Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Μακεδονικά-Βορειοελλαδικά δάνεια στην παλαιοσλαβική γλώσσα


Γιώργος Δ. Δελόπουλος

Οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος



Η παλαιοσλαβική γλώσσα διασώζεται σε μιά εικοσάδα από θρησκευτικά κείμενα (ευαγγέλια, ψαλτήρια, ευχολόγια κλπ.) και ανάγεται στην περίοδο από τα τέλη του ένατου ως τις αρχές του ενδέκατου αιώνα. 


 Ηταν η διάλεκτος των Σλάβων του Νότου της εποχής εκείνης, που χρησιμοποίησαν οι Έλληνες καλόγεροι Μεθόδιος και Κύριλλος και οι μαθητές τους για να μεταφράσουν τα θρησκευτικά κείμενα από τα ελληνικά, με σκοπό τον εκχριστιανισμό των Σλάβων στο σύνολό τους.


Όπως ήταν φυσικό, η επίδραση της ελληνικής στην παλαιοσλαβική εκδηλώθηκε σε πολύ μεγάλο πλάτος και βάθος, ιδιαίτερα μάλιστα στο λεξιλόγιο, κι αυτό όχι μόνο γιατί η γλώσσα αυτή χρησιμοποιήθηκε συστηματικά σά γλώσσα μετάφρασης ελληνικών κείμενων, αλλά και επειδή η ελληνική γλώσσα παρουσιαζόταν με τεράστιο πολιτιστικό γόητρο γενικά, αλλά και ιδιαίτερα με ένα απόλυτο θρησκευτικό κύρος. 


Τόση και τέτοια ήταν η επίδραση της ελληνικής στην παλαιοσλαβική, ώστε η μελέτη αυτής της τελευταίας είναι αδύνατη χωρίς τη συνεχή αναφορά στη φωνητική, στο λεξιλόγιο, στη γραμματική και στη σύνταξη της μεσαιωνικής ελληνικής.


Είναι όμως φανερό ότι και για τη μελέτη της ελληνικής γλώσσας της εποχής εκείνης τα παλαιοσλαβικά κείμενα μπορούν να φανούν ιδιαίτερα χρήσιμα και ασφαλώς είναι κρίμα που ως τώρα αυτά τα δεδομένα δέν έχουν αξιο- ποιηθεί καθόλου από ελληνική πλευρά.
 Η πιό αξιόλογη και η πιό εκτεταμμένη σχετική εργασία έγινε από τον Φάσμερ στα ρωσσικά και στις αρχές του αιώνα μας: Μ. R. Fasmeru, Grekoslavjanskije Etjudy II, στο Izvestija otdelenija russkago jazyka i slovesnosti Imperatorskoj Akademii Naukfl, σελ. 198-287, XII (1907).


Από κεί βασικά αντλούμε το υλικό μας, αλλά το διασταυρώνουμε και με νεώτερες εργασίες και κυρίως με το παλαιοσλαβικό λεξικό των L. Sadnik- R. Aitzetmuller, Ηandwoerterbuch zu den altkirchenslavischen Texten, Χάγη 1955 (στο οποίο και παραπέμπουμε για τα κείμενα όπου συναντιούνται οι παλαιοσλαβικές λέξεις που μελετάμε, ενώ οι σλαβωνικές μπορούν να αναζητηθούν στην παραπάνω εργασία του Φάσμερ). 


Γιατί, βέβαια, πολλά άλλαξαν  από τις αρχές του αιώνα σχετικά με τις γνώσεις μας για την παλαιοσλαβική, ανακαλύφθηκαν και άλλα χειρόγραφα και κυρίως ξεχώρισαν τα είκοσι αποδειγμένα παλαιοσλαβικά κείμενα από το πλήθος των άλλων κειμένων, που ονομάζονται σλαβωνικά και που είναι μεταγενέστερα ή που η παλαιότητά τους είναι αμφισβητήσιμη ή και αναπόδεικτη ακόμα. 


Σε σχέση δηλαδή με το υλικό που ήταν διαθέσιμο στις αρχές του αιώνα σημειώθηκαν δυό σημαντικές εξελίξεις. Πρώτο, προστέθηκαν πολλές ακόμα δάνειες λέξεις της παλαιοσλαβικής από την ελληνική, χάρη στα κείμενα που ανακαλύφθηκαν και μελετήθηκαν στο μεταξύ.


 Και δεύτερο, αποσαφηνίστηκε το ποιές δάνειες λέξεις ανήκουν πραγματικά στην παλαιοσλαβική, χάρη στον προσδιορισμό των κείμενων της εποχής εκείνης και το ξεχώρισμά τους από την πληθώρα των μεταγενέστερων χειρόγραφων.


Αφορμή για τις παρακάτω φωνητικές παρατηρήσεις πάνω στα ελληνικά δάνεια στην παλαιοσλαβική πήραμε από μιά διατύπωση του Andre Vaillant, του μεγάλου και αξέχαστου δάσκαλου μας, διατύπωση στην οποία θα επιχειρήσουμε να επιφέρουμε ορισμένες διευκρινίσεις και συμπληρώσεις που τις νομίζουμε απαραίτητες.


Παλαιοσλαβικό и από ελληνικό ο τονισμένο (μακρό)


Ο κορυφαίος Γάλλος σλαβολόγος Andre Vaillant χρησιμοποίησε αρκετά συστηματικά αναφορές στην ελληνική μεσαιωνική γλώσσα μελετώντας την παλαιοσλαβική στα δυό μεγάλα σύγχρονα έργα του που ήδη θεωρούνται κλασικά: 
το Εγχειρίδιο της παλαιοσλαβικής, Manuel du vieux slave, seconde edition, Paris 1964, και τη Συγκριτική γραμματική των σλαβικών γλωσσών, Grammaire cumparee des langues slaves, tome I, Paris 1950 κλπ. Και στα δυό αυτά έργα του, μελετώντας τη σχέση των φωνηέντων ο και и στις δάνειες λέξεις της παλαιοσλαβικής, κάνει λόγο μόνο για ένα ελληνικό δ (ο μακρό, όταν τονίζεται) που δίνει στα παλαιοσλαβικά U, επειδή η παλαιοσλαβική δέ διέθετε ο (Manuel σελ. 32, Grammaire σελ. 120).


Έχουμε πράγματι τρία παραδείγματα δάνειων λέξεων όπου ένα παλαιοσλαβικό и δείχνει να αντιστοιχεί σε ελληνικό ο τονισμένο:


 алъгоуи, αλόη (από υποτιθέμενο λαϊκό* αλόγη, βλ. Sadnik-Aitzetmiiller).
 Και επίθετο алъгоуинъ, ольгоуимъ.


икоуиа, εικόνα (αλλά και икона, στο ίδιο κείμενο, και κτητικό επίθετο το икоыискъ, της εικόνας).


Соломоунъ, Σολομών (αλλά και Соломомъ, σε πολλά κείμενα) και κτητικό

επίθετο Соломоуиь τον Σολομώντα (αλλά και Соломоыь).


Ο Vaillant (Manuel σελ. 32) αναφέρει σαν τέτοιο παράδειγμα και το епискоуггь, επίσκοπος, και για να εξηγήσει το u με τον ίδιο πάντα τρόπο, θεωρεί ότι η λέξη πάρθηκε από τη γενική επισκόπου, με ο τονισμένο.


 Δέ νομίζουμε ότι έτσι έχει το πράγμα. 


Είναι γνωστό ότι ο δανεισμός γίνεται από την αιτιατική πτώση για λαϊκά δάνεια και από την ονομαστική για τα λόγια.


 Αλλά το φαινόμενο θα γίνει πιό ξεκάθαρο παρακάτω.


Εκτός από αυτά τα τρία σίγουρα παλαιοσλαβικά δάνεια όπου το и αντιστοιχεί σε ελλ. ο, σωστό είναι να αναφέρουμε και μερικά ακόμα που συναντιούνται σε παλιά σλαβωνικά κείμενα και που κατά τεκμήριο θεωρούνται μεταγενέστερα, αλλά που μπορεί να είναι και εξίσου παλιά για δυό λόγους. 


Πρώτο επειδή ορισμένα από αυτά τα κείμενα μπορεί να είναι παλιά, παλαιοσλαβικά, και να αλλοιώθηκαν αργότερα, το 12ο ή 13ο αιώνα, λ.χ., πράγμα που έχει παραπλανήσει τους ερευνητές. 
Και δεύτερο επειδή αυτές οι δάνειες λέξεις, αν και αναφέρονται μέσα σε νεώτερα κείμενα, μπορεί να έχουν περάσει στη γλώσσα πολύ πριν (αυτό είναι και το πιό πιθανό). 


Σκόπιμο είναι λοιπόν να ληφθούν κι αυτές υπόψη, με κάθε επιφύλαξη, βέβαια, ως προς τη χρονολόγησή τους: 


дроумъ, δρόμος. 
паоуінъ, παών, «παγώνι»,
 каноумъ, κανών (αλλά και KaNONb).


Είναι ίσως και το ρήμα афоурисати, άν προέρχεται από τον αόριστο αφώρισα, αλλά μπορεί να προήλθε και από άλλους τύπους με το θέμα του αόριστου (αφορίσω, αφορίσειν κλπ.) με ο άτονο, όπως μπορεί και να μην πάρθηκε από τον αόριστο, και να έχει την κατάληξη -сати επειδή αυτή έπαιρναν συστηματικά τα ελληνικά ρήματα που περνούσαν στη σλαβική. 
Επίσης το калоугеръ, καλόγερος, αλλά και αυτό μπορεί να επηρεάστηκε αναλογικά από τον πιό συχνόχρηστο πληθυντικό καλογέροι και κυρίως από τα συγγενικά калоугеропоулъ, καλογερόπονλο(ς) και калоугерица, καλογερίτσα, με ο άτονο.


Δυστυχώς, στην εκτεταμμένη εργασία των 360 σελίδων για την παλαιόσλαβική γλώσσα, της В. Π. Беседина-Невзорова, Старославянскии язык, Харьков 1962, το φαινόμενο ούτε κάν αναφέρεται.


 Αναπτύσσεται συστηματικά η εσωτερική φωνητική εξέλιξη της παλαιοσλαβικής, με πλούσιες μάλιστα συγκριτικές αναφορές στην πρωτοσλαβική και στις σύγχρονες σλαβικές γλώσσες, αλλά χωρίς καθόλου αξιοποίηση των τόσο πλούσιων και πολύτιμων δεδομένων του δανεισμού από άλλες γλώσσες, και βασικά από την ελληνική, δεδομένων που αντανακλούν πολύ πιό ξεκάθαρα και πολύ πιό σίγουρα τις φωνητικές και άλλες εξελίξεις της παλαιοσλαβικής γλώσσας.


Αλλά και στην πρόσφατη αναλυτική εργασία για τα ελληνικά δάνεια στη σύγχρονη βουλγαρική γλώσσα, της Μ. Филипова-Байрова, Гръцки заемки в съвремени български език, София 1969, στη σελίδα 23 αναφέρεται ότι στα πιό παλιά δάνεια το ο δίνει ίί, και, χωρίς να λαβαίνεται καθόλου υπόψη ο τονισμός, συμπαρατάσσονται αδιάκριτα τέσσερα ετερόκλιτα παραδείγματα: 


епискоупъ {επίσκοπος (από ο άτονο), 
икоуиа { εικόνα (από ο τονισμένο), 
каноуиъ (κανών (σλαβωνικό) 
και Солоунъ {Θεσσαλονίκη (sic).


Παρακάτω όμως δίνει η συγγραφέας και έξι παραδείγματα από νεώτερα δάνεια, της βουλγαρικής καθαρά, όπου και αναφέρεται και στο φαινόμενο του и από ο άτονο.


Αυτό το τελευταίο παράδειγμα, Солоунъ, πέρασε στην παλαιοσλαβική ασφαλώς με μεσολάβηση της ρωμανικής μορφής Salona (πβ. αρωμουν. Saruna, βλ. Vaillanl ό.π.), ελληνικής αρχής βέβαια, από Σαλονίκη, Θεσσαλονίκη. 
Και το γεγονός αυτό γεννά τη σκέψη ότι πιθανώτατα όλα αυτά, τα λίγα οπωσδήποτε, δάνεια με и από ο τονισμένο πέρασαν στην παλαιοσλαβική με τη μεσολάβηση της ρωμανικής της εποχής εκείνης, όπου το o προφερόταν, φαίνεται, ιδιαίτερα κλειστό. 
Υπάρχουν και άλλα στοιχεία που ενθαρρύνουν μιά τέτοια σκέψη, αλλά δε θα επεκταθούμε σ’ αυτό το θέμα, που δεν αποτελεί εδώ το αντικείμενό μας.
Παλαιοσλαβικό и από ελληνικό ο άτονο


Εκείνο που είναι σημαντικό, είναι ότι βρίσκουμε και άλλα παλαιοσλαβικά δάνεια από την ελληνική, στα οποία υπάρχει и που προέρχεται αναμφισβήτητα από ελληνικό ο άτονο! 


Και μάλιστα, ο αριθμός των παραδειγμάτων εδώ είναι συντριπτικά μεγαλύτερος:


архшепискоупъ, αρχιεπίσκοπος (και архиюпископъ). епискоупи(га), επισκοπή.
епискоупль, επισκοπικος, του επίσκοπον. епискоупьскъ, επισκοπικός. епискоупьство, επισκοπία.
епискоупъ, επίσκοπος, και пискоупъ, από ελληνικό μαρτυρούμενο πίσκοπος (αλλά και епископъ). Όπως βλέπουμε εδώ, δεν είναι απαραίτητο να προσφύγει κανείς σε άλλες ερμηνείες (βλ. παραπάνω για να εξηγηθεί το и από ο, αφού η λέξη εντάσσεται σε ένα τελείως άλλο, γενικώτερο πλαίσιο.
Капетоулииа, Capitolina, όνομα γυναίκας που μαρτύρησε στην Καππαδοκία επί Διοκλητιανού. оурарь, ωράρι(ο)(ν).
Солоунъ, που είδαμε παραπάνω, αυτό μέσω του ρωμανικού Salona όπου επίσης τελικά το ο έδωσε и (αρωμουν. Saruna). Από κεί και τα
Солоунга№ШЪ ή Солоумѣыьши, Σαλονικιός, και κτητικό επίθετο Coлоуыьскъ.


Πρέπει όμως να παραθέσουμε και τα παρακάτω δεδομένα παλιών σλαβωνικών κείμενων για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει και χωρίς να ξεχνάμε ότι αρκετά από αυτά μπορεί να είναι εξίσου παλιά με τα αναγνωρισμένα παλαιοσλαβικά:


артоусъ, άρτος.
афоурисати, αφοριζω (με επιφύλαξη, βλ. παραπάνω), зоуграфьскъ, ζωγραφικός. зоуграфъ, ζωγράφος.
иподроумъ, ιππόδρομος (ενώ από ιπποδρόμιο έχουμε иподромиіе).
ноурига, (ε)νορία (μαρτυρούμενο χωρίς το ε-, Φάσμερ ό.π.).
паръдоусъ, πάρδος.
калоугерица, καλογερίτσα.
калоугеропоулъ, καλογερόπονλο(ς).
калоугеръ, καλόγερος (με επιφύλαξη, βλ. παραπάνω).
коукоуречь, κοκκορέτσι (μαρτυρούμενο και κουκουρέτσι, Φάσμερ ό.π.).
парамоуыига, παραμονή.
подроумъ και
подроумию, υπόδρομος, «κελλάρι».
проскоумидига προσκομιδή.
проскоупига, προσκοπή.
проскоупъ και θηλ. проскоупица, πρόσκοπος.
фроспоура, προσφορά.
саракоустига, σαρακοστή.


Έχουμε δηλαδή άλλη μιά εικοσάδα παραδείγματα. Αλλά υπάρχει και μιά άλλη όψη του φαινόμενου. Πρέπει να προστεθεί εδώ και η περίπτωση του παλαιοσλ. Херовимъ και Хировимъ, Χερουβείμ, και του επίθετου Херовимьскъ, «των Χερουβείμ». 


Και εδώ ο Vaillant εξηγεί το φαινόμενο από τη σλαβική, λέγοντας ότι το βραχύ и (ελληνικό и άτονο) δίνει ο επειδή η παλαιοσλαβική δέ διέθετε П. Μας φαίνεται φανερό ότι, αν ήταν έτσι, το φαινόμενο θα ήταν γενικώτερο και θα είχαμε πολλά παραδείγματα, πράγμα που δέ συμβαίνει. Θα πρέπει λοιπόν να πρόκειται για περίπτωση υπερσωστής προφοράς (ή γραφής), με ο αντί и στα ελληνικά (ψεύτικη αποκατάσταση). 


Το προσωπωνύμιο Оломьпига, Ολυμπίάς (αλλά και Олумпиада, παλαιόσλαβικά και αυτά), θα πρέπει επίσης να αντιπροσωπεύει απόδοση κάποιου ελλ. *Ολομπιάς, υπερσωστής γραφής για *Ολουμπιάς. 
Όμως, το παλαιοσλ. Вельзѣволъ, Βεελζεβονλ (αλλά και Вельзѣвоулъ κλπ.), με ο για и τονισμένο (!), δε μπορεί να ληφθεί υπόψη, γιατί ασφαλώς έχει δεχτεί την επίδραση του дѣволъ, διάβολος.
Επίσης ένα παλαιοσλ. Онофрии, Ονονφριος ασφαλώς από ελληνική μορφή *Ονόφριος.


Ήδη η τέτοια κατάταξη και εξέταση του υλικού οδηγεί στη βασική διαπίστωση ότι τα ελληνικά δάνεια στην παλαιοσλαβική, που παρουσιάζουν и από ο, χωρίζονται σε δυό διαφορετικές κατηγορίες. 


Στην πρώτη το U προέρχεται από ο τονισμένο και τα δάνεια αυτά είναι πολύ λιγώτερα από τα άλλα: τρία σίγουρα στην παλαιοσλαβική και τρία σίγουρα (και δυό πιθανά) σε σλαβωνικά κείμενα. 
Φαίνεται ότι είναι πρώιμα και η εξήγησή τους δέ θα μας προβληματίσει εδώ (εκτός από τα όσα λέει ο Vaillant, ό.π., βλ. και В. Георгиев, Вокалната система в развоя на славянските езици, София 1964, στη σελ. 5).
 Στη δεύτερη κατηγορία όμως το и προέρχεται ξεκάθαρα από ελλ. ο άτονο. 
Αυτά τα δάνεια είναι πολύ περισσότερα: μιά δεκάδα παλαιοσλαβικά και μιά εικοσάδα σλαβωνικά.


 Γι’ αυτά, μας φαίνεται φανερό ότι η εξήγηση είναι μία και μόνη: πρόκειται για το βορειοελλαδικό φαινόμενο του κλεισίματος του άτονου ο σε u.
 Η μετατροπή αυτή δέ μπορεί να έγινε κατά το πέρασμα αυτών των λέξεων στην παλαιοσλαβική, οπότε θα ήταν και τελείως ανεξήγητη, αλλά είχε ήδη γίνει στην ελληνική των βόρειων ιδιωμάτων πριν από το δανεισμό.


Πάθη των άτονων е και i


Τα φαινόμενα τα σχετικά με τα άτονα е και  i  είναι πιό σπάνια. Σε παλαιοσλαβικά κείμενa έχουμε τις παρακάτω περιπτώσεις, με κλείσιμο του άτονου е σε i :


Ригеоыъ, Ρεγεών (τοπωνύμιο).
Хироувимъ, Хировимъ (αλλά και Хероувимъ, Херовимъ), Χερουβείμ. 


Και με υπερσωστή προφορά е ενός άτονου ί που αποβαλλόταν (ψεύτικη αποκατάσταση ):
Капетоулиыа, Capitolina, που είδαμε παραπάνω, για το ο) и.
паремига, παροιμία.
рамѣиъ, ράμνος, όπου θα πρέπει να προηγήθηκε στα ελλ. *ράμενος με е για ένα ί που ποτέ δέν υπήρξε.
Семеомъ (αλλά και συχνά Сумеоыъ), Συμεών, και κτητικό επίθετο
Семеоковъ (αλλά και Сумеоковъ;, του Συμεώνος.


Από σλαβωνικά κείμενα έχουμε:


вистигарии, βεστιάριον.
вистиарь και вистиарьникъ βεστιάρις, βεστιάριος.
извисть (θηλ.), άαβεϋτος (η) και επίθετο извистимъ, από το κοινό ελληνικό άσβηστος βέβαια (το αρχικό и- είναι αναλογικό του συχνού σλαβικού προθέματος изъ-). копилъ, κόπελος.


Ενώ το стихирарь δέν ανήκει στην περίπτωση και δέν προέρχεται από στιχεράρι(ο)ν, όπως νομίζει ο Vasmer, αλλά από την ευρύτατα μαρτυρούμενη κανονική μορφή στίχηράριον.


Και με е σαν υπερσωστή προφορά άτονου  i :


акровестига, ακροβυστία (και αλλού акровистига).
юръмосъ, ειρμός (αλλού ирмосъ,, αλλά μαρτυρείται και ελλ. ερμός).
фемигаічъ, θυμίαμα (και αλλού тьмигамъ κλπ.).


Πιθανή αποβολή του άτονου ί έχουμε στα:


моръшръ, μαρινάρις (ίσως όμως και κατευθείαν δανεισμός από τη ρωμανική), και
мрътва, μυρτί(ο)ν (αρχικά *мръты, Yasmer).
Και δέ μπορούμε να συμμεριστούμε τη βεβαιότητα του Vasmer σ’ αυτό το σημείο, γιατί εδώ μπορεί να έπαιξε το ρόλο της και η ειδική προφορά του παλοιοσλ. r.
 Μπορεί δηλαδή η γραφή -ръ- μπροστά σε σύμφωνο να έχει προέλθει είτε από απλό r φωνήεντο, είτε από ri- ή ir-.


Ας σημειωθεί, τέλος, ότι υπάρχει και σειρά παραδειγμάτων με εξαφάνιση των е- και  i -, στην αρχή των λέξεων, όπου όμως συντρέχουν και άλλοι λόγοι (σανδί, κυρίως), αλλά και αυτή η μεταβολή είχε συντελεσθεί στα ελληνικά, πριν από το δανεισμό, λ.χ.:
παλαιοσλ. пискоупъ (με μαρτυρούμενο ελλ. πίσκοπος), σλαβων. Noypiira (με μαρτυρούμενο ελλ. νορία),
σλαβων. перъпера (με μαρτυρούμενο πληθ. πέρπερα από νπέρπνρον), σλαβων. питропъ (με μαρτυρούμενο ελλ. πίτροπος) και άλλα, ενώ για τα σλαβων. подроумь και подроумиіе, υπόδρομος, ταιριάζει να υποθέσουμε επίδραση των συχνόχρηστων σλαβικών προ¬θεμάτων по- και подъ-.


Ώστε τα δεδομένα τα σχετικά με τα άτονα е και i είναι λιγώτερα από του ο, πιό ποικίλα, και επιδέχονται συχνά διάφορες ερμηνείες. Έχουμε όμως κι εδώ αποδεικτικά στοιχεία του βορειοελλαδικού φωνηεντισμού και οποιαδήποτε άλλη απόπειρα γενικής ερμηνείας τους πρέπει να αποκλειστεί.


Γενικές σκέψεις


Αυτό είναι το υλικό με βορειοελλαδικό φωνηεντισμό, που ξεκαθαρίζεται τελικά από το σύνολο των παλαιοσλαβικών κείμενων και από τα περισσότερα


<παλιά σλαβωνικά κείμενα—όσα είχε λάβει υπόψη του ο Vasmer. 


Από αυτά τα δεδομένα ο καθένας μπορεί να βγάλει ορισμένα συμπεράσματα, όχι μόνο για το πρόβλημα του ο στα ελληνικά δάνεια της παλαιοσλαβικής, αλλά και για αρκετά άλλα επί μέρους ζητήματα. 
Το να αναζητηθούν μερικές ακόμα λέξεις σε νεώτερα τυχόν σλαβωνικά κείμενα δέν παρουσιάζει αξιόλογο ενδιαφέρον.


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει η παραπέρα μελέτη, επεξεργασία και αξιολόγηση αυτού του υλικού. η λεπτομερέστερη χρονολόγησή του, η αναζήτηση, κατά το δυνατό, της γεωγραφικής προέλευσης του κάθε κείμενου και πολλά άλλα.


Καταλήγοντας, οδηγούμαστε στο βασικό συμπέρασμα ότι η λύση πολλών προβλημάτων της παλαιοσλαβικής είναι δυνατή μόνο με βαθύτερη μελέτη των φαινόμενων της ελληνικής γλώσσας της εποχής εκείνης, και μάλιστα των βορειοελλαδικών ιδιωμάτων, γιατί με αυτά και μόνο βρισκόταν σε ζωντανή επαφή η παλαιοσλαβική (άν εξαιρέσουμε, βέβαια, τις λόγιες επιδράσεις). 


'Αλλο τόσο όμως είναι φανερό ότι από τις γραπτές πηγές της παλαιοσλαβικής μπορούμε να αντλήσουμε ορισμένες πληροφορίες πολύτιμες και για την ελληνική γλώσσα της εποχής εκείνης. 


Πληροφορίες που δέ θα μπορούσε ίσως να μας δώσει καμμιά άλλη πηγή.


Θα ταίριαζε μάλιστα να γενικεύσουμε το συμπέρασμα αυτό—τουλάχιστο για ένα χώρο σάν ετούτον, της νοτιοανατολικής Ευρώπης—την πεποίθηση δηλαδή ότι πολλά από τα κενά και τα ερωτηματικά που παραμένουν στην έρευνα για την πορεία και τις εξελίξεις της κάθε γλώσσας, έχουν συχνά την απάντησή τους κρυμμένη σε κάποια άλλη από τις γειτονικές γλώσσες του χώρου αυτού.


 Αλλά, μέσα στην πολυπλοκότητα των αλληλεπιδράσεων, ο ρόλος της ελληνικής δέν πρέπει να παραγνωρίζεται και η διερεύνησή του επιβάλλεται να έχει πάντα την προτεραιότητα, άν θέλουμε να αποφεύγουμε πολλά και τελείως αδικαιολόγητα σφάλματα.


 Το είχε τονίσει με το παραπάνω ο θεμελιωτής της βαλκανικής γλωσσολογίας Σάντφελντ (Kr. Sandfeld, Linguistique balkanique, Paris 1930), εξηγώντας και τους λόγους, που είναι βέβαια ευκολονόη¬τοι, αλλά και πασίγνωστοι (σελ. 17):


«Се qui est capital, c’est que l’element grec subsiste dans les Balkans depuis des temps immemoriaux et que, malgre toutes les decadences, il n’a pas cesse d’etre porteur d’une civilisation superieure a celle de ses voisins. Cette civilisation, qui avait pour centre d’irradiation Byzance, a fortement agi sur les peuples voisins...»


Е.М.П., Αθήνα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου