Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

Τουρκοκρατούμενη Μακεδονία και η μεγαλύτερη πληγή: Τα Βουλγαρικά κομιτάτα.

Τσέτα του Tane Nikolov (Тане Николов) από την Θράκη,
βοεβόδας της ΒΜΟΡΟ-VMORO, ΕΜΑΕΟ
Εσωτερικής Μακεδονικής-Αδριανοπολίτικης
Επαναστατικής Οργάνωσης
(Вътрешната македоно-одринска
р
еволюционна организация
)


  Γεωργίου Μόδη.


"Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ 
ΚΑΙ Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ"
 ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ.

(οι φωτογραφίες επιλογή Yauna)


Οι Βούλγαροι πρώτιστο και κύριο μέλημα είχαν την οργάνωση του πληθυσμού.

Σ’ αυτήν έριξαν από την αρχή όλο το βάρος και την έκαμαν με επιμέλεια και προσοχή, επιμονή και υπομονή, προσόντα ολότελα άγνωστα σε μας, που είχαμε συνήθεια να καταρτίζουμε στο άψε σβύσε από κάθε καρυδιάς καρύδι ομάδες οπλοφόρων και να τις εξαποστέλνουμε σε κάθε «υπόδουλη» επαρχία,όπου νομίζαμε ότι έπρεπε να εμφανίσουμε τότε κάποιαν επαναστατική κίνηση.

Βερχοβίστικη τσέτα του εκ Σκρίτζοβου Σερρών
Voivoda Stoyo Kostov (
войвода Стойо Костов)
στην οποία συμμετείχε και ο
Voivoda Marko Lerinski
(войвода Марко Лерински)
 

Ήξεραν ότι ένοπλα σώματα, που έμπαιναν στο τούρκικο έδαφος χωρίς την ανάλογη και μεθοδική προπαρασκευή των, δεν άξιζαν μεγάλα πράγματα, ούτε μπορούσαν να έχουν αξιόλογη απόδοση. Είχαν σχετική πείρα από παλαιότερες ενέργειες στα γειτονικά με την Βουλγαρία μέρη. 
Η διαφορά είναι ότι γι’ αυτούς τα παθήματα έγιναν μαθήματα, που τα εφαρμόσανε στην πράξη.Εμείς είχαμε την πείρα του 1854, 1866, 1878, όταν στείλαμε βιαστικά και σπασμωδικά στη Μακεδονία, Θεσσαλία, 'Ήπειρο, πρόχειρα ανταρτικά σώματα. 
Ως τόσο κάναμε και το 1897 τα ίδια λάθη, μεγαλωμένα μάλιστα στον κύβο.  

Εστείλαμε στο μακεδονικό έδαφος ενωμένους, 2.000 σχεδόν, άτακτους αντάρτες να χτυπήσουν και κατανικήσουν τον στρατό της 'Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οργανωμένο από Γερμανούς.

Έπρεπε να έλθη  ο Μακεδονικός Άγων για να καταλάβουμε πόσην αξία και σημασία έχει η έγκαιρη και συστηματική οργάνωση του τοπικού πληθυσμού.



Σφραγίδα της BMOPO
В
ътрешната македоно-одринска
р
еволюционна организация ,
επαναστατικής περιοχής
Μοναστηρίου.
Ιδιαίτερα η Β.Μ.Ρ.Ο. (Βίτρισνα Μακεντόνσκα Ρεβολιούσιολνα Όργκανιζάτσια = Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική 'Οργάνωση ) έδωσε ξεχωριστή προσοχή στην οργάνωση του πληθυσμού και μπορεί να είπωθή πως θαυματούργησε. 

Dame Gruev
Дамян (Даме) Йованов Груев
(1871-1906)
Ο ιδρυτής της Ντάμιαν Γκρούεφ, νεαρός καθηγητής της Ιχνογραφίας και Γεωγραφίας στις κατώτερες μάλιστα τάξεις του Γυμνασίου Μοναστηριού,όπως γράφει στα απομνημονεύματά του ο Πάντο Κλιάσεφ, και ο συνεργάτης και συνάδελφός του Γκότσε Ντέλτσεφ είχαν, φαίνεται, μεγάλη συνωμοτική και οργανωτική ιδιοφυία.

Άρχισαν να ορκίζουν και να εγγράφουν πολλούς στην οργάνωση, που είχαν φροντίσει να την τυλίξουν με ένα πέπλο υποβλητικού μυστηρίου.
Έγινε γνωστή με το ονομα «Κομιτάτο».

Ο Gotse Deltsew  και ο Damian Gruev
με τον Βουλγαρικό Λέοντα.

 Οταν ήμουν μικρός νόμιζα πως πρόκειται για κάτι το μαγικό και ρωτούσα, με πολλήν άπορία, τι ήταν. 

Είχα άκούσει πολλές φορές πολλά για τους «αντάρτες» απ’ τα στόματα συγγενών. Τους θεωρούσα ημίθεους. Το «Κομιτάτο» όμως ήταν κάτι το διαφορετικότερο και μυστηριωδέστερο. Αφηνε την εντύπωση ότι πολλά έπρεπε να περιμένουμε απ’ αύτό.

Ενα πυκνό δίκτυο οπαδών, στελεχών και πρακτόρων ήταν διασκορπισμένο σε όλο τον τόπο. 

Κάθε χωριό είχε την «Επιτροπή» του 
με τον πρόεδρό της και αρχηγό τον «νατσάλνικ»
 (η λεξη ήταν πρωτύτερα άγνωστη στη Μακεδονία)
τον ταμία
τον σύνδεσμο
τους αγγελιοφόρους 
και ένα είδος λαικού δικαστηρίου
για να μη καταφεύγουν πια οι Χριστιανοί για τις διαφορές τους στα τουρκικά δικαστήρια. 

Σχηματίστηκαν έπειτα σε κάθε χωριό και ένοπλες ομάδες (μιλίτσια), προορισμένες να βοηθουν και να ενισχύουν τις τακτικές συμμορίες, όπως ήταν ο εφεδρικός «ΕΛΑΣ» στα χρόνια της κατοχής.

 Το Κ.Κ.Ε. και το Ε.Α.Μ. δεν έκαμαν παρά απλή άντιγραφή του βουλγαρικού προτύπου και των μεθόδων του.

 Στο Τσάπαρι, ορεινό χωριό στον δρόμο Μοναστηρίου-Ρέσνας, βρέθηκαν το 1902 λογχισμένοι δέκα νέοι, οι καλύτεροι του χωρίου.

 Οπως αποκαλύφθηκε, αποτελούσαν τη «μιλίτσια» και είχαν θανατωθή
γιατί δεν έτρεξαν να βοηθήσουν μία συμμορία, που είχε κυκλωθή πάνω απ’ το χωριό τους στο βουνό από πολύ τουρκικό στρατό και περισσοτέρους Τουρκαλβανούς του γειτονικού τους καζά.

Οι «μιλίτσιες» σχημάτισαν και αργότερα σοβαρή δύναμη στα χέρια του Κομιτάτου.
Δεν πήγαιναν πιά να βοηθήσουν κυκλωμένη συμμορία, παρά σπανιότατα. 
Επαιρναν τώρα και οι Τούρκοι τα μέτρα τους και τα ειδικά «τάγματα κυνηγών» (άβτζή-ταμπούρ ) ήταν πολύ επικίνδυνα.
 Όταν όμως ήθελαν να χτυπήσουν αιφνιδιαστικά ελληνικό σώμα ή, πολύ συχνότερα, να κάψουν ελληνικό χωριό, τους κινητοποιούσαν. 
Και την αυγή γύριζαν στα σπίτια και στα χωράφια τους σαν τους ειρηνικότερους ραγιάδες.

Βάλαμε και εμείς αργότερα σ’ έφαρμογή το ίδιο σύστημα σε πολλά μέρη (Μορίχοβο, Περιστέρι, Βάλτος Γιανιτσών, Παγγαίο κλπ. ). '

Ο νεαρός μαλιστα οπλαρχηγός Γιάννης Ραμνάλης θαυματούργησε στην περιφέρεια Λαγκαδά και πέρα απ’ αυτή με άνδρες, που ήταν γεωργοί την ήμέρα και αντάρτες τη νύχτα.

Κάθε επαρχία (καζά) είχε μία τουλάχιστον συμμορία, που στήριζε την οργάνωση και στηριζόταν σε αυτή. Όπου δεν ίσχυε ο λόγος, ίσχυε η ράβδος και η μάχαιρα της συμμορίας.
 Οι συμμορίες ήσαν το εκτελεστικό όργανο και η αστυνομική δύναμη, ο δήμιος της Όργανιζάτσια. Άλληλοσυμπληρωνόντουσαν,όπως ο τέτζερης και το καπάκι.
Η απροθυμία, ο δισταγμός, η αντίρρηση και γενικά η «αντίδραση» εύρισκαν την τιμωρία από την κάμα η την λόγχη των συμμοριτών.

Τους κολλούσαν τότε και τη ρετσινιά του «προδότη», του «τουρκολάτρη», του «τουρκοτσανακογλύφτη» κλπ. 
Οι τίτλοι αυτοί κοσμούσαν πάντοτε τους φτωχούς παπάδες, δασκάλους, προκρίτους των χωριών, τους νοικοκυραίους δηλαδή, που είχαν επιρροή στα χωριά, δεν εννοούσαν όμως να υπακούσουν τυφλά στα κελεύσματα του Κομιτάτου,
όταν τους πρόσταζε να δηλώσουν στην τουρκική αρχή ότι ήσαν πιά «Μπουλγκάρ».

Πήγαιναν οι Βούλγαροι 
να καταλύσουν την
 πάνοπλη τουρκική αυτοκρατορία 
με την εξόντωση του άοπλου Ελληνισμού της Μακεδονίας.

Στην πρωτεύουσα κάθε καζά είχε την έδρα της η Επαρχιακή Επιτροπή του Κομιτάτου.

 Ο πρόεδρός της ήταν και ο επαρχιακός αρχηγός, που είχε όλες τις αρμοδιότητες και εξουσίες.
 
Οι βούλγαροι Κομιτατζήδες-Κομίτιτε της Καστοριάς
 Пандо Кляшев, Васил Чекаларов и Лазар Поптрайко
Πάντο Κλιάτσεφ, Βασίλ Τσακαλάρωφ, Λαζάρ Πορτραϊκο
 Όπως φαίνεται απ’ τα απομνημονεύματα του Πάντο Κλιάσεφ, οι αρχηγοί αυτοί διορίζονταν πολύ συχνά απ’ ευθείας από την κεντρική Επιτροπή Μοναστηριού. 

Πρώτος π.χ. αρχηγός της επαρχίας Καστοριάς είχε οριστή ένας παπάς, ο Γρηγόριος Μπέτεφ, που είχε σημειώσει μάλιστα και πολλές επιτυχίες. 
Μα καθαιρέθηκε απ’ το Βούλγαρο Μητροπολίτη, ποιος ξέρει για ποιά μεγάλη του αταξία, και αναγκάστηκε να φύγη στη Βουλγαρία... 
Pavel Christov
Павел Христов
(1874-1922)
Mihail Nikolov Rosov
Михаил Николов Розов
(1874-1934)

Διορίστηκε διάδοχος του ο δάσκαλος Χρηστώφ, που φρόντισε ιδιαίτερα να προσηλυτήση Γραικούς και Γραικομάνους.
Φυλακίστηκε όμως και τον αντικατέστησε ο επίσης δάσκαλος Μιχ. Νικολώφ και έπειτα ο Ποπτράικωφ, επίσης δάσκαλος και «σκαπανεύς των γραμμάτων».

 Στα βουλγαρικά δηλαδή γυμνάσια-οικοτροφεία, που είχαν ιδρύσει οι Βούλγαροι, περιμάζευαν παιδιά απ’ τα χωριά, τα μόρφωναν και τα παρασκεύαζαν πολύ καλά για το διπλό ρόλο
του δασκάλου και του κομιτατζή.

Επίσης από την επιτροπή Μοναστηριού η άλλη κεντρική επιτροπή διορίζονταν και οι αρχηγοί των συμμοριών, οι «βοεβοδες».

Mitre Pandzharov Vlacha
Димитър (Митре) Пандуров Влаха
(1873-1907)
Ο πρώτος οπλαρχηγός της Καστοριάς Πετρώφ είχε συμμορία από «τέσσερεις Βλάχους»: την οικογένεια δηλ. του Μήτρου Βλάχου,όπως μας πληροφορεί ο Κλιάσεφ.

 Κατά  τον ίδιο τρόπο και ο δικός μας οπλαρχηγός των Προμάχων (Μπάχοβου) Τσότσας είχε στη συμμορία του τον πατέρα του και τους θείους του ! 
Συχνά οι «βοεβοδάδες» μετατίθονταν από μίαν επαρχία σε άλλη, σαν δημόσιοι υπάλληλοι. 

Ο Πετρώφ π.χ. μετατέθηκε το 1901 απ’ την Καστοριά στη Ρέσνα και ο αντικαταστάτης του Γκοργκάνωφ απ’ την Καστοριά στην Αχρίδα και έπειτα στον ΙΙερπελέ, γιατί είχε άδυναμία στις βουλγαροδασκάλες και στιςόμορφες χωριατισσες, οπως μας πληροφορεί παλι ο Κλιάσεφ...     '

Ο βοεβόδας έπρεπε να υπακούη στις προσταγές της επαρχιακής eπιτροπής και aκριβέστερα του επαρχιακού αρχηγού, που ηταν θρονιασμένος μεσα στην πόλη και κοίταζε ήσυχος το σχολείο η το μαγαζί του. 
Ηταν όμως και ζήτημα προσωπικής έπιβολής. 

Ο Τσακαλάρωφ π.χ. έδινε και έπαιρνε διαταγές.
Vasil Hristov Chekalarov
Васил Христов Чекаларов
(1874-1913)
 Ο Μαρκώφ, υπαξιωματικός του Βουλγαρικού στρατού 
 και πρώτος βοεβόδας της επαρχίας Φλωρίνης
που είχε κρεμάσει στο στήθος του πάμπολλα παράσημα (ψεύτικα), 
για να έντυπωσιάζη τους χωρικούς,όπως γράφει ο Λάκης Πίρζας, δεν θέλησε να εκτελέση διαταγή της επαρχιακής έπιτροπής της Φλώρινας να ξεκάνη και τον νεοχειροτόνητο εφημέριο Πολυποτάμου (Νερέτι),
 γιο του Παπακωνσταντίνου
που τον είχε ο ίδιος κατακρεουργήσει πριν λίγο καιρό. 

Οι μπακάληδες δηλαδή και οι άλλοι επαγγελματίες,όπως και οι βουλγαροδάσκαλοι, που αποτελούσαν την επιτροπή,
 ήταν αγριότεροι και θηριωδέστεροι απ’ τον Βούλγαρο υπαξιωματικό, 
που ήταν λαμπρός προπαγανδιστής και γενναίος πολεμιστής.
Υπαξιωματικός του βουλγαρικού στρατού ήταν και ο Τσερνοπέεφ, στην περιοχή της Στρώμνιτσας, μεγάλος λήσταρχος, που κατάφερε όμως να επιζήση στο τέλος! 

Αξιωματικοί ήταν ο Λουκάς ΙΙαρτένιεφ και άλλοι. 

Οι περισσότεροι πάντως οπλαρχηγοί και αρχηγοί ήταν τρόφιμοι των βουλγαρικών γυμνασίων-οίκοτροφείων, δάσκαλοι και καθηγητές, που συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλο σε σκληρότητα, δραστηριότητα, μα και αύτοθυσία 
(Γκρούεφ, 
Ντέλτσεφ,
 Σαράφωφ, 
Γκαράνωφ, 
Κλιάσεφ, 
Μοσχώφ, 
Σελτάνωφ κ.α. ). 

'Ένας καθηγητής του γυμνασίου Θεσσαλονίκης, ο Ρόζωφ,
 και ο δάσκαλος Ποστράικα εγκαινίασαν την τρομοκρατία στη Δυτική Μακεδονία.

 Έστησαν ενέδρα ήδη τον Ιούλιο του 1899 και δολοφόνησαν δύο ήσυχους νοικοκυραίους
 απ’ τη Βασιλειάδα (Ζαγορίτσανη ), που γύριζαν ξέγνοιαστοι απ’ το παζάρι στο χωριό τους, 
τον Χρίστο Δημητριάδη η Τσουτσούλη και τον Κοσμά Μισιρλή η Κλιάντσο, 
μόνο και μόνο γιατί ήταν «γραικομάνοι» και δεν ήθελαν να γίνουν Βούλγαροι.

Ο σκοπός αγίαζε γι’ αυτους όλα τα μέσα και τα φρικτότερα και ατιμότερα...
Κομιταζήδες Βοεβόδες της Βερχόβεν.
Βουλγαρομακεδόνες Αξιωματικοί του Βουλγαρικού Στρατού,

Petar Georgiev Darvingov (Петър Георгиев Дървингов) από το Κιλκίς
Donzo Zlatko (Андон Златков Томов) από Στρώμνιτσα (Палат)
Dimitar Zogravov (Димитър Андреев Зографов) από Βέλες
Kotso Abramov (Константин (Кочо) Аврамов) δάσκαλος από Σκρίτσοβο Σέρρες.

Την όλη διεύθυνση του αγώνα των συμμοριών πήραν στα χέρια τους 
αργότερα Βούλγαροι στρατιωτικοί, 
απεσπασμένοι στα εμπορικά πρακτορεία,
 όπως λέγονταν τότε τα βουλγαρικά προξενεία,
 γιατί η Βουλγαρία ήταν ηγεμονία υποτελής στο Σουλτάνο. 


Αξιωματικοί επίσης δικοί μας, άπεσπασμένοι στα ελληνικά προξενεία, είχαν την ίδια αποστολή. 
Επαιζαν όμως πάντοτε σημαντικότατο ρόλο και οι τοπικές έπιτροπές της ВМРО.

Πρέπει να ομολογηθή ότι οι περισσότεροι αρχικομιτατζήδες ήταν οχι μόνον εξαίρετοι οργανωτές, μα και άνδρες γενναίοι και αποφασιστικοί.

Όταν κυκλώνονταν από τουρκικά αποσπάσματα, πολεμούσαν ως το τέλος, ως την τελευταία πνοή.
 Σπάνια παραδίδονταν. 
Καποτε αυτοκτονούσαν. 
Συχνά κατόρθωναν να διασπάσουν τη νύχτα την πολιορκητική ζώνη και να ξεφύγουν σαν να είχαν φτερά,όπως ελεγαν οι ίδιοι οι Τούρκοι. 

Χρησιμοποιούσαν και βόμβες, που είχαν τρομοκρατήσει τους αφελείς Τούρκους στρατιώτες. Τις κατασκεύαζαν και στα χωριά,όπως βεβαιώνει ο Κλιάσεφ, με δυναμίτη βέβαια, που εφερναν απ’ την 'Ελλάδα.
 
Kusman (Kuso) Stevof
Кузман Кузо (Поп)Стефов
(1875-1902)

Ο βοεβόδας Κούζο (Κοσμάς) Στεφώφ, πρώην βουλγαροδάσκαλος, κυκλώθηκε από τουρκικά τμήμα στις 12 Φεβρουάριου 1902 στο χωρίο Σιστέβο της Καστοριάς.
Τους είχαν δει οίΤούρκοι «κυνηγοί». 
Επιχείρησε τολμηρή εξοδο.
 Τραυματίστηκεόμως βαρειά. 
Γύρισε πίσω στο χωριό και ζήτησε να τον μεταφέρουν στο σπίτι της βουλγαροδασκάλας φίλης του. 
Έκεί αυτοκτόνησε μαζί της! 
Τους βρήκαν αγκαλιασμένους και νεκρούς. 
Είχε φυλακιστή το 1901 μαζί με τον συνάδελφό του, αρχηγό της επαρχίας Καστοριάς, Χρηστώφ, γιατί βρέθηκε γράμμα του στη τσάντα ενός κομιτατζή, που φανέρωνε ότι αυτοί είχαν διατάξει τον φόνο ενός Τούρκου. 

Για να μην τυχόν βασανιστή και εξαναγκαστή να προδώση, άνοιξε την κοιλιά του. —εχύθηκαν τα έντερα εξω. 
Και όμως έγινε καλά και τόσκασε στα βουνά !
Βοεβόδας πιά, σκότωσε στις 8 Νοεμβρίου 1901 με τον αγριότερο τρόπο στην πλατεία της Βασιλειάδας τον φανατικό «γραικομάνο» και «στυλοβάτη του ελληνισμού» Καραμάνο. 

Συνέτριψε με τον υποκόπανο το κεφάλι του ! 
Ηταν άγριος και αδυσώπητος προς τους άλλους και προς τον εαυτό του.
Δεν ήταν βέβαια όλοι οι βουλγαροδάσκαλοι ετσι αποφασιστικοί και τόσο φοβεροί.
Ο Κλιάσεφ κατονόμαζε αρκετούς, που πρόδωσαν πολλά κρυμμένα όπλα και όλα τα μυστικά χωρίς καν να πιεστούν. 

Κάποιος μάλιστα δάσκαλος Βαψωρίου έγινε πολύ εύκολα κατάπτυστος προδότης. 
Ουτε οι βοεβόδες και αρχικομιτατζήδες ήταν πάντοτε περίφημοι και επικίνδυνοι πολεμιστές.

Μεγάλες συμμορίες εξοντώθηκαν από τουρκικά άποσπάσματα σε λίγη ώρα, χωρίς να ματώση τουρκική μύτη. 

Την άνοιξη του 1903 οχτώ Τουρκαλβανοί στρατιώτες απ’ τα χωριά της Ρέσνας ξέκαναν με πολλή ευκολία στην περιοχή Μοναστηριού 7 κομιτατζήδες ταμπουρωμένους σ’ ένα λόφο. 

Είχαν ανώτερο οπλισμό —όπλα μάουζερ — και πολύ άνώτερη σκοπευτική ικανότητα. 
Γενικά ύστερούσαν οι Βούλγαροι στη σκόπευση.
 Το διαπίστωσαν και τα δικά μας ανταρτικά σώματα σε πολλές περιπτώσεις.
 Είδαν ότι οι βουλγαρικές σφαίρες έφευγαν μακρυά, «στο γάμο του Καραγκιόζη».... Και κυνήγησαν τους Βουλγάρους.
Στις 24 'Οκτωβρίου μία βουλγαρική συμμορία από 25 άνδρες εστησε ενέδρα τη νύχτα Ιξω απ’ την Πόλτσιστα του Μορίχοβου στο σώμα του Γ. Βολάνη από 22 παιδιά. 

Το αποτέλεσμα ήταν να αίχμαλωτιστή ένας νεαρός κομιτατζής με μακριά ξανθά μαλλιά. 
Οι ομοβροντίες των κομιτατζήδων πήγαν στο βρόντο. 
Ουτε καν πλήγωσαν κανένα... 
Όταν οι δικοί μας κατάλαβανότι είχαν να κάμουν με κομιτατζήδες και οχι με τουρκικό στρατό, όρμησαν και ρίχτηκαν πάνω τους. 
Και ο Στρατής Βολάνης άρπαξε τον αιχμάλωτο απ’ τα μαλλιά !
Σε μία άλλη πάλι σύγκρουση στο Καιμακτσαλάν, πάνω απ’ τη λίμνη της  Άρνισας (Όστρόβου), αποδείχτηκε πανηγυρικά η σκοπευτική αναπηρία των Βουλγάρων
Είχαν συγκεντρωθή τον Ιούνιο του 1908 πολλοί κομιτατζήδες και επιστρατευμένοι χωρικοί, για να χτυπήσουν το μικρό σώμα του Μανόλη Νικολούδη. 
Ότανόμως ειδε ο Κρητικός καπετάνιος να φεύγουν μακρυά οι έχθρικές σφαίρες, άρχισε αύτός την επίθεση. 

Μπήκαν έπειτα στη μάχη και οι Βολάνης και Καραβίτης με αποτέλεσμα να σκοτωθούν ένας βοεβόδας (ο Παγούντσεφ) και κάμποσοι κομιτατζήδες, και να αίχμαλωτιστή απο τον Βολάνη το άσπρο άλογο του αρχηγου Τζόλε. Και αν δεν είχε εμφανιστή μεγάλο τουρκικό απόσπασμα, που έτρεξε στον κρότο των όπλων, πολύ μαύρη θα ήταν έκείνη η μέρα για τους κομιτατζήδες.
Ήταν όμως πάντοτε άφθαστοι στην μεθοδική και επίμονη εργασία και στην οργάνωση, καθώς και στην προπαγάνδα.
Τη μύηση των χωρικών την έκαναν συχνά τη νύχτα ομαδικά. 

Τους καλούσαν όλους στην έκκλησία και μέσα στο υποβλητικό μισοσκόταδο κάτω απ’ το τρεμουλιαστό φως λίγων κεριών οι βοεβόδες και άλλοι ειδικευμένοι διαφωτιστές τους έκαμναν κηρύγματα 
για τη «λευτεριά», 
για την «αυτονομία», 
για «αντιτουρκική σταυροφορία», 
για το ξερρίζωμα των αγάδων
για την διανομή των τσιφλικιών κλπ.

 Όλα τα χωράφια, 
ολα τα κτήματα, 
όλα τ’ άμπέλια θα γίνονταν δικά τους,
 μόνο δικά τους' αυτοί θα ήταν πιά οι άφεντάδες. 

Δεν θα ίδρωκοπούσαν για να καλοτρών και να παχαίνουν τα σκυλιά, οι Τουρκαλάδες. 
Θα γλύτωναν και απ’ τους Τούρκους ενοικιαστές της δεκάτης, τους Τούρκους εισπράκτορες, τους Τούρκους άγροφύλακες,
 και θα διορίζονταν τα παιδιά τους αξιωματικοί και καιμακάμηδες και ακόμα και βαλήδες... 
Θάβλεπαν στα χωριά δρόμους, σιδηρόδρομους, εργοστάσια, απαράλλαχταόπως στην Αμερική... 

Με λίγα λόγια θα πήγαιναν απ’ την κόλαση ίσια στον επίγειο παράδεισο. 

Σε πολλά χωριά είχαν κάμει κιόλας θεωρητικά τη διανομή των κτημάτων,όπως γράφει ο Ίων Δραγούμης. 

Όταν θα πλήρωναν μερικές λίρες για την προμήθεια των όπλων και ερχόταν με αύτά η λευτεριά, θάπαιρνεν στη κατοχή τους τα μοιρασμένα τσιφλίκια χωρίς καμμία άλλη διαδικασία...

Εξ άλλου θα είχαν στο χωριό την επιτροπή, το τοπικό δικαστήριο, για να μη τρέχουν για ψύλλου πήδημα στους τούρκικους «μαχκεμέδες» η τα «χοκιουμάτια». 
Θα κανόνιζαν όλα τα ζητήματα του χωρίου οι ίδιοι μοναχοί τους. 

Εως τότε οιχαραμοφάηδες στη πολιτεία τους έπαιρναν για aνίκανους να μοιράσουν και δυο γαιδουριών άχυρα, καλούς μόνο για να ποτίζουν με τον ιδρώτα τους τη γη και να ταίζουν τους aγάδες και όλους τους παλιανθρώπους και εξυπνάκηδες.

 Ήρθε τώρα η ώρα να δείξουν και να aποδείξουν πως ήταν ικανότεροι από πολλούς ψευτογραμματισμένους και λιμοκοντόρους.
 Στα χέρια τους θα κρατούσαν πιά την τύχη τους, στα χέρια αzτά, που είχαν πιάσει ρόζους απ’ το aλέτρι.

 Με άλλη τόση δύναμη θα κρατούν τώρα και το τουφέκι. 
Θα τρίβουν από aπορία τα μάτια τους οι Τούρκοι και όλοι οι eχθροί. 
Το Κομιτάτο φροντίζει να τους βρη όπλα.
 Δεν έπρεπε να κάνουν τσιγκουνιές. 
Τα όπλα είναι η σωτηρία.
 «Χωρίς τουφέκια πόλεμος δεν γίνεται,όπως δεν θερίζεται χωρίς δρεπάνι το χωράφι». 

Η Ελλάδα πολέμησε και πάλαιψε εννιά χρόνια, για να κερδίση τη λευτεριά της. Ετσι ελευθερώθηκαν και το Μαυροβούνι, η Σερβία, η Βουλγαρία.εμείς θα μείνουμε αιώνιοι σκλάβοι, χαμάληδες, υποπόδιο όλων;

 Ουτε θα αναγκαστούμε να παλαίψουμε χρόνια και μήνες. 
Δεν χρειάζεται παρά να είμαστε ενωμένοι,
 με μία ψυχή, να υπακούωμε τυφλά στο Κομιτάτο, 
που αγωνίζεται για μας, 
και να είμαστε έτοιμοι για μία μικρή επανάσταση, 
μία επαναστασούλα ολίγων ήμερων. 

Και 0α τρέξουν να μας βοηθήσουν αμέσως
 η Μεγάλη Ρωσία, η Αγία Ρωσία, 
η Βουλγαρία, 
η Σερβία, 
το Μαυροβούνι και 
η Ελλάδα, 
μάλιστα η Ελλάδα θα μας βοηθήση και αυτή,όπως και τώρα μας βοηθάει. 

Απ’ την Ελλάδα μας έρχονται τα τουφέκια. 
Και ας λένε ο,τι θέλουν μερικοί άτιμοι και παλιάνθρωποι Γραικομάνοι. 

Οι υπηρέτες και τσανακογλύφτες των αγάδων παριστάνουν τον Γραικό και βρίσκουν πολλές δικαιολογίες για να υποστηρίζουν τον άπιστο και άτιμο Τούρκο. 

Εμάς δε μας νοιάζει, αν είστε Ελληνες, Βούλγαροι, ό,τι άλλο θέλετε. 
 Μας φθάνει να είστε καλοί χριστιανοί, ν’ αγαπάτε την έλευθερία, να μισητέ τους Τούρκους, να υπακούετε στο Κομιτάτο και να είστε πρόθυμοι για την επανάσταση, που ετοιμάζουμε. 

Δεν μπορούμε όμως ν’ άφήσουμε να υπονομεύουν το ιερό έργο, να προδίδουν το Χριστό και το σταυρό, να στήνουν παγίδες και τρικλοποδιές στην έλευθερία μερικοί προδότες και παλιάνθρωποι.

 Είμαστε υποχρεωμένοι να τους χτυπήσουμε.
 Και θα τους χτυπήσουμε άσχημα. 
Ας το ξέρουν κι’ ας κάμουν τον λογαριασμό τους. 
Το σάπιο κομμάτι το κόβει κανείς και το εξαφανίζει, για να μη σαπίση και όλο το δένδρο...
Μπορεί να θεωρηθή βέβαιο ότι χρησιμοποίησαν και έκμεταλλεύτηκαν οι κομιτατζήδες και το γραμμόφωνο, που τότε είχεν έφευρεθή ! 
Στις νυκτερινές συγκεντρώσεις στην εκκλησία του χωριού, έπειτα απ’ τις ομιλίες που,όπως είπαμε, γίνονταν μέσα σε άτμόσφαιρα μυστηρίου, υποβολής και προσμονής, ακουόταν ξαφνικά μέσα απ’ το  Άγιο Βήμα και κάτω απ’ την 'Αγία Τράπεζα μία παράξενη τρεμουλιαστή, απόκοσμη φωνή, που έλεγε άργά και σιγά:

 «Ήρθε η ώρα της ελευθερίας». Ήταν η φωνή του Θεού! Μιλούσε ο ίδιος ο Θεός, ο Χριστός! Ήταν μαζί τους! 

Μπορούσε πια να αμφιβάλλη κανείς ότι ο Θεός ευλογούσε το Κομιτάτο, βοηθούσε τα έργα του, προστάτευε τους άνθρώπους και τα όργανά του; 

Λίγο ακόμα και θα επρεπε να πιστεύουν όλοι ότι οι κομιτατζήδες ήταν οι άπεσταλμένοι, οι απόστολοι και άγγελοι του Θεού...
Και είχαν πάρει το ρόλο του αποστόλου και τον μανδύα του σταυροφόρου. 
Και καλούσαν,όπως και οι απόστολοι του Χριστού, όλα τα έθνη στην ανάσταση χωρίς καμμιά διάκριση. ’Ίσχυε γι’ αύτους το ευαγγελικό: 
«Όυκ ένι  Έλλην η Ιουδαίος, έλεύθερος η δούλος, πλούσιος η πένης».
 Όλοι ήταν άδελφοί στη δυστυχία και στην αναμενομένη εύδαιμονία.
 Ο αγώνας τους ήταν «για του Χριστού την πίστη την αγία, για της Πατρίδος τηω ελευθερία». 

Και μπορούσαν να πάρουν μέρος σ’ αύτόν με ίσα δικαιώματα και ίσες ύποχρεώσεις όλοι οι σκλάβοι, όλοι οι τυραννισμένοι και βασανισμένοι απ’ τους Τούρκους, όλοι,όσοι ποθούσαν ν’ αναπνεύσουν ελεύθερον αέρα και δεν δέχονταν να βαστούν άκόμη στη ράχη τους τον άτιμο, βάρβαρο και άλλόθρησκο τύραννο, που πεντακόσια χρόνια τους λήστευε, τους ρήμαζε, τους άτίμαζε, τους έσφαζε. 
Περίμεναν άλλοτε τη σωτηρία από την Ελλάδα με την ένδοξη Ιστορία και τα μεγάλα λόγια. 
Μα ο πόλεμος του 1897 πιστοποίησε την ανικανότητα και την γύμνια της. 
Απ’ άλλού πιά θα έρχόταν το φως. 
Το έφερναν το Κομιτάτο και οι κομιτατζήδες του.
 Είχαν πίσω τους και τη Βουλγαρία, τη Ρωσία, την Ευρώπη και αυτήν την 'Ελλάδα, που τους προμήθευε τα τουφέκια, γιατί ήξεραν να κάνουν καλά την δουλειά τους και δεν ήταν κοκορόμυαλοι, όπως οι Γραικοί...
Αξίζει να σημειωθή εδώ ότι τα έβαλαν και με τα κεντήματα των γυναικών και τα άσημένια νομίσματα, που κρέμασαν για στολίδι στο στήθος και τον λαιμό. 
Τα απαγόρεψαν «διά ροπάλου» και καποτε και «δια ρομφαίας»! Σε μερικές έκοψαν για τιμωρία τα μαλλιά, με την απειλή ότι θα έκοβαν και τον λαιμό, αν εξακολουθούσαν να τα φορούν. 

Ελεγαν οτι έχαναν πάρα πολύχρονο οι γυναίκες και χαλνούσαν τα μάτια τους με τα κεντήματα.
 Οι δικοί μας τους άπαντούσαν ότι τα κεντήματα, τα άσημένια νομίσματα και τ’ άλλα στολίδια τα είχαν κληρονομήσει από την ελληνική αρχαιότητα

Και ένας πρόσθετος λόγος που τα έλληνικά ανταρτικά σώματα μαζί με την ελευθερία επανέφεραν και τα κεντήματα, που εγιναν δεκτά με το μεγαλύτερο ενθουσιασμο από τον γυναικόκοσμο. 

Η επιτροπή του Μπουκόβου, ενός μεγάλου σλαβόφωνου μα ελληνικώτατου χωριού κοντά στο Μοναστήρι, θέσπισε το 1906 πάλι την απαγόρευση των κεντημάτων. 

Ξεσηκώθηκαν όμως σε επανάσταση όλες οι γυναίκες και υποχρέωσαν τον οπλαρχηγό Ιωάννη Καραβιτη ν ακύρωση την απόφαση της έπιτροπής. 
Απείλησαν οτι θα έκαναν άπεργία, δεν θα επλεναν, δεν θα μαγείρευαν, δεν θα σκέπαζαν «στις κρυψώνες» τους αντάρτες και θα κατέβαιναν στο Μοναστήρι όλες μαζί να διαμαρτυρηθούν στο Μητροπολίτη και στον Πρόξενο...
Σκότωναν οι κομιτατζήδες και από κανένα Τούρκο.
Πάντως τα θύματα, που έδωσαν οι «τύραννοι», οι «άπιστοι», τα «λυσσασμένα σκυλιά» οι Τούρκοι, ήσαν πολύ λιγώτερα από εκείνα των Ελλήνων, που ηταν επίσης υποδουλωμένοι και τυραννισμένοι. 

Το βεβαίωσεν και ο πίνακας που δημοσίευσε ο ΓΙάντο Κλιάσεφ. 
Αναφέρει δύο μόνο δολοφονίες Τούρκων και πολλές δωδεκάδες «Γραικομάνων». 
Φρόντιζαν όμως να εκλεγούν οι κομιτατζήδες τους μισητότερους Τούρκους. Και ήταν πολλοί. 
Στα σλαβόφωνα μέρη ο τουρκικός ζυγός ήταν βαρύτερος. 
Πολλοί Τούρκοι είχαν άποχαλινωθή και άποθρασυνθή.

Τον δρόμο τους τον είχε δείξει ο Κώττας, που είχε ξεκάμει πολλούς τυραννίσκους και γι’ αύτό είχε αποθεωθή απο τους χωρικούς.
Οι κομιτατζήδες φρόντιζαν και να εξαίρουν με την προπαγάνδα τουςκάθε μεγάλο κατόρθωμα.
Με πόση λαχτάρα και ένθουσιασμό μάθαμε μια μέρα στο Μοναστήρι, την άνοιξη, νομίζω, του 1902, οτι είχε σκοτωθή ο περιβόητος Σεφκή αγάς.

 Ήταν ύψηλόσωμος, με κοντό φέσι, μεγάλη φούντα και λαμπρό οπλοστάσιο στη μεση. 
Εκανε τον λαθρέμπορο καπνού, τον ενοικιαστή δεκάτης, τον άφοβο παλληκαρά. Είχε μερικούς φόνους στο ενεργητικό του. Χριστιανικές οικογένειες που έκαναν τον περίπατό τους στο Φαρδύ, είχαν δει πολλές φορές τα βραδυα τις Κυριακές και τις άλλες γιορτές να περνούν από κεί αυτός και άλλοι όμοιοι του ρεμπεσκεδες και να σηκώνουν αδιάκοπα στα πισινά πόδια τα περήφανα άτια τους !
Έγύριζε καβάλα μ’ εναν αντάξιο σύντροφό του απ τον κάμπο, όπου ποιος ξερει ποιά βρωμοδουλειά κυνηγούσαν. 
Ησαν πάνοπλοι,όπως πάντοτε,όταν κοντά στην πόλη σφαίρες από ένα χωράφι με βρίζα τους θέρισαν. 

Τα άφηνιασμένα άλογα έφεραν την είδηση στο Μοναστήρι. Όλος ο χριστιανικός πληθυσμός ηταν πρόθυμος οχι μόνον να χειροκροτήση μα και να αγκαλιαση και να φιλήση τους δολοφόνους.
 Πήγαμε μ’ άλλα παιδιά ν απολαυσουμε το θέαμα της κηδείας. 
Ενα άμέτρητο πλήθος Τούρκοι άκολουθουσαν βουβοί, βλοσυροί, άγριωποί τα δύο φέρετρα. 
Πολλοί φοβήθηκαν σφαγές. 
Ο Τούρκος γείτονας μας είπε εκείνο το βράδυότι μονάχα μαχαίρι σε μεγάλους και μικρούς γκιαούρηδες εννοείται—θα έβαζε τέλος σε παρόμοια «ανοσιουργήματα». 
Ο Σεφκή αντιπροσώπευε για τους Τούρκους την τουρκική λεβεντιά και παλληκαριά.

Πως λοιπον να μη θαυμαζουν και να μην εύλογούν τους κομιτατζήδες οι πολυβασανισμένοι αυτοί πληθυσμοί; 
 Έβλεπαν τώρα τους τρομερούς άλλοτε αγροφύλακες, τους δεκατιστές με το γύρω τους έσμό, τους σουμπάσηδες των τσιφλικιών και ολους εκείνους, που ήταν μάστιγα και κατάρα, να έχουν κατεβασμένη την ούρά και να μη τολμούν να ξεμυτίσουν απ’ την πόλη. 
Είχαν αναπνευσει και ελευθερωθή τα χωριά προτού καν τους έρθη η περιπόθητη «λευτεριά».
Οι μικροιδιοκτήτες, που άλλοτε όλο το καλοκαίρι καλοστρώνονταν στα χωρία και καταβρόχθιζαν κοτόπουλα, πίττες, αυγά και βούτυρα, ζητούσαν τώρα, όπως ο προφήτης τους, να έρθη το βουνό κοντά τους και αναζητούσαν τους κολλήγους στα χάνια και στα μπακάλικα της πολιτείας.

 Έπαιρναν ο,τι τους έδιναν και έκαναν μάλιστα και ευχαριστήριους τεμενάδες.
 Δεν ιους λήστευαν πια, οπως άλλοτε.
 Το ίδιο και οι ενοικιαστές δεκάτης και οι μπράβοι τους. 
Είχαν γίνει άκακα αρνιά.
 Αρκετοί Τούρκοι προτιμούσαν να τα φτιαξουν με τους κομιτατζήδες και τα όργανά τους και να τους εξυπηρετούν! 
Το Κομιτάτο απόδειξε από τα πρώτα του βήματα ότι ήξερε να κάνη πολύ καλα τη δουλειά του, να κτυπαη στο σταυρό το κακό και τους κακούς για να απαλλάξη από τα πολλά βάσανα τους χωρικούς.
Πραγματοποιούσε όσα ειχε υποσχεθή. 

Δεν χωρούσε καμιά αμφιβολία, ότι θα έδινε «σάρκα και οστά» στο μεγάλο όνειρο και θα έφερνε την ποθητή «λευτεριά». 
Εβλεπαν εξ άλλου τους θαυμάσιους αύτους προστάτες και προμαχους να πεθαίνουν σαν αληθινοί άνδρες στις συγκρούσεις με τον τούρκικο στρατό.
 Μπορούσαν να μη τους υμνούν, να μη τους εύλογούν, να μη τους προσκυνούν;
Βοήθησαν το Κομιτάτο απ’ την αρχή και μερικοί παράξενοι Ρώσοι.
 Είχαν έλθει στο Μοναστήρι κατά το 1900 κάπου 15-20 Ρώσοι να πουλήσουν δρεπάνια και άλλα μικρογεωργικά εργαλεία.
 Είχαν προκαλέσει και την δική μου απορία,όπως των μεγάλων. 
Είχαν οι περισσότεροι απεριποίητα γένια, φορούσαν λερωμένους σκούφους, τριμμένα ρούχα και ήταν χοντροκομμένοι και άσουλούπωτοι και περισσότερο μουζίκοι παρά έμποροι. 

Μπεκρολογούσαν στα χάνια και τα λαικά καπηλιά. Ποιος τους έστειλε; Αγοράζαμε τότε στο Μοναστήρι ζάχαρη ρωσική, γαλότσες ρωσικές, ,που ήταν οι καλύτερες, και άλλα είδη. Μα τα εφερναν οι έμποροι,όπως όλα τα έμπορεύματα. 
Γιατί έγινε εξαίρεση για τα παλιοδρεπάνια και κουβαλήθηκαν τόσοι απ’ τη μακρινή Ρωσία και μάλιστα ακατάλληλοι αντιπρόσωποι; 

Τι κέρδος μπορούσαν ν’ αφήσουν τα φτωχά και ταπεινά αυτά είδη;
Έμαθα αργότερα ότι στον Αετό, χωριό της περιοχής Αμυνταίου, μόλις έφυγαν οι παράξενοι δρεπανέμποροι, εκδηλώθηκε ο πρώτος βουλγαρικός πυρήνας και έφθασαν την άλλη μέρα δύο δάσκαλοι και μία δασκάλα, μορφωμένοι και καλοπληρωμένοι, για να ιδρύσουν βουλγαρικό σχολείο με πέντε παιδιά !

 Τα περισσότερα όπλα έρχονταν από την Ελλάδα.
Ο περιβόητος και απαίσιος αργότερα αρχικομιτατζής Τσακαλάρωφ οργάνωσε πρώτος την αγορά και την εισαγωγή. 
Τσέτα του Chekalarov

Ηξερε έλληνικά και αρβανίτικα και παρουσιαζόταν,όπως γράφει ο Κλιάσεφ, στην Αθήνα, στους άδελφούς Μαλτσινιώτη, που ήταν οι μεγαλύτεροι τότε έμποροι όπλων και φυσιγγιών, και σ’ άλλους, άλλοτε σαν αρβανίτης και άλλοτε σαν 'Έλληνας. '
Ένα τουφέκι γκρα στοίχιζε 16-18 δρχ. χρυσές. 
Γύριζαν στα χωριά και πουλούσαν όπλα,όπως γράφει πάλιν ο Κλιάσεφ, και Αλβανοί. 
Ζητούσαν όμως τριπλάσια τιμή. 
 Όπλα για εμπόριο έφερναν και οι γκέγκηδες τσελιγκάδες, που παραχείμαζαν στην Θεσσαλία. 
Έκανε όμως εμπόριο με τα όπλα και αύτό το Κομιτάτο. του στοίχιζε το καθένα ένα χρυσό περίπου εικοσόφραγκο και το χρέωνε στους χωρικούς προς 5 και 6 και συχνά και περισσότερα «ναπολεόνια». 

Εκλεβαν οι άνθρωποι του Κομιτάτου;
Δημιουργούσαν άποθέματα και κεφάλαια; 
Πολλές φορές τσέπωναν τα χρήματα και δεν έδιναν τίποτε. 
Αλλοτε παράδιναν ένα σκουριασμένο τουφέκι με 3 φυσίγγια. 
Και είχεν υποχρεωθή ο χωρικός να πουλήση και το ζευγάρι του !
 Έάν τυχόν παρεπονείτο και διεμαρτύρετο, του έλεγαν να κάμη λίγη υπομονή ! 
Πεντακόσια χρόνια ειχε βαστάξει τον τουρκικό ζυγό....
Δεν ήταν βέβαια εύκολη ούτε σίγουρη η μεταφορά των όπλων,όσο και αν ήταν κουτοί και τυφλοί οι Τούρκοι. Οι κίνδυνοι ήταν πολλοί,όπως σε κάθε άπαγορευμένο λαθρεμπόριο.

 Ο Κλιάσεφ γράφει ότι ένας θείος του περιφήμου Άρβανιτοβλάχου Βοεβόδα Μήτρου Βλάχου με δύο άλλους συγγενείς του Άρβανιτοβλάχους κουβαλούσαν με τα μουλάρια τους τουφέκια. Έπεσανόμως σε τουρκικά Aποσπάσματα. Άντιστάθηκαν με την Eλπίδα ότι θα μπορούσαν να τα γλυτώσουν και τα πλήρωσαν με την ζωή τους.
Μα τι σημασία είχαν 4-5 είκοσόφραγκα παραπάνω, όταν τα τουφέκια αυτά θα έφερναν την ελευθερία και η ελευθερία τον παράδεισο;
«Κάθε καλά πράγμα πληρώνεται ακριβά», έλεγε και μία παροιμία.
Δεν άργησε όμως να γίνη φανεράότι για το Κομιτάτο πολλοί ήσαν οι κλητοί, λίγοι όμως οι εκλεκτοί. 

Οι Βουλγαροσχισματικοί είχαν παντού την πρωτοκαθεδρία και οι βουλγαροδάσκαλοι κρατούσαν όλα τα πόστα. 
Μιλούσαν οι πράκτορες του Κομιτάτου για άδελφοσύνη και ισότητα όλων των χριστιανών, για μια Μακεδονία, στοργική μητέρα όλων των παιδιών της. 

Ωστόσο δεν έκρυβαν την απέχθεια και το μίσος τους για κάθε τι το ελληνικό και την λατρεία και το θαυμασμό τους για κάθε τι το βουλγαρικό

Έσταζε μέλι η γλώσσα τους,όταν ανάφερναν την Σόφια και την Βουλγαρία.
Το Πατριαρχείο ήταν φωλιά από οχιές και καλοθρεμμένους «καρακαζάνηδες», που δεν είχαν ιερό και όσιο, εκμεταλλεύονταν όλα και κοροίδευαν τις ευκολόπιστες γριούλες.

 Καιρός πια ήταν να ξυπνήση ο κοσμάκης και να τους καταλάβη. 
Χρησιμοποιούσαν εξ άλλου μία καθαρεύουσα βουλγαρική, που δεν την καταλάβαιναν πολύ συχνά οι χωρικοί
Στη βουλγαρική έγραφαν επίσης τα έγγραφα, τις διαταγές, τις προκηρύξεις.
Άκούστηκαν παράλληλα και φόνοι, άλλου περισσότεροι, άλλου λιγότεροι, παπάδων, δασκάλων, προκρίτων
Τους απελευθέρωναν από το βάρος της ζωής οι ελευθερωτές !

 Πολλές φήμες κυκλοφορούσαν. 
Αλλες, που είχαν την πηγή στα όργανα του Κομιτάτου, παρουσίαζαν τα θύματα σαν προδότες και τουρκολάτρες. 
Όσοι όμως τα ήξεραν, έτριβαν από άπορία τα μάτια και έκαναν το σταυρό τους. Ήταν και οι σκοτωμένοι καλοί Χριστιανοί. 
Όπως όλοι, μισούσαν τους Τούρκους και αγαπούσαν την λευτεριά περισσότερο από όλους. 
Κανένας δεν ήταν καλύτερός τους και από κανένα δεν ήταν χειρότεροι.
 Σε τι λοιπόν έφταιξαν; Πρόδωσαν; Μα ποιόν; Πότε; Πως;

Κατηγορούσαν για τουρκολάτρη και τον Κώττα, που είχε σκοτώσει τους περισσότερους Τούρκους ! 

Έγινε γρήγορα για πολλούς κοινό μυστικό οτι το Κομιτάτο φροντίζει να εξολοθρεύωνται τα πρόσωπα, που θεωρούσε αντίθετα στα κρυφά και σκοτεινά σχέδιά του.
Εκανεόμως μερικά διαλείμματα, σταματούσε τους φόνους, καποτε τους άποδοκίμαζε, και ξαναγύριζε δριμύτερο. 

Όπως τα σκωτσέζικα λουτρά: μία κρύο, μία ζεστό! 
Τα συνθήματα όμως της ελευθερίας, της αντιτουρκικής σταυροφορίας, του απελευθερωτικού αγώνα μεσουρανούσαν πάντοτε ! 

 Και γαλβάνιζαν τόσο τη νεολαία, πρόθυμη πάντα για αγώνες και ελευθερία, ώστε τα μονωμένα εγκλήματα, και τα μεγαλύτερα, να θεωρούνται απλά επεισόδια, να παραβλέπωνται και να λησμονούνται. 

Είναι εξ άλλου και η ομαδική δειλία πολύ μεγάλη. Σε μία ταραγμένη και φουρτουνιασμένη εποχή, όταν δεν ξέρη κανείς τι «τέξεται η επιούσα» και φροντίζη καθένας για το δικό του κεφάλι, ποιός έχει τον καιρό να σκεφτή τον «πλησίον»;
 Ό σώζων έαυτόν σωθήτω».
 Είναι το τυχερό του καθενός. 
Ήταν γραμμένο του κακομοίρη να την πάθη.
 Αυτά έχουν οι απελευθερωτικοί άγώνες. 
Λίγα έγιναν στη γαλλική επανάσταση;
 Πρέπει νάχη κανείς τα μάτια του τέσσερα...
Έκαμε ίσως και καμιά στραβοτιμονιά ο μακαρίτης... 
Μπορείς να το ξέρης;
 Ούτε στον αδελφό σου σήμερα δεν πρέπει να έχης εμπιστοσύνη...
Τον Μάιο του 1902 σ’ ένα γάμο στο Τύρνοβο δολοφονήθηκε από κομιτατζήδες ο μοναστηριώτης έμπορος και φεσοπώλης Τάκης Τσόνας.
 Είπαν μάλιστα ότι οι δολοφόνοι ήταν δικοί μας τυρνοβίτες η μεγαροβίτες, που είχαν παρασυρθή στην αρχή από τα συνθήματα του Κομιτάτου. 'Ο μακαρίτης Τσόνας ήταν ένας εξαίρετος πατριώτης, που είχε καταλάβει από νωρίς τα σχέδια του Κομιτάτου και δεν έπαυε να τα καταγγέλνη.
 Ωστόσο τα περισσότερα παιδιά του γυμνασίου καταχειροκρότησαν τη δολοφονία χαρούμενα και Ενθουσιασμένα...
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε στα χωριά μας και 40 χρόνια αργότερα, στην εποχή του Ε.Α.Μ., του Ε.Λ.Α.Σ. και της κατοχής.
'Ο σχοινέμπορος και ενοικιαστής ενός καταστήματος μας Σούντας έλεγε για το μονάκριβο γιό του, που είχε παρασυρθή στις τάξεις των κομιτατζήδων και έπεσε σε μία σύγκρουση με τουρκικό απόσπασμα: 
«Πάει το παιδί μου, πάει. Γιά το σταυρό... Γιά το Χριστό... Χάθηκε για τη λευτεριά μας..».
 Είχε δακρυσμένα τα μάτια, μα και δεν έκρυβε την περηφάνεια του. 

Ακόμα και ένας κρητικός, ο Γερ. Σειμένης, που είχε έρθει στη Μακεδονία με άλλους 9 Σφακιανούς να ένισχύση τον καπετάν Βαγγέλη στο πόλεμο κατά των κομιτατζήδων, λιποτάκτησε και πήγε με τους κομιτατζήδες, που σ’ άμοιβή τον κομμάτιασαν,όπως βεβαίωσε ο πατριώτης του οπλαρχηγός Θύμιος Καούδης. 
Ήξερε από την Κρήτη τον πόλεμο κατά των Τούρκων και τα αντιτουρκικά και ελευθερωτικά κηρύγματα των κομιτατζήδων τον ξεγέλασαν και τον παρέσυραν...
Οι κομιτατζήδες εξακολουθούσαν να κρατούν στο ένα χέρι το σταυρό και στο άλλο το Εύαγγέλιο και να σκεπάζουν με αυτά την κάμα...
Τα θύματα ήταν άλλού περισσότερα, αλλού λιγωτερα. 
Στην περιοχή Μοναστηριού δεν ήταν τότε πολλά κρούσματα. 

Αργότερα, ιδίως από τον Ιανουάριο του 1904, εξαπολύθηκαν και εκεί άγριοι, ασυγκράτητοι, αμείλικτοι οι κομιτατζήδες εναντίον του Ελληνισμού

Με είχαν βεβαιώσει οτι στην Άνω Βροντού των Σερρών κατακρεουργήθηκαν μαζί με τις γυναίκες τους και οι εξι γιοι ενός παπά. 

Dedo Kole Dobrovenski
 дедо Кольо Добровенски
(;-1904)
'Ωστόσο ύπήρχαν και βοεβόδες αγαθοί, αγράμματοι και αφελείς χωρικοί,όπως ο Τόλα πασάς και ο Ντέντο Κόλες (Γέρο-Κόλες), στα κράσπεδα του Μορίχοβου, που δεν μπορούσαν ούτε και να φανταστούν οτι θα έφταναν στο σημείο να εξαναγκαζουν με το μαχαίρι χριστιανούς να γίνουν
Βούλγαροι. 

Αυτούς φρόντισε η ηγεσία του Κομιτάτου να τους εξόντωση μέσου του τουρκικού στρατού.

 Αδιάλλακτοι,
αδυσώπητοι, 
απαίσιοι 
ήταν οι μορφωμένοι, 
οι τροφιμοι των βουλγαρικών γυμνασίων-οικοτροφείων. 

Όπως τα Χριστιανόπαιδα του παιδομαζώματος 
εξελίσσονταν στους ορτάδες
 και στα άλλα ιδρύματα
 σε φοβερούς Γενιτσάρους, 
έτσι και τα φτωχά χωριατόπουλά 
διαπαιδαγωγήθηκαν στα γυμνάσια-οικοτροφεία ετσι, 
ώστε να γίνουν φανατιτικοι απόστολοι του βουλγαρισμού,
 ικανοί να σφάξουν όλους τους μη Βουλγάρους. 

Άσβεστο ήταν το μίσος τους
 ιδιαίτερα εναντίον των Γραικομάνων
εκείνων δηλαδή που μιλούσαν το τοπικό σλαβικό ιδίωμα,
 εννοούσαν όμως να παραμείνουν,
όπως και οι προγονοί τους, 'Έλληνες. 

Αυτών θεωρούσαν σαν προσωπική τους προσβολή και αυτή την ύπαρξη οι νέοι Γενίτσαροι. 

Αφού η διδαχή δεν μπορούσε να τους φέρη σε θεογνωσία και να τους πείση ότι ήταν γνήσιοι, καθαρόαιμοι Βούλγαροι, έπρεπε ν’ άναλάβη τον διαφωτιστικό ρόλο η... κάμα!
Και εγιναν οι μαχαιροφόροι, απόστολοι της βουλγαρικής αλήθειας, του βουλγαρικού ευαγγελίου.
 
Ο Vasil Hristov Chekalarov και ο Panto Klijatsev.

Στην περιφέρεια Καστοριάς διαπράχτηκαν εύθύς εξ αρχής, καθώς φαίνεται, πολλά εγκλήματα. 
Εδρασαν εκεί βουλγαροδιδάσκαλοι, 
αρχικομιτατζήδες,
 όπως οι 
Πάντο Κλιάσεφ, 
Λάζο Ποπτράικωφ
Κούζο Στέφωφ, 
Νοσκωφ, 
Σελιάνεφ, 
Ρόζεν και πάνω απ’ όλους ο ελληνομαθής και πιθανώτατα βλάχικης καταγωγής 
Τσακαλάρωφ.
Χωρίς τα απομνημονευματα όμως του Πάντο Κλιάσεφ είναι ζήτημα αν θα ξέραμε πολλά πράγματα και για την περιοχή Καστοριάς.
 Είναι πολύτιμα ιστορικά ντοκουμέντα τα απομνημονεύματα αuτά. 
Εκδόθηκαν το 1925 στη Σόφια από το βουλγαρικό Ινστιτούτο, φέρνουν δηλαδή όλα τα έχέγγυα και τη σφραγίδα της σοβαρότητας και της άκρίβειας.

 Ήταν και ο ίδιος αρχικομιτατζης και άμεσος δράστης πολλών από τα κακουργήματα.
Τσέτα του Panto Klijatsev (Панталей Янаков Наков)
Εξοντώθηκε το 1907 με τη 15μελή συμμορία του από τουρκικό απόσπασμα.
Ο Δ. Μίλετιτς, που προλöoγιζε το βιβλίο, γράφει ότι του εκαμνε εντύπωση η καλή και συμπαθητική εμφάνιση του Κλιάσεφ. 
Panto Klijatsev
(Панталей Янаков Наков)
(1882-1907)

Ήταν, λέγει, ένας λεπτός και μελαγχολικός νεος με γλυκεία φυσιογνωμία.
 Απορεί πως εκαμε τόσες σκληρότητες, που και ο ίδιος ομολογεί. 
Μα τις έκανε για τον αγώνα.
Το μεγάλο και ασυγχώρητο αμάρτημά τους!
 Ήταν Γραικομάνοι.

Δεν τους κατηγορούν καν για προδότες. 
Ούτε είχαν κάμει εξ άλλου την εμφάνιση τους οι κομιτατζήδες εως τότε στην περιφέρεια Καστοριάς, για να υπάρχουν και «προδότες».

 Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς ο Αθανάσιος Κωνσταντίνου, κάτοικος και Έλληναπόστολος Σιδηροχωρίου, ενώ έστεκε στο παράθυρο συγγενικού του σπιτιού, όπου γινόταν γάμος, δέχθηκε σφαίρες, που τον άφησαν στο τόπο νεκρό. 
Τις έρριξε ο τρομοκράτης» Κόλα Βισίνσκη κατά διαταγή του Κομιτάτου, για να ριζώση η βουλγαρική οργάνωση στο χωριό.
Ήταν ο Κωνσταντίνου... Βούλγαρος, μα φανατικός Γραικομάνος. 

Ούτε αυτός κατηγορήθηκε για προδότης, άφού κομιτατζήδες δεν υπήρχαν. 

'Ηταν εμπόδιο στο ριζοβόλημα και την εξάπλωση του Κομιτάτου και του Βουλγαρισμού και γι’ αύτό νωρίς ξεκαθαρίστηκε... 
Αρχηγός τότε του Κομιτάτου στην περιοχή Καστοριάς ήταν ο βουλγαρόπαπας, που καθαιρέθηκε σε λίγο απ’ τον Βούλγαρο Μητροπολίτη για κάποια μεγάλη βρωμοδουλειά. 

Ενας παπάς λοιπόν, ένας καθηγητής, ο ΙΊοπτράικωφ, ένας μαθητής γυνμασίου, ο Γόζεν και άλλος ενας, επίσης μαθητής, ο Βισίνσκη, συνεργάσθηκαν αδελφικά και φιλοτέχνησαν τους φόνους των τριών χριστιανών, που δεν έφταιξαν σε τίποτε !
Ο Πάντο Κλιάσεφ ήταν φτωχόπαιδο από την Κρυσταλλοπηγή (Σμαρδέσι).
 Τον πήραν οι Βούλγαροι και τον έβαλαν στο οικοτροφείο και το ημιγυμνάσιο Καστοριάς, που το είχαν ιδρύσει γι’ αθτόν άκριβώς τον σκοπό:
 να περιμαζεύη φτωχά και ορφανά παιδιά απ’ τα χωριά, να τα τρέφη, να τα ντύνη, να τα μορφώνη ολότελα δωρεάν και να τα μεταμορφώνη σε φανατικούς Βουλγάρους και δολοφόνους.

 Φοίτησε και στο γυμνάσιο-οίκοτροφείο Θεσσαλονίκης. 
Την τελευταία τάξη του γυμνασίου την πέρασε στο Μοναστήρι. 
Το 1899 διορίστηκε βουλγαροδιδάσκαλος στη γενέτειρά του Κρυσταλλοπηγή, «όπου υπήρχαν πολλοί και φανατικοί Γραικομάνοι». 

Το μισθό του πλήρωνε η Εξαρχία με χρήματα του βουλγαρικού Κράτους.
Γιά τον Ποπτράικωφ λέγει ότι αποβλήθηκε απ’ το γυμνάσιο Θεσσαλονίκης για κάποια άταξία. 
Εφυγε στη Σόφια και κατάφερε να προκαλέση διαταγή να τον ξαναδεχτούν.
 Ο βουλγαρικός προύπολογισμός συντηρούσε το γυμνάσιο και το οικοτροφείο Θεσσαλονίκης,όπως και όλα τα άλλα.

 'Ο καθηγητικός σύλλογος τον δέχθηκε στο γυμνάσιο, έπειδή όμως θεωρήθηκε επικίνδυνος στο οικοτροφείο, του εδωσε 12 λίρες να κοιτάξη να τα βγάλη πέρα με αύτές σε κάποιο δωμάτιο με μικρό ενοίκιο.

 Ειχε σιδερένια θέληση, λέγει ο Κλιάσεφ, και ήταν και ποιητής.

 Διορίστηκε και αυτός το 1899 δάσκαλος στο χωριό του το Δεμπένι (Δενδροχώρι), που μαζί με ένα άλλο ήταν τα μόνα στην επαρχία Καστοριάς, που είχαν,όπως λέγει ο Κλιάσεφ, Βουλγαρική πλειοψηφία.

 Όλα τ’ άλλα ήταν ελληνικά και γραικομάνικα.
'Ο Ποπτράικωφ δεν περιόρισε την δράση του μόνο στο χωριό του. Με τον συνάδελφό του Χρήστωφ και συχνότερα με μια βουλγαροδασκάλα — το τερπνόν μετά του ωφελίμου — γύριζε στα χωριά και προπαγάνδιζε για Χριστό, σταυρό, ένωση των υποδούλων και ελευθερία, σύμφωνα με το καλό παράδειγμα, που είχε δώσει ο ίδιος με την απελευθέρωση απ’ τα βάσανα της ζωής των δύο άμοιρων νοικοκυραίων της Βασιλειάδας.... 

Φρόντιζε επίσης να μυήση και να παρασύρη στο Κομιτάτο και «Γραικομάνους», που αποτελούσαν τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού και χωρίς αύτους τίποτε δεν μπορούσε να γίνη,όπως γράφει πάντοτε ο Κλιάσεφ.
Σε μια απ’ τις περιοδείες του τον έπιασαν Τούρκοι χωροφύλακες, που είδαν το περίστροφό του. 
Στους γκιαούρηδες απαγορευόταν κάθε είδους όπλου. 
Έκτος απ’ το περίστροφο βρήκαν πάνω του και μία σφραγίδα του Κομιτάτου και κατάλογον έμπιστων, στοιχεία δηλ. ικανά να τον στείλουν μαζί με άλλους για πάντα στο Φεζάν της Αφρικανικής Τριπολίτιδας. 

Με λίγες όμως λίρες η σφραγίδα και ο κατάλογος εξαφανίστηκαν και ο Ποπτράικωφ γύρισε ελεύθερος στη σχολική και στην κομιτατζίδικη δουλειά του.
Σε λίγο διορίστηκε αρχηγός του Κομιτάτου σ’ όλη την επαρχία Καστοριάς και εξακολούθησε με μεγαλύτερο ζήλο την προπαγανδιστική και επαναστατική του δράση. 
Δωδεκάδες ήσαν τα καινούργια θύματα. 
'Ο Ποπτράικωφ έδινε τη διαταγή ή την έγκριση.
'Ο Κούζο Στέφωφ, που ορκίστηκε βουλγαροδάσκαλος, σκότωσε με τον άγριοτερο τρόπο στη πλατεία της Βασιλειάδας τον «μεγάλο στυλοβάτη του Ελληνισμού» Καραμάνο, το 1901.
Ο Βούλγαρος Υπ/κος από
το ΚΟΤΕΛ
Μάρκο Λέρινσκι
Марко Лерински
Марко войвода
Георги Иванов Гюров
(1862-1902)
Τον Σεπτέμβριο του 1900 πυροβόλησαν πισώπλατα και τραυμάτισαν τον Κώττα, που είχαν εξυμνήσει και ονομάσει μεγάλο δάσκαλο και καθοδηγητή τους.
Το 1901 ο Μάρκωφ κατακρεούργησε τον εφημέριο Πολυποτάμου (Νερέτη) της Φλώρινας Παπακωνσταντίνου και τον έφημέριο Άσπρογείων (Στρέμπενο) Παπαδημητρίου.
Ο Παπακωνσταντίνου είχε πάνω του 80 λίρες του χωρίου για να πληρώση τον Ίούρκο ένοικιαστή του φόρου της δεκάτης. 
Εκαμαν φτερά... 
Ο Μάρκωφ είχε πάρει διαταγή να εκτελέση και τον γιο του Παπακωνσταντίνου, που είχε χειροτονηθή αντικαταστάτης του,όπως γράφει ο Λάκης Πίρζας στα απομνημονεύματά του.
Η συμμορία του Πετρώφ σκότωσε τον Πέτρο Σόπη, φανατικό     «φιλέλληνα» απ’ το Κοντόροπι και του Γκοράνωφ τον Τραιανό Μάλιο απ’ την 'Ιεροπηγή, 
ο Τσακάλωφ τον πρόκριτο Δενδροχωρίου Βασίλειο Τσιμάνη. 
Ο γιος του Τσιμάνη ξέκαμε ένα κομιτατζή και έφυγε στην Αμερική. 

Οι Τσακαλάρωφ και Μήτρος Βλάχος έσφαξαν τον Στογιάννη Κεσίνη, απ’ την Κώττα (Ρούλια), έμπιστο του Κώττα, που τον έκρυψε και νοσήλεψε,όταν είχε τραυματιστή δολοφονικά απ’ τους κομιτατζήδες. 

Τον γιο του Κεσίνη ξέκαμε επίσης συμμορίτης απεσταλμένος του μεγάλου αρχηγού Ντέλτσεφ, που τόσο τιμούν στα Σκόπια. 

Οι Τσακαλάρωφ και Κλιάσεφ εξαφάνισαν τον εφημέριο Χαλάρας (Ποσδίβιστας) Γίαπαηλία και τον πρόκριτο Γεώργιο Γιάμτση. 
Τους καταλόγιζαν ότι άνήκαν σε μυστικό Ελληνικό Κομιτάτο. 
Τότε όμως υπήρχε μονάχα η οργάνωση του Κώττα. 
Αλλά και αν βρισκόταν σε δράση κάποιο μυστικό Ελληνικό Κομιτάτο και ανήκαν σ’ αύτό τα δύο θύματα, ποιο ήταν το εγκλημά τους;
 Δεν πολεμούσε μήπως κι’ αύτό τους Τούρκους; 
Και αν δεν τους πολεμούσε, μα τους... αγαπούσε, γιατί να ηταν μυστικό; 
Η άλήθεια ήτα νότι τους ξέκαμαν, γιατί ήταν και αυτοί «Γραικομάνοι».

Οι Τσακαλάρωφ και Μητροβλάχος σκότωσαν τον Λάζαρο Κόλια απ’ το Μακροχώρι καθώς και τρεις γυναίκες απ’ το ίδιο χωριό. 
Τσέτα του Mitre Vlacha  Митре  Влаха

Τις έσφαξε ο Τσακαλάρωφ με τα χέρια του με τρόπο, που έκαμε να φρίξη ο παλιός Άρβανιτόβλαχος ληστής Μήτρος Βλάχος.
Στην Κρυσταλλοπηγή ο Κλιάσεφ πυροβόλησε δυο φορές τον «μεγάλο Γραικομάνο» Λάζο Κύρτση• τον αποτελείωσε ο Τσακαλάρωφ.

 Ο Κύρτσης ήταν ένας λαμπρός νοικοκύρης και οικογενειάρχης, που έκτιμούσε ολος ο κόσμος. 
Ο φόνος του προκάλεσε γενική άγανάκτηση. 
Οι χωρικοί αγρίεψαν και δημιούργησαν οχλοκρατική εξέγερση και αντίσταση κατά του Κομιτάτου.
Ξεσηκώθηκε, δηλαδή, ο κοσμάκης. 
'Ολάκερα χωριά τους αποκήρυξαν και τους έκλεισαν τις πόρτες.
 Πήγαν' οι Κλιάσεφ, Τσακαλάρωφ και Μοσκώφ στον απόσκεπο, μα έμειναν νηστικοί, γιατί κανείς δεν τους δέχτηκε ούτε τους έδωσε τροφή. 
Είχαν περιπέσει σε δύσκολη κατάσταση. 
Μόνον το Δέμπενι εξακολουθούσε να τους περιθάλπη. 
Η Επιτροπή του Κομιτάτου Μοναστηριού τους σύστησε να ζητήσουν καταφύγιο στην... Ελλάδα. 

Αν επεμβαίναμε τότε αποφασιστικά, θα είχε γλυτώσει όλη η περιοχή απ’ την κομιτατζίδικη μάστιγα.
Το μαρτυρολογίο συνεχίστηκε ατελείωτο ακόμη και στις ένδοξες μέρες του περιβόητου κινήματος του Ήλιντεν. 

'Ο Κλιάσεφ πάλι μας δίνει όλες τις σχετικές πληροφορίες.

 Στο Ζελίνι σκότωσαν το 1902 τον «Γραικομάνο» Βασίλη με τον άνηψιό του και την κόρη του, και στο Βατοχώρι, στην άκμή του Ήλιντεν, έσφαξαν, κρέμασαν, έκαψαν!
Τσακαλάρωφ πετάχθηκε και στα Καστανοχώρια, που ήταν όλα «Γραικομάνικα»,όπως αναγράφει ο Κλιάσεφ, να τα διαφώτιση με τον γνωστό δικό του τρόπο.
Στο μεταξύ Τσακαλάρωφ, Κλιάσεφ και σία κατόρθωσαν να επιτύχουν «ειρήνευση» και συμφιλίωση με τους «Γραικομάνους». 
Πως έγινε το θαύμα, δεν μας εξηγεί ο Κλιάσεφ
Αναγράφειόμως το αποτέλεσμα. 

Πολλά χωριά, που τα κατονομάζει, πήγαν και δήλωσαν στην τουρκική αρχή ότι έπρεπε να λογαριάζονται στο εξης «Μπουλγκάρ» και οχι Όύρούμ» (Έλληνες)! '

Η τρομοκρατία έφερε τους άγλαούς καρπούς της.
Ο Dakin αναγράφει αύτά τα χωριά, όπως και άλλα στην περιφέρεια Καρατζοβας, που τοτε είχαν επίσης προσχωρήσει στο βουλγαρικό Σχίσμα για τους ίδιους λογους: την «ειρήνευση και συμφιλίωση»....

Οι Μπράγκωφ και Ντραγάνωφ διαμαρτύρονται, γιατί πολλά χωριά σ’ όλη τη Μακεδονία που ζήτησαν το 1904 ν’ αναγνωρισθούν σαν βουλγαρικά, βρήκαν την άρνηση των τουρκικών αρχών.

 Έμειναν άκαρπες και οι διαμαρτυρίες στον Χιλμή πασά, τους Αύστρορώσους «πράκτορες» και τους άλλους, απο άκρατο, φαίνεται, φιλελληνισμό Τούρκων και ξένων. 

Παραλείπουν όμως να πληροφορήσουν πως τόσα χωριά είδαν ταυτόχρονα το φως το άληθινό και ανακάλυψαν ξαφνικά την πραγματικήν εθνικότητά τους... 

Έπεφοίτησε το "Αγιον Πνεύμα η η μάχαιρα των κομιτατζήδων;
Εξυμνείται από την «Εποποιία» του ’Ήλιντεν (Ήλιντέσκα Έποπεία) των Σκοπιών και ο Λάζο Ποπτράικωφ σαν μεγάλος «Μακεδόνας ήρωας», «Μακεδόνας άγωνιστής», «Μακεδόνας ποιητής»
και αναθεματίζεται ο Κώττας σαν ληστής, δολοφόνος, προδότης κλπ. 

Αντί του Κώττα επιασαν τον Ποπτράικωφ στη Χαλάρα,όπου είχε διατάξει την σφαγή του Παπαηλία και του Πάμτση, και τον εξαφάνισαν στην ίδια θέση,όπου και εκείνοι είχαν βρη το θάνατο. 

Μα εάν είναι γνήσιος και καθαρόαιμος «Μακεδόνας»
 ένας Βούλγαρος καθηγητής, 
που πληρώθηκε απ τη Σόφια
 και μορφώθηκε σε ιδρύματα συντηρούμενα απ’ τη Σόφια, 
που σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια
 δύο χωρικούς νοικοκυραίους, 
γιατί δεν ήθελαν να γίνουν Βούλγαροι,
 ποιοί τότε δεν είναι «Μακεδόνες»; 
Και τα θύματά του ήταν άραγε Κινέζοι;

 Δεν ήταν λιγα τα θύματα και σ’ άλλα διαμερίσματα της Μακεδονίας.
 Δεν έχομε γι’ αύτά απομνημονεύματα,όπως του Κλιάσεφ, υπάρχουνόμως σχετικές στατιστικές. 
 Σύμφωνα με αυτές θα σκοτώθηκαν απ’ τους κομιτατζήδες με τον φρικτότερο συχνά τρόπο 
Ελληνες Μακεδόνες 
187 το 1898-1900, άλλοι 
283 το 1900-1903, αλλοι 
285 το 1904 και όχι λιγότεροι απ’ τους
365 το 1905. 

Τους ίδιους άριθμούς δίνει και η Στρατιωτική Εγκυκλοπαίδεια, εκτός από πολλά άλλα βιβλία.
 Διευκρινίζει μάλισταότι στο σαντζάκι Σερρών δολοφονήθηκαν από το 1898 εως το 1900 
17  Ελληνες, από τους οποίους οι 9 ήταν επιστήμονες.
Απ’ τα πρώτα θύματα στον Καζα Σερρών ήταν ο Κομπόκης. 
Απ’ τις εκθεσεις του τοτε προξένου Σερρών Σαχτούρη μαθαίνομεότι η οικογένεια αυτή έδωσε διαδοχικά έπτά θύματα! 
Ξεκληρίστηκε....
Κυκλοφορησε το 1907 στο Παρίσι, γαλλικά, ένα τεύχος, που περιείχε με κάθε λεπτομέρεια ονοματεπώνυμα, κατοικία και έπαγγελμα των 'Ελλήνων, που είχαν σφαγιαστη εως τότε απ’ τους κομιτατζήδες, καθώς και την ακριβή ημερομηνία του σφαγιασμού. 

Είναι 40 μεγάλες και πυκνοτυπωμένες σελίδες με 1.500 περίπου συνολικά ονόματα. 
Μία «Χρυσή Βίβλος», γραμμένη με αίμα.
Φανήκαμε ομως παλι ανίκανοι να αξιοποιησωμε,όσο έπρεπε, το αίμα αύτό που χύθηκε.
Οι Σέρβοι επίσης υπολόγισαν ότι από το 1898 εως το 1900 δολοφονήθηκαν από Βουλγάρους στο Βιλαέτι Μοναστηριού 195 Ελληνες και Σέρβοι και στο Βιλαέτι Σκοπίων (Κόσοβο) 193 Σέρβοι και "Ελληνες. 

Καθρέπτης των βουλγαρικών άθλων είναι και η σειρά των «Κυανών Βίβλων», που έκδίδονταν τοτε απο το αγγλικό Υπουργείο των Εξωτερικών και περιείχαν εκθέσεις πολλών προξένων και πρεσβευτών. 

Γράφει τον Απρίλιο του 1902 ο  Αγγλος γενικός πρόξενος Θεσσαλονίκης Σερ Μπιλιώτι: 

Το Κομιτάτο εγκατέστησε αληθινή τρομοκρατία σε βάρος των Χριστιανών. 
Ξανάρχισε τις δολοφονίες Χριστιανών μη Βουλγάρων — δηλ. Ελλήνων, αφού δεν υπήρχαν άλλοι στην περιοχή Θεσσαλονίκης. 
Τον 'Οκτώβριο ξαναγράφει: 
«Βρέθηκαν σε σκοτωμένους κομιτατζήδες μεγάλοι κατάλογοι προγραφής Χριστιανών» — και πάλι δηλαδή Ελλήνων. 

Κατά τον Δεκέμβριο: «Σιγά-σιγά εξαφανίζονται εκείνοι, που μένουνπιστοί στο Ελληνικό Πατριαρχείο και την Ελληνική ιδέα». 

Σ’ αυτήν επομένους την κατηγορία ανήκαν και όλοι εκείνοι, που ονομάζονταν γενικά «Χριστιανοί».
 Και δεν είναι δυνατόν να χαρακτηριστή έχθρός των Βουλγάρων ο Σερ Μπιλιώτι. 

Όταν σε λίγο εφευγε απ’ τη Θεσσαλονίκη, πήγε βουλγαρική έπιτροπή να τον αποχαιρετήση και με δάκρυα στα μάτια να τον εύχαριστήση.
Ο "Αγγλος πρόξενος Μοναστηριού Μακ Γκρέγκορυ έγραψε επίσης: 

«Ο Τσακαλάρωφ δήλωσε στο Γαβρέσι (Γάβρο) της Καστοριάς 
ότι η ζωή ένός κομιτατζή άξιζε περισσότερο απ’ τη ζωή 500 χωρικών»—
εννοούσε «Γραικομάνων». 

Αναφέρει και το εξής χαρακτηριστικό: 

'Ο βοεβόδας Άρσώφ πήρε σκλάβο στο Περιστέρι τον έφορο του ελληνικού σχολείου της βλαχόφωνης Μηλόβιστας Γάκη Μούλα και ζήτησε 1.200 λίρες (χρυσές), για να τον άπελευθερώση. 

Τα λύτρα μετρήθηκαν απ’ τον μουχτάρη του χωριού Σπύρο Τίρχα.
 Ο αιχμάλωτος όμως δεν γύρισε στο χωριό του,  θα παραχώθηκε σε καμιά ρεμματιά στο Περιστέρι...

Ο Αγγλος πρεσβευτής στη Σόφια Μπουχάναν, που πήγε να διαμαρτυρηθή στο Βούλγαρο πρωθυπουργό για τα κομιτατζήδικα εγκλήματα στη Μακεδονία το 1902, τηλεγράφησε στο Φόρειν Όφφις:

«Ο Εξοχώτατος πρωθυπουργός απέδιδε στους  Ελληνες και στους Πατριαρχικούς τα τρομοκρατικά συστήματα, που εφαρμόζουν, αν δεν κάνω λάθος, μόνον οι Βούλγαροι».

Και ο Ρώσος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη Ζηνόβιεφ έγραψε το 1901: 
«Σκοποί τίμιοι δεν μπορούσαν να εξυπηρετηθούν με τα άτιμα μέσα των άνθρώπων του Κομιτάτου».
Οι άνθρωποι όμως του Κομιτάτου υπήρξαν σκληροί και άμείλικτοι και προς συναδέλφους, που άνήκαν σε άλλο βουλγαρικό επίσημο Κομιτάτο... 
Γιατί σημειώθηκε το παράξενο να χωριστή το Κομιτάτο, μόλις γεννήθηκε, σε δύο στρατόπεδα αντίθετα και αντίπαλα.
 Δεν τα διέκριναν ιδεολογικές διαφορές. 
Και τα δύο συμφωνούσαν οτι ο Ελληνισμός ήταν έχθρός τόσο επικίνδυνος,όσο και οι Τούρκοι. 

Προσωπικά ζητήματα, ατομικές φιλοδοξίες, αντιζηλίες και πάθη δημιούργησαν και έθρεψαν το διχασμό.

Ο Κλιάσεφ αναφέρειότι ήδη το 1898 και 1899 στα γυμνάσια-οίκοτροφεία Μοναστηριού και Θεσσαλονίκης δάσκαλοι και μαθητές ήσαν χωρισμένοι σε δύο μερίδες, που αλληλούποβλέπονταν, αλληλούπομονεύονταν και άλληλομισούνταν: 
Σφραγίδα Κεντρικής Επιτροπής
ΒΜΟΡΟ
Σφραγίδα Βερχόβεν
ΒΜΟΚ SMAC

στους οπαδούς της Β.Μ.Ρ.Ο. η Σάντραλιστ 
και 
στους οπαδούς του στρατηγού Τσόντσεφ η Βέρχοβιστ. 

Περισσότεροι ήταν οι πρώτοι. 
Το χάσμα των δύο Κομιτάτων ολοένα πλάταινε και μεγάλωνε. 
Γρήγορα η μία παράταξη μίσησε την άλλη περισσότερο και από τους Τούρκους...
Πως μπορούσαν οι Βούλγαροι με αυτές τις συνθήκες ν’ αρχίσουν πόλεμο εναντίον Τούρκων, Ελλήνων και Σέρβων και να τον βαστάξουν τόσα χρόνια, είναι πραγματικά μυστήριο ανεξιχνίαστο.

Για αλληλουποστήριξη και αλληλοβοήθεια των δύο άντιθέτων Κομιτάτων ούτε λόγος μπορούσε να γίνη. 
Θα προτιμούσε να βγάλη το ένα τα μάτια του άλλου.
Οι Βέρχοβιστ αποφάσισαν να κηρύξουν την επανάσταση τον Σεπτέμβριο του 1902 με την εύκαιρία των εορτών για τα εικοσιπεντάχρονα της Σίπκα —όπου έγινε μεγάλη ρωσοτουρκική μάχη το 1877. 

Θα ερχόταν απ’ τη Ρωσία και ο μεγάλος στρατηγός και διπλωμάτης Ιγνάτιεφ, ο εμπνευστής της συνθήκης του 'Αγίου Στεφάνου, που δημιούργησε μεγάλη Βουλγαρία και ένας απ’ τους δημιουργούς του ρωσοτουρκικού πολέμου. 

Graf Nikolai Pawlowitsch Ignatjew
Граф Николай Павлович Игнатиев
(1832-1908)
Πραγματικά ήρθε και από ένα μπαλκόνι μίλησε στη Σόφια. 

Είπε στους Βουλγάρους ότι έπρεπε από γενιά σε γενιά να μη λησμονήσουν ποτέ τη Συνθήκη του 'Αγίου Στεφάνου.

Τους σύστησε όμως και υπομονή.
Μα οι Βέρχοβιστ δεν είχαν καθόλου θπομονή. 

Είχαν φυλακιστή απ’ τη βουλγαρική κυβέρνηση ο αρχηγός στρατηγός Τσόντσεφ, ο έφεδρος αντισυνταγματάρχης Γιαγκώφ και άλλοι, σε «ανοικτές»όμως «φυλακές»,όπως γράφει ο Dakin.

Ηταν ευνοούμενοι του ηγεμόνα Φερδινάνδου και της αύλής του.

Ο συνταγματάρχης Νικολώφ μπήκε με 250 άνδρες στην περιφέρεια Τζουμαγιάς, 
ο Κόντσο με 170 άνδρες στην περιοχή Πετρίτς και 
ο πρώην ληστής  Αλέξης με 70 άνδρες στο Μπέλες και τα Πορόια.

 Κατά τον Άγγλο πρόξενο της Φιλιππούπολης το σχέδιό τους ήταν,όπως άναφέρει ο Dakin, να πιάσουν την κοιλάδα του Στρυμόνα και το Νευροκόπι και να απομονώσουν το Ράζλοκ. 

Σκότωσαν 10 χωροφύλακες, συνοδούς Τούρκου δημοσίου είσπράκτορα, και έκαψαν ένα μικρό τουρκικό χωριό. 

Απ’ τα 69όμως χριστιανικά χωριά της περιοχής Τζουμαγιάς-Μελένοικου μόνον 19 κινήθηκαν και αυτά με το ζόρι και απ’ το φόβο των τουρκικών άντεκδικήσεων.
 Οι κάτοικοί τους βγήκαν στα βουνά και απ’ εκεί έφυγαν στη Βουλγαρία.
 
Η τσέτα του General  Ivan Tsonchev (Иван Цончев)
'Ο στρατηγός Τσόντσεφ δήλωσε: «Ρίχτηκε ο κύβος». 

Η εφημερίδα του Ρεφόρμ έγραψεν ότι είχε κηρυχτή επανάσταση σε 12 επαρχιες. 
Η άλλη όμως του Σαράφωφ, άπαντούσε ότι δεν έγινε πουθενά τίποτε !

Πως τώρα τόσο μεγάλες συμμορίες και ολόκληρος πληθυσμός 19 χωριών περνούσαν τα σύνορα, που τα φρουρούσε μεγάλη τουρκική στρατιά, είναι άλλο ζήτημα, που φανερώνει τα τουρκικά χάλια. 
 
Τσέτα του αντισυνταγματάρχη
 
Anastas Yankov (Анастас Янков)

Ο αντισυνταγματάρχης Γιαγκώφ, aφού πέρασε ανενόχλητος τον Άξιο και τεράστιες εκτάσεις, ήρθε στα Κορέστια για να ξεσηκώση επανάσταση.
Ο Κλιάσεφ γράφει ότι πήραν οδηγίες απ’ το Μοναστήρι να το αφοπλίσουν. 

Ήσαν όλλοι: 
Τσακαλάρωφ, 
Κλιάσεφ, 
Κόλες, 
Καρσακώφ και σία 
με τη Β.Μ.Ρ.Ο. και τους Σάντραλιστ. 

Δεν ήταν εύκολο πράγμα ο άφοπλισμός. 

Ο Γιαγκώφ είχε 50 γερούς άνδρες οπλισμένους όλους με μάνλιχερ. 

Μαζί του ήταν και ο καπετάν Γεώργης Σερίδης η Σπανός απ’ το Φλάμπουρο (Νεγοβάνη) της Φλώρινας, σουλιώτικης καταγωγής.
 «Είχε μεγάλες δασικές eπιχειρήσεις, νεροπρίονα, αποθήκες και εγκαταστάσεις στη Ροδόπη και στα άλλα βουνά, κοντά στα βουλγαρικά σύνορα. 
Τούρκοι όμως σκότωσαν τον μονάκριβο γιό του. 
Τα παράτησε και αυτός όλα, αποθήκες και έγκαταστάσεις, και με μερικούς υλοτόμους του, που ήταν επίσης αλβανόφωνοι απ’ τη Δάρδα και τ’ άλλα χωριά της Κορυτσας, βγήκε στο κλαρί και ξανάρχισε να σκοτώνη Τούρκους. 
Το χειμώνα αναγκάστηκε να καταφυγή στη Βουλγαρία. 
Ακολούθησε τον Γιαγκώφ, για να δη τον τόπο του. 
Δεν είχε και τίποτε το καλύτερο να κάμη.
 
Ο Βουλγαρομακεδόνας
από τη Ζαγορίτσιανη
Anastas YankovDinkov
Анастас Янков Динков
(1857- 1906)
Ο Γιαγκώφ κήρυττε και στα Κορέστια το Εύαγγέλιο της επανάστασης. 

Μόλις ξεσπούσε,
 θα προχωρούσαν, 
έλεγε, 
aμέσως ο ρωσικός και ο βουλγαρικός στρατός 
απ’ τις εορτές της Σίπκα 
στην επαναστατημένη Μακεδονία.
Πήγαν να τον δουν οι Τσακαλάρωφ και Κλιάσεφ. 
Του είπαν ότι δεν ήταν έτοιμοι για επανάσταση και ότι δεν έπρεπε να πάρη με τυχοδιωκτικές ενέργειες τον κοσμάκη στο λαιμό του. 

Ήταν όμως αμετάπειστος. 

Όταν κατάλαβαν ότι είχε έλθει σε συνεννόηση με τον Κώττα, ξεστόμισαν πολύ βαρειά λόγια εναντίον του, τον είπαν ληστή, διασπαστή, Γραικομάνο, καταδικασμένο πολλές φορές σε θάνατο από το Β.Μ.Ρ.Ο. 

Ο Τσακαλάρωφ προσπάθησε με το κατηγορητήριό του να ξεσηκώση τους άνδρες του Γιαγκώφ κατά  του Κώττα. 

Ο Γ ιαγκώφ όμως έμεινε πάλιν άμετάπειστος. 

Θα συμμαχούσε και με το διάβολο για να κάμη την επανάστασή του.
Και ο Κώττας πάλιν άλλο που δεν ήθελε.
 Το ζωηρότερο πάθος του ήταν να πολεμά τους Τουρκους. 
Είχε τη φιλοδοξία να μπη στη Φλώρινα και την Καστοριά,όπου είχε άλλοτε φυλακιστή και δεινοπαθήσει. 

Θα μπορούσε εξ άλλου να καταγγείλη τους Τσακαλάρωφ, Κλιάσεφ και σία στους χωρικούς, για κρυφούς φίλους και συμμάχους των Τούρκων, προδότες κλπ., άφού οχι μόνο δεν ήθελαν να πάρουν μέρος στην επανάστασή, μα και άντιδρούσαν.

 Θα τους πλήρωνε τώρα με το ίδιο το δικό τους νόμισμα...
Αποφάσισε να μπη στη Φλώρινα και να βάλη φωτιά στους τουρκικούς μαχαλάδες στις 8 Σεπτεμβρίου 1902 και στην Καστοριά στις 20 (Κλιάσεφ, σελ. 92). 

Πίστευε ότι θα μπορούσε να εξοικονομήση όπλα και πολεμοφόδια στη Φλώρινα απ’ τη στρατιωτική άποθήκη και απ’ τα τουρκικά σπίτια. 

Επιστράτευσε αμέσως τους χωρικούς του, κάπου 500, απ’ τα χωριά
Κρυσταλλοπηγη,
 Βατοχώρι,
 Κώττα, 
Πράσινο, 
Τρίγωνο, 
Αντάρτικο και 
Πισοδερι, 
και στις 6 Σεπτεμβρίου το βράδυ μήνυσε απ’ το Τρίγωνο. 

Δρασκέλισαν το βουνό και τα χαράματα ήταν στη δασωμένη θέση Καλογερίτσα, 3/4 της ώρας πάνω απ’ τη Φλώρινα. 
Απ’ εκεί έστειλε και ειδοποίησε τους ανθρώπους του στη Φλώρινα, που ήταν αρκετοί, να του στείλουν μερικά φορτία πετρελαιο και να προπαρασκευάσουν τους έμπιστους Χριστιανούς. 

Το έμαθε όμως ο μητροπολίτης και χωρίς να χάνη καιρό ενημέρωσε τον καϊμακάμη. 

Θα είχαν ίσως μυριστή και οι Τούρκοιότι πολλοί οπλισμένοι «γκιαούρηδες» χωρικοί κάθονταν τρυπωμένοι στα κλαδιά της Καλογεριτσας, οχι βέβαια για καλό σκοπό. 
’Εφθασε νωρίς απ’ το Μοναστήρι ένα σύνταγμα ιππικού, κινήθηκε η τοπική φρουρά και εξοπλίστηκαν οι ντόπιοι Τούρκοι. 

Όταν ο Κώττας είδε να περιπολούν απ’ τη πόλη τμήματα ιππικού και αλλα πεζικού να πιάνουν κατάλληλες οχυρές θέσεις, πρόσταζε άμεση υποχώρηση και γενική αποστράτευση του στρατού του.
Το γράμμα για την Καστοριά το στειλε στο φίλο του γιατρό Καραμπίνα. 
Τον πληροφορούσε για την βραδυά, που θα έμπαινε τροπαιούχος στην πολη. 
Αγνωστο όμως πως το γράμμα αύτό έπεσε στα χέρια των Τσακαλαρωφ και Κλιάσεφ, που το κράτησαν.
Ο Κλιάσεφ κοροιδεύει στα απομνημονεύματά του τον Κώττα και τον Γιαγκώφ.

 Οι περισσότεροι χωρικοί, λέγει, ήταν οπλισμένοι με τσεκούρια και ρόπαλα και οι άλλοι είχαν ένα τουφέκι με τρία έως πέντε φυσίγγια. 

Δεν ήταν ομως πολύ καλύτερα οπλισμένοι και οι δικοί τους, ένα χρόνο αργότερα,όταν οργάνωσαν,όπως θα δούμε παρακάτω, το κίνημα της 20 Ιουλίου, το περίφημο Ηλιντεν (ήμερα του Προφήτη Ήλία).

 Σκάρωσαν και σχετικά ειρωνικά τραγούδια. 
Εβαλαν τα δυνατά τους να γελοιοποιήσουν τον Γιαγκώφ και τον Κώττα.
Ο Γιαγκώφ ξεσπασε στον Τσακαλάρωφ. 

Τον κατηγόρησε μπροστά σε πολλούς χωρικούς οτι έφαγε 5.000 λίρες των Βερχοβίστων — του στρατοπέδου δηλαδή του Γιαγκώφ — και 700 των κατοίκων της Βασιλειάδας ( Ζαγοριτσάνης), που τους τα πήρε, για να τους προμηθεύση δήθεν απ’ την Ελλαδα οπλα, ενώ δεν τους παρέδωσε ουτε ένα τουφέκι. 

Τα γράφει ο Κλιάσεφ. 

Ο Τσακαλαρωφ πάλι ανταπόδωσε τα ίδια και κατηγόρησε τον Γιαγκωφ οτι πήρε 500 λίρες απ τους «Καστοριανούς», τους εγκατεστημένους δηλ. στην Κωνσταντινούπολη χωρικούς της επαρχίας Καστοριάς. 
Ο Γιαγκώο ομολόγησεότι πήρε μόνο 150 λίρες.
Οι αλληλοκατηγορίες έγιναν μπροστά στα κατάπληκτα μάτια εκατοντάδων χωρικών και εξελίχθηκαν σε ζωηρό καυγά ανάμεσα στους Σέντραλιστ (Β.Μ.Ρ.Ο. ) και Βέρχοβιτς.
Οι συγγενείς του Κύρτση, που δολοφονήθηκε στην Κρυσταλλοπηγή πριν μερικούς μήνες, και όλοι οι «Γραικομάνοι» τάχτηκαν με το μέρος τού Γιαγκώφ, όπως γράφει ο Κλιάσεφ. 

Και ήταν φυσικό: Ο Γιαγκώφ υποσχέθηκε να τιμωρήση σκληρά όλους αυτούς που,όπως ο Τσακαλάρωφ, σκότωσαν άδικα πολλούς που δεν είχαν φταίξει σε τίποτα. 

Αν ήταν «Γραικομάνοι» αύτό ήταν δικός τους λογαριασμός και κανενος άλλου. 
Με τον Γιαγκώφ εξ άλλου είχε ταχτή και ο Κώττας.
Άπογοητευτική όμως ήταν,όπως ήταν φυσικό, η γενική εντύπωση που δημιουργήθηκε στον πληθυσμό εξ αιτίας της διάστασης και του πολέμου των δύο Κομιτάτων. 

Βρέθηκε τελευταία και η επιστολή. του Παπασταύρου του Πισοδερίου (της 4 'Οκτωβρίου 1902) προς τον  Έλληνα Πρόξενο Μοναστηριού. 

Ο Παπασταύρου γράφει ότι συναντήθηκε με τον Γιαγκώφ και τον Κωττα στο Ανταρτικό, όπου ο πρώτος του είπε καταπληκτικά και χαρακτηριστικά πράγματα. 

Είπε ο Γιαγκώφ ότι η Δυτική Μακεδονία είναι πολύ μακρυά από την Βουλγαρία και πολύ κοντά στην Ελλάδα. 

Απ’ αυτήν και μόνο μπορούσαν να πάρουν βοήθεια και φυσίγγια για ταόπλα τους, που ήταν όλα σχεδόν «γκρα» ελληνικά. 

’Έπρεπε οπωσδήποτε να τα έχουν καλά με την Ελλαδα. 
 Δυστυχώς ο Τσακαλάρωφ και η παρέα του σκότωσαν πολλούς Ελληνορθοδοξους χωρικούς για να έκβουλγαρίσουν τον τόπο αντί να τον έλευθερώσουν.

 Ο Γιαγκώφ βεβαίωσε ότι έδωσε διαταγή στους φίλους του στα χωριά να σκοτώσουν τον Τσακαλάρωφ η να τον προδώσουν στους Τούρκους! 
του έστησαν μάλιστα και ενέδρα κοντά στον Μελά.
 Φαίνεται όμωςότι η συμμορία του Τσακαλάρωφ δεν πέρασε απ’ έκει. 
Στο τέλος ο Γιαγκώφ ζήτησε απ’ τον Παπασταύρο να μεταβιβάση στον "Ελληνα πρόξενο Μοναστηριού όλα όσα του είπε και να τον παρακαλέση να συναντηθή μαζί του.

Μπορούσε να πάη τότε ο Πρόξενος στο Πισοδέρι, όπου ο Μόδεστος είχε αρχίσει να ανεγείρη το μεγαλόπρεπο σχολείο του.  

Ο Γιαγκώφ αναχώρησε στο τέλος άπρακτος, χωρίς να πραγματοποιήση την επανάστασή του, στην...'Ελλάδα και απ’ αυτήν στην Βουλγαρία. 

Δεν είχε καμιάν ενόχληση από κανένα. 
Μονάχα ο καπετάν Γεώργης Σερίδης κρατήθηκε κάμποσες έβδομάδες στην άστυνομία και απελάθηκε έπειτα στην Ιταλία. 
Το φθινόπωρο του 1904 τον αναζητούμε ως αρχηγό μεγάλου ανταρτικού σώματος! 
Είχε πει πολλές φορές αρβανίτικα και κρυφά του Μητροβλάχου ότι ήταν ντροπή του να μην πάη με τον Κώττα, μα να στέκη μαζί με τους αρκουδιαρέους και μ’ ένα λυσσιάρικο σκυλί, όπως ο Τσακαλάρωφ. 

Ο Μητροβλάχος υποσχέθηκε ότι θα έφευγε σύντομα.
 Παρόμοιες υποσχέσεις εδωσε αργότερα πολλές και σ’ άλλους, στον Καούδη, στον ίδιο τον Βάρδα.• 

Αγνωστο είναι γιατί δε τις πραγματοποίησε ποτέ, έωςότου κάποιο τουρκικό απόσπασμα τον ξέκαμε το 1907 μαζί με τη συμμορία του.
Ο Γιαγκώφ άφησε στα Κορέστια ένα μικρό τμήμα με τον ύπαρχηγό του Καικώφ. 

Το απόσπασμα αυτό εξοντώθηκε απ’ τους Τούρκους.
 Όλοι τότε είπαν ότι το είχαν προδώσει όργανα του Κομιτάτου της ВМРО και μάλιστα ο βουλγαροδάσκαλος του χωριού, ο Ρόζεν, ο ίδιος που είχε δολοφονήσει μαζι με τον Ποπτράικωφ τους δύο νοικοκυραίους της Βασιλειάδας το 1899.
Μα αν ο πόλεμος των δύο Κομιτάτων σταμάτησε στα Κορέστια με την άναχώρηση του Γιαγκώφ, συνεχίστηκε παντού άλλού ολοένα σφοδρότερος και όξύτερος.
 
Το λάβαρο της εξέγερσης Ήλιντεν
Илинденско-Преображенско въстание
Στις 20 Ιουλίου 1903, ημέρα του Προφήτη Ήλία, κήρυξε η Β.Μ.Ρ.Ο. το κίνημα του  Ήλιντεν. 

Οι Βέρχοβιστ του Τσόντσεφ με τη σειρά τους τώρα έμειναν ήσυχοι και ουδέτεροι.

 Σε μια μεταγενέστερη προσπάθειά τους οι Σαντραλίστ της Β.Μ.Ρ.Ο. έγιναν αδιάφοροι θεατές...
Με τα δημοσιογραφικά τους όργανα τα δύο Κομιτάτα αλληλοκαταγγέλλονταν και αλληλοτρώγονταν.
 Έρριξε το ένα κατά του άλλου όλη τη λάσπη των δρόμων και του υπονόμου. 
Μεγάλοι βοεβόδες χαρακτηρίστηκαν κοινοί και αιμοβόροι λήσταρχοι. 
Και δεν σπάνιζαν οι λήσταρχοι αρχικομιτατζήδες. 

Ο λοχαγός Στογιάνωφ π.χ. πήρε λίρες χρυσές σε μετρητά και σε... γραμμάτια από πολλούς χωρικούς που κατονομάζει ο Μισέλ Παγιαρές στο βιβλίο του (σελ. 361 ).
Επειδή ο βοεβόδας Μποτκώφ δεν πήρε τις 150 λίρες από τους τρεις χωρικούς του Σένσκο στα βόρεια μέρη, μπήκε στις 19 Απριλίου 1906 στο χωρίο, εσπασε μ ένα σφυρί το κεφάλι του πατέρα ενός απ’ αύτούς, του Τρέγκωφ, ξυλοκόπησε άγριότατα τα γυναικόπαιδα, τους ξεγύμνωσε και τους πήρε τα τρόφιμα. 

Είχε 80 άνδρες ο γενναίος ! 

Δεν περιφρονούσε τις ληστείες και ο Παρτένιεφ, αξιωματικός αύτός του βουλγαρικού στρατού.
Τσέτα του Βούλγαρου υπαξιωματικού από το Dermantsi,Lukovit
Hristo Chernopeev (Христо Чернопеев)
 Μεγαλύτερος όμως λήσταρχος απ’ όλους ήταν ο Τσερνοπέεφ, υπαξιωματικός του βουλγαρικού στρατού, που το 1898 προβάλλει υπέρμαχος προστάτης των υποδούλων. 

Στην περιφέρεια Στρώμνιτσας έμασε κάπου 15.000 λίρες.
Έβγαλε μάλιστα και επιταγές! 
Αλίμονο σ’ εκείνον, που δεν τις εξαργύρωνε χωρίς καμιά χρονοτριβή. 
Έσφαξε τον Λιώτη για κάποια καθυστέρηση στην εξαργύρωση,όπως γράφει ο Παγιαρές.

Δολοφονήθηκαν έπειτα απ’ τον Πανίτσα, ύπαρχηγό του Σαντάνσκη, ο «μεγάλος» Σαράφωφ και ο Γκοράνωφ.
Οι δολοφονηθέντες από τον Todor Panitsa (Тодор Паница)
Ivan Garvanov και Boris Sarafov ( Борис Сарафов и Иван Гарванов)

Το Συνέδριο της Β.Μ.Ρ.Ο. στο Ρίλο τον Μάρτιο του 1908, αφού όρισε τρεις αντιπροσώπους του στη Σόφια, διατύπωσε δριμείς κατηγορίες κατά των Σαντάνσκη Πανίτσα για την δολοφονία του Σαράφωφ και για τα άλλα τους εγκλήματα. 

Αποφάσισε παράλληλα να αποσύρη τις συμμορίες του από μέρη, όπου πιέζονταν πολύ από  Ελληνες και Σέρβους (Dakin). 
Ιδιαίτερα στα βορεινά διαμερίσματα, το αλληλοφάγωμα των συμμοριών και η αποχαλίνωση τους σε βάρος του εκεί βουλγαρικού πληθυσμού παράγινε τόσο, ώστε πολλά χωριά αναγκάστηκαν να πάρουν όπλα από τους Τούρκους για να τους αποκρούσουν (έτσι έγραφε η μυστική έκθεση ανώτερου Βούλγαρου διπλωμάτη, που δημοσίευσε γερμανική εφημερίδα, και οι άναφορές του 'Έλληνα προξένου Σερρών Σαχτούρη).
Η άλληλοσφαγη συνεχίστηκε αντονώτερη και μέσα στο βουλγαρικό έδαφος, υστέρα απ’ τον πρώτο Εύρωπαικό πόλεμο.
 
Οι ηγέτες της ΒΜΡΟ Alexandar Protogerov (Александър Протогеров)
και 
Todor Aleksandrov (
Тодор Александро)

 Δολοφονήθηκαν οι Αλεξαντρώφ, ΙΙρωτογέρωφ, και άλλοι «μεγάλοι» και «ένδοξοι» αρχικομιτατζήδες.
Πιστήν εικόνα του κανιβαλλικού αύτού αλληλοσπαραγμού μας δίνει ο  Αγγλος δημοσιογράφος Swire με το βιβλίο του «Bulgarien Conspiracy» (London 1939, σελ. 224-230).
 Ο Swire έμεινε πολλά χρόνια στη Σόφια, ως ανταποκριτής άγγλικών και αμερικανικών έφημερίδων.

Σκότωναν τα όργανα του νεαρού αρχηγού της Β.Μ.Ρ.Ο. Βάντσε Μιχαήλωφ,
σκότωναν σ’ εκδίκηση και οι οπαδοί του στρατηγού και παλιού αρχηγού του Κομιτάτου του Β.Μ.Ρ.Ο. Πρωτογέρωφ, 
που είχε ήδη δολοφονηθή.
 
Ο Vancho Mihailov και Alexandar Protogerov μετά την δολοφονία του
Todor Aleksandrov

 Στη Σόφια εξαφανίστηκαν το 1929, γράφει ο Swire, 129 πρόσωπα και δολοφονηθηκαν άλλα 138.

 Τον Απρίλιο του 1930 έπεσαν μέσα στους δρόμους της βουλγαρικής πρωτευούσας 53 νεκροί και 12 πληγωμένοι. 
Χωριστά είναι οι εξαφανίσεις στην περιοχή Πετριτσίου, 
οπού ο Μιχαήλωφ είχε ιδρύσει δικό του «κράτος εν κράτει».
Ο "αιώνιος" ηγέτης της
ΒΜΡΟ
Vancho Mihailov
Иван-Ванчо Михайлов

(1896-1990)
Ο εκδότης της έφημερίδας «Βαρδάρ» Βασιλ. ΙΙάντωφ είχε γράψει σ’ άρθρο του: 

«Και αν άκόμη σκοτωθούμε, πρέπει να χύσουμε φως στη δολοφονία του Πρωτογέρωφ». 
’Αλλά αντί να χύση φως, έχυσε το αίμα του... 

Δολοφονήθηκε μέσα στη Σόφια μαζί με τον σωματοφύλακά του στις 4 Μαίου 1930. 
Ο Γεώργιος Τράικωφ έπαιζε χαρτιά με δύο άστυνομικούς στο κεντρικότερο καφενείο της Σόφιας. 
Απεσταλμένοι όμως του Μιχαήλωφ τον πυροβόλησαν και τον σκότωσαν. 
Δύο από αυτούς σκότωσαν οι δύο άστυνομικοί.
Μπροστά στο βασιλικό παλάτι και σε μεγάλο πλήθος κόσμου δολοφονήθηκε ο δημοσιογράφος και διευθυντής της «La Macédoine» Εφτύμωφ μαζί με τους τρεις σωματοφύλακές του στις 28 Δεκεμβρίου 1930.

 Τους πυροβόλησαν συγχρόνως 15 ένοπλοι ντυμένοι με στολές κυνηγών. από αδέσποτες σφαίρες πληγώθηκαν ακόμη και μερικοί άλλοι αθώοι. 

Δολοφονήθηκαν επίσης στη Σόφια δύο Μακεδόνες εργατικοί βουλευτές, ο Τράικωφ και ο Ματρούλκωφ. 

'Ο πρώην υπερεθνικιστής πρωθυπουργός Τσαγκώφ, όταν έβγαινε εξω απ’ το σπίτι του, έπρεπε να εχη μαζί του πέντε ιδιωτικούς σωματοφυλακές.
 Απ τις 6 ως τις 24 Ιουνίου δολοφονήθηκαν συνολικά μέσα στη Σόφια δεκαοχτώ άτομα. 

Οι Πρωτογερωφικοί αναγκάζονταν απ’ το φόβο τους ν’ άλλάζουν κάθε νύχτα σπίτι. 

Ο Ντημήτρη Τομαλέφσκη, ανώτερος υπάλληλος του βουλγαρικού 'Υπουργείου των Εξωτερικών, που τραυματίστηκε από δολοφονικές σφαίρες, μόλις εγινε καλά, τοσκασε κρυφά στη Τουρκία.
Ο φονιάς του βασιλιά Αλεξάνδρου της Σερβίας και του Γάλλου ύπουργού Μπαρτού στη Μασσαλία τον Οκτώβριο 1934, που είχε κροατικό διαβατήριο με το όνομα Κάλεμαν, ήταν ο Βελίσκο Ντημητρώφ η Βλάντο η Τσερνόζεμσκι απ’ το Ίστίπ, σωφέρ της Β.Μ.Ρ.Ο. 

Είχε ήδη σκοτώσει τον Χατζηντήμωφ, βουλευτή, και τον Ναούμ Τομαλέφσκη. 

'Ο Μιχαήλωφ τον δάνεισε στους Κροάτες «Ούστάσι» για ειδικό δολοφόνο και εκπαιδευτή. 
Αποκαλυφτηκε απο μερικά στίγματα, που ειχε στο μπράτσο του. 

Τον Ιούνιο του 1931 ήλθε στη Σόφια ένας απ’ τους αρχηγούς των Κροατών Ούστασι, ο Περο Γκρούμπερ. 

Οι Μιχαηλωφικοί τον υποδέχτηκαν «μετά φανών και λαμπάδων». Κορίτσια του πρόσφεραν ανθοδέσμες. του εδειξαν όπλα, χαρτια, άλμπουμ. 
Επροκειτο όμως για Σέρβο άστυνομικό.
Στις δημοτικές έκλογές του 1932 είχαν οι Μιχαηλωφικοί θριαμβευτική επιτυχία.

 Τρεις όμως σύμβουλοι, που γύριζαν απ’ τη Σόφια,όπου είχαν πάει να ζητήσουν προστασία, δεν γύρισαν ποτέ στο Νευροκόπι. 

Τους απήγαγαν 15 ένοπλοι απ το λεωφορείο.
 Στις επαναληπτικές εκλογές κέρδισαν παλι οι αντίπαλοι του Μιχαήλωφ.

 Πάλιν όμως ένας σύμβουλος, ο Νάρεφ, δολοφονήθηκε, άλλοι τραυματίστηκαν και οι λοιποί παραιτήθηκαν !  

Είχαν σκοτωθή ως τότε απ την οργάνωση του «Μακεδονικού» Κομιτάτου στο Νευροκοπι 160 άνθρωποι (Μακεδόνες). 

Φορολόγησε επίσης ο Μιχαήλωφ πλούσιους Βουλγάρους Εβραίους και άκόμη και ξένους με μεγάλα ποσά, ένα ως δέκα έκατ. δραχμών.
Κοντά στο Κιούστεντιλ συνεδρίασε στις 17 Απριλίου 1932 η «Όγδοη Μακεδονική Επαναστατική Συνελευση» και ψήφισε τον προύπολογισμο και απολογισμο της Β.Μ.Ρ.Ο. 

Έδωσε στον Μιχαήλωφ έγκριση και συγχωροχάρτι για τα εξοδα, που είχε κάμει (167.326.000 λέβα). 
Το λέβα άντιστοιχούσε τότε παραπάνω απ’ την άξία της δραχμής. 

Φορολογούσαν τον καπνό και όλα τα προϊόντα σ όλη την περιοχή, που λεγόταν βουλγαρική Μακεδονία και ήταν φέουδο του Μιχαήλωφ. 

Ο ίδιος ο Μιχαήλωφ ήταν παντα αθέατος. 

Οι δικοί του ελεγαν πως πολέμησε στη σέρβική Μακεδονία, αν και στην πραγματικότητα δεν ειχε περάσει ποτέ τα βουλγαρο-σερβικά σύνορα.
Το στρατιωτικό κίνημα των Μπέλτσες και Κίμον Γεωργίεφ εβαλε τέλος στην παντοκρατορία του Μιχαήλωφ (19 Μαίου 1934).
Οι Βούλγαροι άξιωματικοί είχαν αγανακτήσει πιά απ’ την ατιμωτική και βάρβαρη κατασταση. 

Μόνον λαός,όπως ο βουλγαρικός, μπορούσε να την ανεχθή τόσα χρονιά. Ο Μιχαήλωφ όμως ήταν συμπαθής στο παλάτι και στους ανωτέρους κύκλους. 
Ακολουθούσε φιλο-ιταλική πολιτική.
 Ξέφυγε στην Τουρκία μεταμφιεσμένος σε χωριάτη.
Μερικοί είπαν ότι ξύπνησε στους Βουλγάρους το παλιό ταταρικό αίμα.

 Αφού ηταν τοσο σκληροί και αμείλικτοι σε Βουλγάρους και συντρόφους, δεν ήταν παράξενο ότι φάνηκαν άγριοι και άπέναντί μας. 
 Πολλοί αρχικομιτατζήδες μεθούσαν απ’ το αίμα που έχυναν.
Ως τόσο μερικοί θαύμασαν την αποφασιστικότητα και αυτοθυσία των «εντεταλμένων δολοφόνων» του Κομιτάτου. 

Ο καταπληκτικός π.χ. Βλάντο η Βελίσκο Ντημητρώφ η Τσερνοζέμσκυ έτρεξε με ζητωκραυγές στο αύτοκίνητο του Αλεξάνδρου της Σερβίας και του Γάλλου Ύπουργού των Εξωτερικών Μπαρτού στη Μασσαλία.

 Έτρεξε δηλ. ζητωκραυγάζοντας προς βέβαιο θανατο. 
Θα έμενε μαλιστα γνωστός με το πλαστό κροατικό ονομα Κάλεμαν αν δεν είχε αναγνωριστή η ταυτότητά του από τα στίγματα που είχε στο μπράτσο του.
Το 1926 ήρθε στην πατρίδα της μια φοιτήτρια απ’ τα Σκόπια, προερχόμενη απο τη Σόφια με εντολή του Κομιτάτου να δολοφονήση τον Σέρβο νομάρχη των Σκοπίων και αυστηρό διώκτη των Βουλγάρων. 

Παράστησε την γυναίκα των ελαφρών ηθών, πλησίασε το νομάρχη, εγινε έρωμένη του και τον σκότωσε. 

Άλλη μια σκότωσε τον Πανίτσα, τον δολοφόνο του Σαράφωφ, μέσα σ’ ένα θέατρο της Βιέννης.
Η δολοφόνος του Panitsa και σύζυγος του Vancho Mihailov
Melpomena Dimitrova Karnicheva (Мелпомена Димитрова Кърничева)
Είχαμε όμως και εμείς ανάλογα περιστατικά:
Ο Περικλής Σίμας, σακάτης και ανάπηρος απ’ τα δύο πόδια και τη μέση, σκότωσε με τρεις πιστολιες μεσα στο διοικητήριο Μοναστηριού μέρα, μεσημέρι ένα Ρουμάνο δάσκαλο.
Ο Σταύρος Μπερέτης απ’ τη Μπαλάφτσα του Λαγκαδά, πρωτοπαλλήκαρο του όπλαρχηγού Γιάννη Ράμναλη, πήγε στις 11 Μαρτίου 1912 στη Σαμο με αποστολή και εντολή να σκοτώση το φιλότουρκο ήγεμόνα Κοπάση. 

Τον σκότωσε και σκοτώθηκε. 
Ουτε περίμενε βέβαια να γλυτώση.

 Στο δολοφονικό συναγωνισμό μέσα στο Μοναστήρι υπερείχαν στην αρχή οι Βούλγαροι. 
Μα γρήγορα τους περάσαμε και τους τσακίσαμε. 
Μιά μέρα του Μάη 1906 τρεις σπουδαίοι Βούλγαροι έπεσαν νεκροί από ελληνικές σφαίρες σε κεντρικά σταυροδρόμια και στο φως της ημέρας• ένα τέταρτος χτυπήθηκε σ’ εναν απόκεντρο κάπως μαχαλά.
Στις άλλες μακεδονικες πόλεις αυτοί μονοί πια έδιναν τταντού τα θύματα.
 Διατήρησαν όμως πάντοτε οι Βούλγαροι ανοιχτό τον λογαριασμό και ακμαία τη μνημη τους. 

Στην εισβολή και στη κατοχή π.χ. του 1915-1918 και 1941 -1944 έψαξαν να βρούν και να ξεκάμουν έκείνους, με τους οποίους είχαν λογαριασμούς από την εποχή του Μακεδονικού Αγώνα και της τουρκοκρατίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου