρίσκεται και πάλι στό επίκεντρο πολίτικων άνακατάξεων και συζητήσεων, εις βάρος τής ελληνικότητάς της, γιά την οποία θυσιάσθηκε ό Παύλος Μελας και πολέμησε ό Γερμανός Καραβαγγέλης,

β) διότι θεωρώ και εκτιμώ τή συμμετοχή μου αυτή εδώ άπόψε όφειλόμενο μνημόσυνο ταπεινού διαδόχου σέ μέγα προκάτοχο, και

 γ) διότι στην Ε.Μ.Σ. όφείλεται ή άποκατάσταση του Γερμανού Καραβαγγέλη στήν ιστορία τής νεωτέρας Ελλάδος.

Γιά ’κείνον που θέλει νά μελετήσει την ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα και  ιδίως του Αγώνα τής Δυτικής Μακεδονίας είναι απαραίτητο να γνωρίσει την εξαιρετική φυσιογνωμία του τότε μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανου.

 Αλλιώς θα ήταν σά νά ζητούσε νά μελετήσει την ιστορία τής αρχαίας Αθήνας και  νά ξεχνούσε τόν Μιλτιάδη, ή την Επανάσταση του ’21 και  ν΄ αγνοούσε τόν Γέρο του Μωριά, κατά τήν έκφραση τής βιογράφου του Αντιγόνης Μπέλλου- Θρεψιάδη.

Σέ συντομία τά βιογραφικά του:

16 Ιουνίου 1866 γέννηση του Στυλιανου Καραβαγγέλη στή Στύψη τής Λέσβου.

Τό 1868 μετακομίζει ή οικογένεια Καραβαγγέλη στό Άδραμυττι τής Μικράς Άσίας.

Τόν Σεπτέμβριο του 1882 ό Στυλιανός έγγράφεται στήν Ί. Θεολογική Σχολή Χάλκης
 προστάτης του είναι ό Παυλος Σκυλίτσης Στεφάνοβικ,
θείος τής Έλενας Βενιζέλου.

3 Ιουλίου 1888 ό Στυλιανός παίρνει τό πτυχίο του, χειροτονείται Διάκονος άπό τόν Πατριάρχη Διονύσιο Ε' και
μετονομάζεται σέ Γερμανό.

1888-1891 σπουδάζει στή Λειψία.

24 Απριλίου 1891 άναγορευεται Διδάκτωρ τής Φιλοσοφίας.

Τον Αύγουστο του 1891 εκλέγεται Καθηγητής στην Ί. Θεολογική Σχολή Χάλκης.
Φοιτητής στην Ι.Θ.Σ.Χάλκης. 

6 Μαρτίου 1894 χειροτονείται σέ Πρεσβύτερο από τόν Πατριάρχη Νεόφυτο
Η'.

20 Φεβρουάριου 1896 χειροτονείται Επίσκοπος Χαριουπόλεως άπό τόν Πατριάρχη Άνθιμο Ζ'.

21 Όκτωβρίου 1900 εκλέγεται Μητροπολίτης Καστορίας.

5 Φεβρουάριου 1908 εκλέγεται Μητροπολίτης Άμασείας.

27 Όκτωβρίου 1922 εκλέγεται Μητροπολίτης Ίωαννίνων.

15 Απριλίου 1924 έκλέγεται Μητροπολίτης Ουγγαρίας και Έξαρχος Κεντρώας Ευρώπης.

12 Αύγουστου 1924 εκλέγεται Μητροπολίτης Άμασείας και τοποθετείται στή Μητρόπολη Κεντρώας Ευρώπης, μέ έδρα τή Βιέννη, ώς ’Έξαρχος Κεντρώας Ευρώπης.

11 Φεβρουάριου 1935 πεθαίνει στή Βιέννη.

12 Ιουνίου 1959 τά οστά του μεταφέρονται μέσω Θεσσαλονίκης στην Καστοριά, κατόπιν πρωτοβουλίας τής Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.

Τριανταπέντε ετών ήταν ό μέχρι τότε ’Επίσκοπος Χαριουπόλεως Γερμανός, όταν στίς 21 Όκτωβρίου 1900 έκλήθη νά έγκαταλείψει τήν Κωνσταντινούπολη και τό Πέραν, γιά νά μεταβεί στήν πολυτάραχη Δυτική Μακεδονία, άναλαμβάνοντας τή διαποίμανση τής Μητροπόλεως Καστορίας.

Στά Απομνημονεύματά του ό ’ίδιος ό Γερμανός ομολογεί πώς δέν ήθελε τή μετάθεση αυτή, άφου ήταν αναγκασμένος νά έγκαταλείψει τήν καρδιά του Ελληνισμού, τό εντυπωσιακό Πέραν τής μαγευτικής Κωνσταντινουπόλεως, όπου κυριαρχούσε ό Μέντοράς του Παύλος Σκυλίτσης Στεφάνοβικ.

Όταν ό Γερμανός εφθασε στήν Καστοριά, τήν έδρα τής Μητροπόλεώς του, γράψει, βρήκε τόν τόπο σέ άθλια κατάσταση.
 Οί βλέψεις του Βουλγαρικού Κομιτάτου έφθαναν ώς τόν Αλιάκμονα και τά Καστανοχώρια, και γι’ αυτό τό στρατόπεδο των συμμοριών στήθηκε στά Κορέστια της Καστοριάς, γιά νά άποδείξουν μία μέρα στήν ευρωπαϊκή διπλωματία ότι στήν Καστοριά έπρεπε νά χαραχθουν τά σύνορα τής όνειροπολουμένης Μεγάλης Βουλγαρίας...

Ό Γερμανός πρότεινε αμέσως στήν Κυβέρνηση τών Αθηνών τή συγκρότηση ενόπλων ομάδων άπό ντόπιους και Κρήτες πολεμιστές, άφου πίστευε ότι ήταν αδύνατο νά κρατηθεί ό αγώνας χωρίς ελληνικά σώματα. Άπό τήν έκθεση αυτή δέν βγήκε κανένα αποτέλεσμα.

Στίς αρχές του 1901 ό Γερμανός εκανε μία μεγάλη περιοδεία σ’ όλα τά σλαβόφωνα χωριά τών Κορεστίων.
Σ’ ένα χωριό, άπό τό όποιο καταγόταν ό Κομιτατζής Μήτρος Βλάχος, στό Κονοπλάτι, οί Βούλγαροι δέν θέλησαν νά δώσουν τά κλειδιά τής εκκλησίας στόν Γερμανό γιά νά λειτουργήσει.

Πιστόλι Mauser M 1898 με κοντάκι
Ο Μητροπολίτης Καστοριάς,
Γερμανός Καραβαγγέλης
 είχε τέτοιου είδους όπλα
 
 Τότε, διηγείται ό Γερμανός, έγώ μαζι με τόν καβάση μου Έμϊν έχοντας κρεμασμένα στους ώμους μας τά όπλα μας, έγώ ένα μάλιγχερ και ’κείνος ένα γκρά, σπάσαμε μέ μπαλτάδες τήν πόρτα και μπήκαμε και λειτούργησα χωρίς κανείς νά τολμήση νά μ’ έμποδίση. 

Τά Χριστούγεννα τού 1901 λειτούργησε τά μεσάνυχτα στό χωριό Ζαγορίτσανη.

Οί Βούλγαροι δέν ήθελαν νά του δώσουν τά κλειδιά τής εκκλησίας, γιατί ήθελαν πρώτοι αυτοί νά λειτουργήσουν.
Μέ τήν άπειλή στήν αρχή ότι θα σπάσει τήν πόρτα της έκκλησίας γιά νά μπει μέσα και άργότερα μέ την απειλή ότι θα ζητούσε άπό τόν και μακάμη νά στείλει στρατό, πήρε τά κλειδιά άπό τους Βουλγάρους και λειτούργησε.
 Ό Γερμανός διηγείται ώς έξης τή νυχτερινή αυτή χριστουγεννιάτικη λειτουργία:

 Στήν έκκλησία έβαλα τό ρεβόλβερ μου στήν πέτσινη θήκη του και ξέχασα μάλιστα, θυμούμαι, τόν πετεινό σηκωμένο.
 Μα ευτυχώς δεν συνέβη δυστύχημα. Πίσω άπό τόν θρόνο ήταν ένας δικός μας πού στάθηκε όλη την ώρα με τό πιστόλι στο χέρι. Άμα φτάσαμε στο σπίτι ό παπα-Γιώργης έκανε τόν σταυρό του. «Όλοι οι κακούργοι ήταν εδώ» είπε.
Ή πρώτη λειτουργία στη Ζαγορίτσανη άλήθεια άγρια.
Μά έτσι έπιβλήθηκα.
Ό Γερμανός Καραβαγγέλης, γυρίζοντας στήν Καστοριά άπό τήν πρώτη του περιοδεία, άπέστειλε πρός τήν Κυβέρνηση των Αθηνών και νέα εκθεση μέσω του Προξενείου του Μοναστηριού.

Στήν εκθεση αυτή έξιστορουσε ό Γερμανός όσα έγιναν και ζητούσε βοήθεια σέ ανδρες και όπλα. Κι αυτή τή φορά όμως δέν εισακούστηκε ή φωνή του.

Ή Αντιγόνη Μπέλλου-Θρεψιάδη άναφέρει ότι ένα άπ΄τά μεγαλύτερα όπλα του, αν όχι τό μεγαλύτερο, ήταν ή ρητορική του δεινότητα, ή πειθώ πού είχε.

 Ό πρώτος βουλγαρόφωνος οπλαρχηγός που πείστηκε νά μεταστραφεί τό 1901 σέ Έλληνα οπλαρχηγό ήταν ό Κώττας Χρήστου, ό γνωστός Καπετάν-Κώττας, άπό τό χωριό Ρούλια.

Αργότερα προσεταιρίστηκε τόν Βαγγέλη Νικολάου άπό τό Στρέμπενο, πάλι μέσα στό 1901 εναν άλλο οπλαρχηγό Βούλγαρο, τόν Γκέλεφ, που ήταν πρίν βουλγαροδάσκαλος, και τόν Σταύρο άπό τήν Κλεισούρα.

 Μέ τόν τρόπο αυτό δημιουργήθηκε ενας πρώτος πυρήνας άντίστασης κατά τών Κομιτατζήδων άπό ντόπιους οπλαρχηγούς, πού γνώριζαν καλώς τά πρόσωπα, τήν περιοχή και τή δράση τών Βουλγάρων.

Ό Γερμανός τό 1901, όταν μετάστρεψε τόν Γκέλεφ, εστειλε άμέσως εκθεση στόν Δηλιγιάννη, στήν Αθήνα, γιά νά του άναγγείλει ότι άπέσπασε και άλλη βουλγαρική συμμορία και νά τόν παρακαλέσει νά του στείλει ενίσχυση σέ ανδρες.

Στήν έκκληση αυτή δέν υπήρξε άπάντηση.

Τότε ό Γερμανός έγραψε στόν Ζαίμη: Στείλε μου πενήντα παλληκάρια, πενήντα Κρητικούς, νά τούς ενώσω μέ τούς δικούς μου. θα καταρτίσω έτσι είκοσι σώματα και  θα τά μοιράσω.

 Ό καιρός είναι κατάλληλος γιά δράσι. Δυστυχώς, όπως άναγράφεται στά Απομνημονεύματά του, οί έλληνικές κυβερνήσεις ήταν άκόμα κατατρομαγμένες άπό τήν ήττα τού ’97.

Ό Ζαίμηςμάλιστα τόσο τρόμαξε, πού είπε: 
Νά βγάλωμε άμέσως τόν Καραβαγγέλη άπό τήν Καστοριά, γιατί θα κάνη κακό μεγάλο.

 Ό Γερμανός έξω φρένων γιατί δέν μπορουσε νά βλέπει άσυγκίνητος νά χύνεται τό ελληνικό αίμα, εστειλε στό Οικουμενικό Πατριαρχείο τηλεγραφικώς τήν παραίτησή του, τήν όποία δέν άποδέχτηκαν.
Αυτά τό 1901.
Ό Γερμανός δέν κάμπτεται.

Επιδίδεται στήν οργάνωση τής άμυνας τών κατοίκων τών χωριών και τούς εξοπλίζει.

Σημαντική ήταν ή δράση του ’Ίωνα Δραγούμη στό Μοναστήρι, όπου ύπηρετουσε στό Ελληνικό Προξενείο.

Στό σπίτι του Δραγούμη, στήν Αθήνα, συγκεντρώνονταν πολλοί Μακεδόνες και πατριώτες.

 Έκεί, φυσικά, βρισκόταν και ό γαμβρός του Δραγούμη, ό Παύλος Μελάς, πού ήταν συνεπαρμένος άπό τή σαγηνευτική προσωπικότητα του Γερμανου Καραβαγγέλη.


 Σέ επιστολή του ό Παύλος Μελάς γράφει στόν Μητροπολίτη Γερμανό:

Σεβασμιώτατε,


δράττομαι τής ευλογημένης ταύτης ευκαιρίας,
 όπως σάς έκφράσω την άπειρον λατρείαν και  τόν άπειρον σεβασμόν,
 ον πρός Υμάς τρέφω διά την γενναίαν και  πατριωτικοτάτην ενέργειαν Υμών.


Οί άγώνες σας, γνωστοί ήδη όντες εις πολλούς καλούς πατριώτας και  ώς έλπίζω μετ’ σύ πολύ εις ολόκληρον τό ’’Έθνος, δεν αμφιβάλλω ότι θέλουσι ηλεκτρίσει τούς πάντας, όπως σπεύσωσι εις ένίσχυσίν Σας...


Παύλος Μ. Μελάς,
 Άνθυπολοχαγός Πυροβολικού.

Ένας εκκλησιαστικός άνδρας, ό Γερμανός Καραβαγγέλης, και ενας διπλωματικός υπάλληλος, ό "Ιωνάς Δραγουμης, μετατρέπουν την άπροθυμία των επισήμων φορέων σέ άποφασιστικότητα και τόν σκεπτικισμό των κυβερνώντων σέ τολμηρότητα και άναλαμβάνουν πρώτοι αυτοί νά ενεργοποιήσουν τίς αστείρευτες δυνάμεις του άλυτρωτου Έλληνισμου και νά τίς άξιοποιήσουν.

Ό άγωνιστής Γεώργιος Πέρρος, σταλμένος τόν Απρίλιο του 1903 άπό τόν Παυλο Μελά, κατόρθωσε νά μεταβεί στό Μοναστήρι πρός συνάντηση του ’Ίωνα Δραγουμη.

 Ό Δραγουμης εστειλε τότε τόν Πέρρο στόν Γερμανό Καραβαγγέλη γιά συνεννοήσεις. Όταν ό Πέρρος έπέστρεψε στήν Αθήνα, εφερε πολύτιμες πληροφορίες στόν Παυλο Μελά.

Τόν Ιούνιο του ίδίου έτους ό Παυλος Μελάς και ό Σφακιανός Γεώργιος Τσόντος, γνωστός ώς Καπετάν-Βάρδας, εστειλαν εντεκα Κρητικούς άγωνιστές στόν Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό, οί όποιοι, μέ τή φροντίδα του, ενσωματώθηκαν στήν ομάδα άλλων δέκα Μακεδόνων άγωνιστών του Καπετάν-Βαγγέλη Στρεμπενιώτη.

Ή επανάσταση, που ξέσπασε στήν περιοχή του Μοναστηριού, στίς 20 Ιουλίου 1903, ή γνωστή επανάσταση του ’Ίλιντεν, στρεφόταν οπωσδήποτε κατά των Τούρκων, οί στόχοι της όμως ήταν οί Έλληνες.

 Ή επανάσταση αυτή εδωσε τήν ευκαιρία στόν Γερμανό νά κλείσει τό βουλγαρικό γυμνάσιο τής Καστοριάς και ώς άντίρροπο νά ιδρύσει ενα ορφανοτροφείο γιά τά παιδιά τών εθνομαρτύρων, οπλαρχηγών και προκρίτων, που σκότωσε τό Βουλγαρικό Κομιτάτο.

 Ή επανάσταση του ’Τλιντεν εληξε πολυ σύντομα άδοξα γιά τους Βουλγάρους. και ενώ στους Έλληνες δινόταν ή ευκαιρία νά οργανωθούν στή Μακεδονία γιά νά καλύψουν ό,τι δέν είχαν πράξει στά προηγούμενα χρόνια, άφησαν νά περάσει άνεκμετάλλευτη και ή δυνατότητα αυτή.

Ή στάση αυτή τής Ελλάδας έπέτρεψε στούς Βουλγάρους νά άνασυνταχθουν και νά έπαναλάβουν τήν κατά του Ελληνισμού δράση τους εντονότερα τούτη τή φορά.

Ή πικρία και ή άγανάκτηση κυριεύουν και πάλι τόν Καραβαγγέλη, πού διαμαρτύρεται άκόμη έντονώτερα πρός πάσα κατεύθυνση.
Άλλά και πάλι δέν εγινε τίποτα.
 Απογοητευμένος ό Γερμανός άναγκάστηκε μέ πόνο ψυχής νά υποβάλει εκ νέου τήν παραίτησή του άπό Μητροπολίτης Καστορίας.
Ή παραίτηση και αυτή τή φορά δέν εγινε άποδεκτή.

Λίγο άργότερα όμως ή Ελληνική Κυβέρνηση πήρε επί τέλους τήν άπόφαση νά στείλει στή Μακεδονία τόν Παυλο Μελά, επικεφαλής άποσπάσματος άπό 28 άνδρες.
 Ό Παυλος Μελάς πέρασε τά σύνορα στίς 27 Αύγούστου 1904 έτοιμος γιά δράση στό μακεδονικό έδαφος.

Ή μετάβαση του Παύλου Μελά θα πρέπει νά θεωρηθεί ώς άποτέλεσμα τών ενεργειών του Γερμανού, όπως εργο του Γερμανου πρέπει νά θεωρηθεί και ό συντονισμός τής δράσης τών συγκεντρωθέντων βαθμιαίως στήν περιοχή τής Καστοριάς και τών Κορεστίων διαφόρων ισχυρών ελληνικών άνταρτικών σωμάτων.

 Ή παρουσία του Παυλου Μελα δέν ήταν μακρά. Στίς 13 Όκτωβρίου του 1904 στό χωριό Σιάτιστα σφράγισε μέ τό αιμα του τή δυτικομακεδονική γη.


Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης
 με τον Πρωτοσύγγελο Πλάτωνα
.
 Ε
πιμνημόσυνος δέησης στον τάφο
του Παύλου Μελά
Ό Γερμανός, άφου κατόρθωσε νά πάρει τό σώμα του Παυλου Μελα άπό τους Τουρκους, τό μετέφερε άμέσως στό Μητροπολιτικό Μέγαρο.

Τόν θρήνησαν όλη τή νύχτα και τήν άλλη μέρα, πολυ πρωί, όπως ειχε ύποσχεθεϊ στόν και Καιμακάμη, τόν εθαψε στό νεκροταφείο άντίκρυ άπό τή Μητρόπολη, διαβάζουμε στά Απομνημονεύματα του Γερμανου.

'Ύστερα άπό τόν θάνατο του Παύλου Μελα ό Ελληνισμός έξεγέρθηκε, έσήμανε γενική άφύπνιση και ή Μακεδονία γέμισε άπό άνταρτικά ελληνικά σώματα.
Κρητικοί, Παλαιοελλαδίτες και αύτόχθονες Μακεδόνες πύκνωσαν τίς τάξεις τους και τά ελληνικά Προξενεία τής Μακεδονίας επανδρώθηκαν μέ δυναμικά στελέχη, πολιτικά και στρατιωτικά.

 Στήν άναχαίτιση του ρεύματος άποσκίρτησης τών σλαβόφωνων Ελλήνων στή βουλγαρική ’Εξαρχία και στήν ενθάρρυνση τών κατοίκων τής ’Επαρχίας Καστοριάς συνέβαλαν πολύ και οί τακτικές, επικίνδυνες γιά τή ζωή του και παράτολμες έπισκέψεις του Γερμανου στά χωριά και οί περιοδείες του.

Όταν ή Μπέλλου-Θρεψιάδη τόν παρακαλάει νά τής εξηγήσει πώς γινόταν νά περνάει μέσα άπό τά βουλγαρικά χωριά χωρίς νά τόν καταλαβαίνουν, χωρίς καν νά τόν υποπτεύονται ποιός είναι, ώστε νά βγουν νά τόν κυνηγήσουν, ό Γερμανός άπαντάει:
Μά έπαιρνα και ’γώ τά μέτρα μου.
Πρώτα είχα πάντοτε δυο θαυμάσια άλογα δικά μου στη Μητρόπολι.
 Έπειτα, όταν έκανα τέτοια έπικίνδυνα ταξίδια, ντυνόμουν κάπως διαφορετικά.
 Έρριχνα άπάνω μου ενα μαυρο έγγλέζικο άδιάβροχο, φορούσα μπότες ψηλές ώς τό γόνατο, τό άντερί μου τό έσήκωνα κι έπιανα τις άκρες του μέσα στις τσέπες μου και  πάνω άπό τό καμηλαύκι μου ερριχνα ενα μαυρο μαντήλι.
Στόν ώμο μου κρεμόταν τό μάλιγχερ και  στό στήθος μου σταυρωτά κάτω άπό τό άδιάβροχο διακρίνονταν οί φυσιγγιοθήκες μέ τά φυσέκια.
 Στη μέση φορούσα μία πέτσινη πλατειά ζώνη, απ’ όπου κρέμονταν άπό τη μία μεριά η θήκη του πιστολιού μου πού ήταν μεγάλο και γίνονταν έν άνάγκη και τουφέκι κι άπό τήν άλλη ενα μαχαίρι στή θήκη του.
’Έτσι όλοι μέ παίρνανε γιά στρατιωτικό ή άστυνομικό...
Ο Μητροπολίτης Κορυτσάς
 και Πρεμετής

Φώτιος Καλπίδης
 (1862-1906)

Ό Γερμανός ήταν μόνιμος στόχος τών Κομιτατζήδων και στίς 12 Σεπτεμβρίου 1906 δολοφονήθηκε ό Μητροπολίτης Κορυτσας Φώτιος, νομίζοντας ότι σκοτώνουν τόν Καραβαγγέλη.

 Ή παρουσία του Γερμανου στήν Καστοριά τώρα άκόμα περισσότερο άποτελουσε κάρφος στά μάτια τών Βουλγάρων. Οί συκοφαντίες τών Βουλγάρων καθώς και οί άντιπρόσωποι τών Μεγάλων Δυνάμεων στήν Καστοριά, πού διέκειντο εύνοϊκώς πρός αυτούς, έξαπατουσαν τούς Πρεσβευτές τους στήν Κωνσταντινούπολη εναντίον του Γερμανου, όπως άναφέρει ό Γδιος σέ έκθεσή του πρός τόν Πατριάρχη ’Ιωακείμ Г'
Όλα αυτά συντέλεσαν στόν άναγκαστικό περιορισμό του Γερμανου στήν Καστοριά, γιατί οί Τουρκοι τής Καστοριάς, ύστερα άπό σχετική εντολή τής Τουρκικής Κυβέρνησης, πού ζητούσε τήν άνάκλησή του, τόν εμπόδιζαν νά βγαίνει άπό τήν πόλη.

 Ή τηλεγραφική άνάκληση του Γερμανου στήν Κωνσταντινούπολη, πού έγινε μέ τό πρόσχημα τής εκλογής του ώς μέλους τής Ίερας Συνόδου, ήταν μεγάλη επιτυχία τών Βουλγάρων και τών φιλοβουλγαρικών κύκλων και βαρύ τραυμα γιά τόν Μακεδονικό Αγώνα.

Ο Μήτρο Βλάχος (1873-1907) 
 Ευτυχώς όμως που οί συνέπειες της δέν ήταν καταλυτικές γιά τήν παραπέρα εξέλιξη του Αγώνα. Λίγο πρίν νά έγκαταλείψει ό Γερμανός τήν Καστοριά, του είχε γράψει ό Καλαποθάκης άπό τήν Αθήνα νά εξοντώσει μέ κάθε θυσία τόν κομιτατζή Μήτρο Βλάχο, που έμενε άσυλληπτος.

 Ό Μήτρος Βλάχος φονεύτηκε και ό Γερμανός πήρε τόν δρόμο γιά τήν Κωνσταντινούπολη, όπου έφθασε στίς 5 Ιουνίου 1907.


Ο Άγιος Δράμας Χρυσόστομος.
Ό τότε Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος Καλαφάτης, σέ γράμμα του πρός τόν Γερμανό, τό όποιο του έστειλε άμέσως μετά τήν άπομάκρυνσή του άπό τήν Καστοριά, του έγραφε:

Με δάφνας έστεφανωμένος έπιστρέφεις εις την Άκρόπολιν της "Ορθοδοξίας.
Ήμείς, μαθηταί της μεγάλης νέας Σχολής, ην Συ ίδρυσες έν Μακεδονία, θα φροντίσωμεν ν΄ άκολουθήσωμεν τά ίχνη Σου.
Συ δε άπό της ύψηλής σκοπιάς, εις ην έκλήθης, θα συνέχισης ήδη υπό άλλην μορφήν τό Έθνοσωτήριον εργον Σου.

 Και όντως ό Γερμανός συνέχισε τό έργο του μέ αυτοθυσία και ήρωϊσμό, ώς Μητροπολίτης Άμασείας, υπέρ του Ποντιακού Έλληνισμου και του Οικουμενικου Πατριαρχείου, του οποίου άναδείχθηκε κορυφαίος Ιεράρχης, διατελέσας Τοποτηρητής του Οικουμενικου θρόνου, ενώ δυό φορές παραιτήθηκε τήν τελευταία στιγμή του Πατριαρχικου άξιοόματος άν και ήτο βεβαία ή εκλογή του.

Ο Καραβαγγέλης
Μητροπολίτης  Αμασείας
Καταδικασμένος σέ θάνατο άπό τούς Κεμαλικούς εκλέγεται Μητροπολίτης Ίωαννίνων, άφου προηγουμένως εκθρονίζεται άπό τούς Βενιζελικούς ό Βασιλικός Ίωαννίνων Σπυρίδων, πού μέ τή σειρά του δυό χρόνια μετά θα ξαναγυρίσει στήν Ήπειρο και οί Βασιλικοί θα εξορίσουν τόν Βενιζελικό Γερμανό στήν Ευρώπη, ώς Μητροπολίτη Άμασείας και Έξαρχο Κεντρώας Ευρώπης, μέ έδρα τή Βιέννη.

Και εδώ εργάζεται άγόγγυστα υπέρ τής διασώσεως τής έλληνικότητος τών Κοινοτήτων τής Αυστρίας, Ουγγαρίας και ’Ιταλίας, περιφρονημένος άπό τήν Ελληνική Κυβέρνηση, πού τόν άφήνει νά πεθάνει τό 1935 ενδεής και ούτε τή μεταφορά τής σορου του στήν Αθήνα δέν επιτρέπει. 

Πικραμένος, άλλά και υπερήφανος γράφει στή διαθήκη του:
Δεν χρεωστώ εις ούδένα ουδε οβολόν.
 Εις τό ’Έθνος προσέφερα ό, τι ητο δυνατόν εις Ιεράρχην τού ’21.
 Δεν δέχομαι εις την κηδείαν μου ουτε Αντιπρόσωπον του Κράτους, ουτε της Έκκλησίας.

Και τά οστά του παραμένουν στή Βιέννη μέχρι τό 1959, όταν μέ πρωτοβουλία και ένέργειες τής Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών μεταφέρονται έπισήμως μέσω Θεσσαλονίκης στήν Καστοριά και τό Ελληνικό Κράτος τιμά μέ κάθε έπισημότητα τή μνήμη και τό έργο του, άποκαθιστώντας τον στή θέση πού του άρμόζει στή νεώτερη ελληνική Ιστορία και στό Πάνθεον τών ηρώων τής Ελλάδος.

Ό άπό Καστορίας Μητροπολίτης Άμασείας Γερμανός Καραβαγγελης ήταν Δεσπότης μεγαλοπρεπής, μέ ώραία και ευγενική μορφή και άδάμαστη ψυχή, μέ φωνή και λειτουργία μαγευτική.

Γιά λίγους άνθρώπους ίσχυσε τό άρχαίο γνωμικό «οία η μορφή τοιάδε και  ή ψυχή».

 Ήταν ένας άληθινός ηγέτης του λαου και άξιος πρωτοπόρος τών εθνικών άγώνων.

Κεντρική φυσιογνωμία του Μακεδονικου Αγώνα και άργότερα πρωτοπόρα μορφή του δράματος του Ποντιακου Έλληνισμου στό πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα, άναδείχτηκε σέ μεγάλη ήρωϊκή και μαρτυρική μορφή, παρότι δέν επισφράγισε τήν προσφορά του μέ τό μαρτύριο, και έγινε ήρωϊκή οπτασία στή λαϊκή συνείδηση, έγινε θρυλος.
 Γι’ αυτό άνήκει ό Γερμανός και στήν εθνική και στήν ιερή Ιστορία τής πατρίδας μας, δαφνοστεφανωμένος γιά τό μεγαλείο και γιά τή λεβεντιά του, όπως τήν τραγούδησε ή λαϊκή μουσα μέ τήν κρητική μαντινάδα:

Ή λεβεντιά στόν άνθρωπο δίνει ενα μεγαλείο, γεννιέται, δέ διδάσκεται ποτέ μές στό σχολείο.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου