Πέμπτη 3 Μαΐου 2012

Μακεδονικός Αγώνας. Πηνελόπη Δέλτα: Η ομοιότητα του Μακεδονικού αγώνα με αυτόν του Βουλγαροκτόνου εναντίον του Σαμουήλ!

Η ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΔΕΛΤΑ ΚΑΙ Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

Ομιλία στο φιλολογικό μνημόσυνο τής Πηνελόπης Δέλτα, πού έγινε στη Θεσσαλονίκη, στις 23 Νοεμβρίου 1957.

Βασιλείου Λαούρδα,
 Ή Πηνελόπη Δέλτα και ή Μακεδονία,
 Εισήγησις Στίλπ. Κυριακίδου, Θεσσαλονίκη, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, άριθμ. 20, 1958, σ. 48.


Στη σεμνήν αυτή συγκέντρωση απόψε, πού γίνεται για να τιμηθεί η μνήμη της Πηνελόπης Δέλτα, θα περιοριστώ να σας μιλήσω μόνο για τα βιβλία της πού αναφέρονται στη Μακεδονία.

Ό περιορισμός αυτός καθορίζεται από τις επιδιώξεις του Ιδρύματος Μελετών τής Χερσονήσου του Αίμου, πού είχε την πρωτοβουλία του φιλολογικού αυτού μνημοσύνου και πού θέλησε έτσι να τιμήσει τη συγγραφέα πού πρόβαλε στη λογοτεχνική ζωή της Ελλάδος την ιστορία και τούς πόνους τής Μακεδονίας.

Για νά κατανοηθεί όμως καλύτερα ή προσφορά της στον τομέα αυτόν, θά χρειαστεί νά άνασυνθέσουμε τις πνευματικές προϋποθέσεις άπό όπου έπήγασαν τά βιβλία της γιά τή Μακεδονία. Έτσι, ο περιορισμός του θέματος δεν θά αδικήσει τελικά τή συγγραφέα, γιατί οι ίδιες πνευματικές προϋποθέσεις πού δημιούργησαν τά έργα της γιά τη Μακεδονία ισχύουν και γιά τήν άλλη πνευματική δημιουργία της.

Πριν άπό μερικούς μήνες ευλαβικοί τηρητές τής μνήμης τής Πηνελόπης Δέλτα είχαν τήν ωραία πρωτοβουλία νά δημοσιεύσουν σέ ένα   τόμο τετρακόσια σαράντα γράμματα Νεοελλήνων συγγραφέων, πολιτικών και διανοουμένων, σταλμένα στή συγγραφέα άπό τό 1906 εως τό 1940 .

Τά γράμματα αυτά άποτελούνε πολύτιμη πηγή γιά την ιστορία τών έτών αύτών και γιά τις προσωπικότητες τών επιστολογράφων.
Περισσότερο όμως ακόμη, είναι πολύτιμη πηγή γιά νά γνωρίσουμε τον κόσμο ιδεών μέ τον όποιον έπικοινώνησε ή Πηνελόπη Δέλτα και άπό τον όποιον έθρεψε τό πνεύμα της και τήν ψυχή της.

 Ό κόσμος αύτός ήταν ή προσπάθεια πού άρχισε αμέσως έπειτα άπό τήν καταστροφή του 1897 και έπήρε πιο συγκεκριμένη μορφή άπό τό 1905 και πέρα νά άνασυνταχθεί ή παιδεία και ή πολιτική του έθνους μας.

Τά ζητήματα και οι ιδέες πού διατυπώθηκαν κατά τήν έποχή τής άναδημιουργικής εκείνης προσπάθειας εξακολουθούνε, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο, νά είναι έπίμαχα ζητήματα και επίμαχες ιδέες τής εποχής μας.
Και θά χρειαστεί ίσως να περάσει πολύς καιρός ακόμη, προτού τό έθνος κρίνει τελεσίδικα τήν άξια της προσφοράς άπό τούς πρωταγωνιστές της προσπάθειας εκείνης.

Άλλωστε στην πνευματική ζωή κάθε έθνους δέν έχει τόση σημασία το τί θέλει, τό τί λεει ή τό τί ζητάει κανείς νά κάνουνε οί άλλοι, όση σημασία έχει τό τί ό ίδιος δημιουργεί και τί είδους πνευματική διαθήκη άφήνει γιά τούς μεταγενεστέρους.
 Μέ τό κριτήριο αύτό θά ήθελα νά υποστηρίξω άπόψε ότι ή Πηνελόπη Δέλτα υπήρξε μια άπό τις μεγαλύτερες μορφές τής εποχής έκείνης και ότι ή πνευματική της διαθήκη είναι ένα άπό τά πιο σταθερά θεμέλια γιά τό μέλλον του νεοελληνικού πολιτισμού.

Τρία ήταν τά βασικά αιτήματα πού έπρόβαλεν ή αναδημιουργική προσπάθεια των λογοτεχνών, των διανοουμένων και των πολιτικών μέ τούς όποιους επικοινώνησε ή Πηνελόπη Δέλτα.
Τό ένα άπό αύτά ήταν ή γλώσσα, πού τή θέλησαν νά πηγάζει άπό τήν καρδιά του λαού.
Τό δεύτερο ήταν ή παιδεία, πού τή θελήσαν νά γίνει άληθινή και θετική.
Και τό τρίτο ήταν ή έξωτερική και ή εσωτερική πολιτική τής χώρας, πού τή θελήσαν νά άναπτυχθεϊ ομόλογα μέ τις άνάγκες του έθνους και τήν ψυχολογία του λαοϋ γιά νά άποφευχθεί έτσι μιά δεύτερη καταστροφή, δπως εκείνη του 1897.

 Έμπρακτες λύσεις στά αιτήματα αύτά ήταν ο γλωσσικός δημοτικισμός, ή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και ή άνανέωση τής πολιτικής ζωής τής χώρας μέ τον Μακεδονικόν άγώνα στήν άρχή και έπειτα μέ τό Γουδί και τον ερχομό του ’Ελευθερίου Βενιζέλου.

 Η άλληλογραφία τής Πηνελόπης Δέλτα μιλάει γιά τήν ολόψυχη συμμετοχή της και στούς τρεις αύτούς τομείς τής εθνικής μας ζωής.
Βαθύτερα όμως και ουσιαστικότερα, όχι πιά ώς άπλή συμμετοχή άλλά ώς ισχυρή πνευματική παρουσία, μιλάει τό ίδιο της τό έργο. Άπό τήν άποψη τούτη τά βιβλία της, και ειδικότερα αύτά πού θά μας άπασχολήσουν άπόψε, άποτελούν πράξεις πνευματικές άπό τις πιο ομορφες και προπαντός άπό τις πιο πειστικές γιά τήν άλήθεια των αιτημάτων πού είχαν παρουσιάσει στό έθνος οι πνευματικοί και οί πολιτικοί άναδημιουργοί των χρόνων άπό τό 1897 έως τό 1912.
.......


Τό πρώτο άπό τά βιβλία της Πηνελόπης Δέλτα, μέ τον τίτλο Για την Πατρίδα, τυπώ­θηκε στο τυπογραφείο τού Βελώνη, στο Λονδίνο, το 1909.
 Το δεύτερο, Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου, πού είναι συνέχεια του πρώτου, τυπώθηκε κι αύτό στο Λονδίνο, δυο χρόνια αργότερα, κι άναδημοσιεύθηκε αμέσως στήν εφημερίδα ,Ακρόπολις του Γαβριηλίδη.

 Οί δυο χρονολογίες, 1909 καί 1911, καί τό θέμα τών βιβλίων, έχουνε άμεση σχέση μεταξύ τους. Κατά τό θέμα τους καί κατά τά έπιμέρους στοιχεία πού τά  συνιστούν, καί τά δυο αύτά βιβλία είναι προβολή τοϋ Μακεδονικού άγώνος σέ μιάν άλλη μακρινήν εποχή τής ελληνικής ιστορίας, όταν καί πάλιν άγωνίζονταν οι Ελληνες μέ τούς Βουλ­γάρους γιά τήν κατοχή τών ΐδιων περιοχών, πού ξαναβάφτηκαν μέ αίμα ελ­ληνικό κατά τον Μακεδονικόν άγώνα.

 Γράφοντας τά δυο βιβλία της γιά τον Σαμουήλ καί τον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο ή Πηνελόπη Δέλτα συνέθεσε καλλιτεχνικά τήν πείρα καί τον πόνο του ελληνισμού άπό τον Μακεδονικόν άγώνα, πού, όπως φαίνεται άπό τήν αλληλογραφία της, τον είχε παρακολου­θήσει πολύ προσεκτικά. 
Σέ ενα γράμμα της πρός τον Φώτη Φωτιάδη, γραμμέ­νο στις 2 Μαίου του 1909, διαμαρτύρεται γιά τό περιεχόμενο ενός άρθρου τής εφημερίδας Λαός τής Κωνσταντινουπόλεως, πού ύμνουσε τις σοσιαλιστικές ιδέες του Τοντόρ Πανίτσα, άνωτέρου στελέχους τοϋ Βουλγαρικού Μακεδονι­κού Κομιτάτου, καί έξαίρει τή συμβολή τοϋ κλήρου στή διατήρηση τοϋ ελ­ληνισμού τής Μακεδονίας.

 Υπότιτλος στή δεύτερη έκδοση το Γιά τήν Πατρίδα είναι ό χαρακτηρισμός ’Ιστορικό διήγημα άπό τήν εποχή τών ήρωικών άγώνων τών βυζαντινών αντοκρατόρων μέ τούς Βουλγάρους. 

Η Μάχη τού Κλειδίου 1014
Άπό νωρίς άλλωστε είχε γνωρίσει προσωπικά τον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη, άπό τον όποιον εμαθε πολλά γιά τον άνταγωνισμό 'Ελλήνων και Βουλγάρων στή Μακεδονία.

'Η προέλευση και τών δύο βιβλίων άπό τήν πείρα του Μακεδονικού άγώνος άναγνωρίζεται εύκολα σέ πολλά έπιμέρους στοιχεία τους.

Προτού όμως σας άπασχολήσω μέ αύτό τό θέμα, θά ήθελα νά σάς θυμίσω ότι δεν είναι μόνη ή Πηνελόπη Δέλτα πού κατά τήν έποχήν εκείνη ξαναφέρνει στή συνείδηση του έθνους τον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο και τον Σαμουήλ.

’Ήδη τό 1907, δυο χρόνια πριν άπό τήν κυκλοφορία του πρώτου βιβλίου της Πηνελόπης Δέλτα, έτσι βλέπει τον Μακεδονικόν αγώνα στο βιβλίο του Μαρτύρων και Ηρώων αίμα ό ’Ίων Δραγούμης:
Ίων Δραγούμης 

«Ό βασιλιάς τών Βουλγάρων Σαμουήλ, αφού είκοσι χρόνια πολέμησε νά ρίξει κάτω τήν αύτοκρατορία, και νά ορίζει αύτός, άπόκαμε βρίσκοντας παντου μπροστά του τό σατανικό Βουλγαροκτόνο και τέλος άπόθανε νικημένος, και οί Βούλγαροι, άφού δοκίμασαν μερικές φορές άκόμη νά σηκώσουν κεφάλι, άποκοιμήθηκαν άποσταμένοι και άπό τότε δεν άντίκρισαν ποτέ ξανά τούς Ελληνες οπλισμένοι. 

Πέρασαν άπό κείνο τον καιρό αιώνες και οί κοιμισμένοι βάρβαροι ξύπνησαν έξαφνα πάλι.
Ξύπνησαν οί Βούλγαροι, έχθροί τών έρχόμενων αιώνων
Στά περασμένα είχαν οί 'Έλληνες τούς Τούρκους εχθρούς. 
Στά έρχόμενα τά χρόνια, θά έχουν τούς Βουλγάρους . . 

 Ξαναρχίζει άπό τώρα και θά έξακολουθήσει τρομερότερος άπό πριν ό πόλεμος ό άγριος τών βυζαντινών καιρών και διάφοροι Βασίλειοι, γυρίζοντας άνω και κάτω στήν πανώρια χώρα, θά ξετρυπώνουν Βουλγάρους στά βουνά, στις σπηλιές, στά χωριά και στά δάση και θά τούς διώχνουν ή θά τούς θανατώνουν. Και Ελληνες πολλοί θά χάνονται στο φοβερό κυνήγι».

Μέ τον ίδιο τρόπο, όπως ό Ίων Δραγούμης στό παράδειγμα του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου άναφέρονται επίσης διάφοροι λόγιοι, δημοσιογράφοι και ποιητές πού έγραψαν άπό το 1905 και πέρα πατριωτικά άρθρα ή ποιήματα γιά τον Μακεδονικόν άγώνα και γιά τον Έλληνοβουλγαρικό πόλεμο του 1913 .

Δέν χρειάζεται όμως νά άσχοληθούμε μέ τά κείμενα αυτά, πού σήμερα έχουνε άπλώς ιστορική σημασία.

Περισσότερο θά πρέπει νά ένδιαφερθούμε γιά τή Φλογέρα τον Βασιλιά του Κωστή Παλαμα, πού δημοσιεύθηκε το 1909 και έχει γιά θέμα της κι αύτή τον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο.

'Η Πηνελόπη Δέλτα έδιάβασε τή Φλογέρα τον Βασιλιά όταν είχε άρχίσει νά τυπώνει τό δεύτερο βιβλίο της, Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου.

..........

'Η εντελώς άνεξάρτητη του ένός άπό τον άλλον αναδρομή, τήν ΐδια εποχή, τής Πηνελόπης Δέλτα, του Κωστή Παλαμα, του ’Ίωνος Δραγούμη, όπως και των πατριωτικών άρθρογράφων και ποιητών στον Σαμουήλ και στον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο δείχνει, νομίζω, καθαρά μέ ποιο τρόπο ή ιστορική μνήμη του έθνους ερμήνευσε τον Μακεδονικόν αγώνα.

Στήν μνεία τών βιβλίων πού μέσα στή δίνη του Μακεδονικού άγώνος ξαναφέραν στή συνείδηση του έθνους τον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο θά ήθελα νά προσθέσω άκόμη ενα, πού έβοήθησε πολύ και τον Κωστή Παλαμά στή συγγραφή τής Φλογέρας τον Βασιλιά και τήν Πηνελόπη Δέλτα στή συγγραφή τών Γιά τήν Πατρίδα και Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου.

 Τό βιβλίο αύτό είναι ή Βυζαντινή εποποιία του Γουσταύου Σλουμπερζέ, και ιδίως ό δεύτερος τόμος της μέ θέμα τον Βασίλειο.
 Ή πρώτη γαλλική του έκδοση έγινε τό 1900 και ή ελληνική του μετάφραση, στή σειρά τής Βιβλιοθήκης Μαρασλή, τό 1905. Στον πρόλογο τής έλληνικής του έκδοσης ό μεταφραστής ’Ιωάννης Λαμπρίδης άναφέρεται κι αυτός στον Μακεδονικόν άγώνα.

 «ΙΙρό χιλίων έτών έπροφήτευσεν ό Βασίλειος ό Βουλγαροκτόνος ό,τι τελεΐται σήμερον- προ χιλίων έτών έσάλπισεν ό άθάνατος ήρως σάλπισμα, ού τήν φωνήν ακούει και σήμερον ό έχων ώτα άκούειν ζωηράν, έντονον, άνάμικτον άλγεινής άμα έπιτιμήσεως και εύέλπιδος παρακελεύσεως».
............................................

Προσπάθησα ήδη νά σας έξηγήσω ότι τό ένδιαφέρον τής Πηνελόπης Δέλτα γιά τήν εποχή του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου είναι αναγωγή του Μακεδονικού άγώνος σέ μιάν άλλη μεγάλην εποχή, όπου και πάλιν οί 'Έλληνες έχυναν τό αίμα τους γιά τήν έλευθερία τής Μακεδονίας.

 ’Ίσως όμως δέν χρειάζονται πολλά έπιχειρήματα γιά τήν άπόδειξη τής άπόψεως αύτής.
 Φθάνει και μόνο ή γνώμη του θρυλικού μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανοΰ Καραβαγγέλη, πού όταν έδιάβασε τό βιβλίο Τον καιρό τον Βουλγαροκτόνου, εγραψε στον συγγραφέα τον Δεκέμβριο του 1911 άπό τον Πόντο: 
«Τό βιβλίο σας συναρπάζει τον άναγνώστη και τον μεταφέρνει σ’ ενα κόσμο βυζαντινό γεμάτο άπό πατριωτικές περιπέτειες, ιστορικές μεταπτώσεις, πολέμους του έθνους απελπιστικούς, παλικαριές ένδοξες των λεοντοκάρδων ήρώων μας στά άγια εκείνα χώματα, όπου εζησα επτά ολόκληρα χρόνια, διεξάγων τον ϊδιον άγώνα κατά των ιδίων έχθρών. Πόσην χάριν έχει ή ιστορία, όταν γνωρίζη τις λεπτομερώς τά μέρη, όπου έξετυλίχθησαν τά γεγονότα της- όταν άνεγίνωσκα τό ώραϊον βιβλίον σας είχα εμπρός εις τά μάτια μου τήν Θεσσαλονίκην, τήν Βέρροιαν, τά Βοδενά, τό ’Όστροβον, τή Σέτινα, τό Βουτέλιο, τήν Καστοριά, τήν Πρέσπα, πού τά πέρασα όλα πετώντας στο άλογό μου μέσα άπό των έχθρών τά χέρια φορές άμνημόνευτες, και οσάκις άνεγίνωσκα τάς σχετικάς μέ τάς χώρας αύ- τάς ειδήσεις, τάς έ'βλεπα μέ τά μάτια τής φαντασίας μου σάν σημερινά γεγονότα». 

Τήν ίδιαν έντύπωση ειχε δημιουργήσει ήδη τό πρώτο της βιβλίο και στόν ’Αλέξανδρο Δελμούζο, πού έγραψε στή συγγραφέα τον Δεκέμβριο του 1909:

«Στο βάθος ή άντίθεσις, ό πόλεμος δύο φυλών μέ τούς άντιπροσώπους των Σαμουήλ και Βασίλειο, ή χαρακτηρισμένη γερά μέ τά λίγα λόγια τους, ύποβοηθεί μικρό και μεγάλο νά καταλάβει βαθύτερα τήν ένταση τής άντιθέσεως αύτής στή σημερινή έποχή».

Και ό ’Αλέξανδρος Δελμοΰζος προσθέτει μιά μικρή παρατήρηση πού έβοήθησε τήν Πηνελόπη Δέλτα νά έξηγήσει σαφέστερα τί έπεδίωκε μέ τά βιβλία της:

«Οί κριτικοί», γράφει ο Δελμοΰζος, «θά σάς βρουν ίσως ψεγάδια πιθανόν π.χ. νά εΐποΰν πώς στο πρώτο διήγημα περιγράφεται πιο πολύ ή σύγχρονη παρά ή βυζαντινή ζωή».
Και ή Πηνελόπη Δέλτα του άπάντησε άμέσως:
«Πώς περιγράφω περισσότερο τή σύγχρονη ζωή παρά τή βυζαντινή’ στο βυζαντινό διήγημα, τό ξέρω- μά τό έκαμα έπίτηδες γιατί μιλώ σέ σημερινά παιδιά και δέ ζητώ νά κάμω έργο φιλολογικό . . ....
 Ετοιμάζοντας τώρα δεύτερο ιστορικό διήγημα τής ίδιας έποχής, βάζω συνείδηση σημερινή, μέ σημερινές ιδέες τιμής και ψυχικές πάλες . . .
Σκοπός μου δέν είναι νά κάμω μιά πιστή εικόνα μιας πεθαμένης εποχής, άλλά νά κάμω σημερινά έλληνόπαιδα νά σκεφθοϋν και , αν είναι δυνατόν, νά ξυπνήσω μέσα τους ομορφα και μεγάλα ιδανικά» .

Η ομοιότητα άνάμεσα στόν άγώνα του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου και στόν άγώνα τών Μακεδονομάχων είναι αισθητή και στά δυο βιβλία τής Πηνελόπης Δέλτα.

Οί περιοχές, οί κωμοπόλεις, τά χωριά, τά βουνά και τά ποτάμια πού περιγράφει κατά τήν έξιστόρηση τών πολέμων του Βασιλείου είναι οί ’ίδιες οί περιοχές, οί κωμοπόλεις, τά χωριά, τά βουνά και τά ποτάμια, όπου οί Μακεδονομάχοι άγωνίστηκαν γιά τήν ελευθερία τής Μακεδονίας.

Στή διαδρομή του ’Αλεξίου και τής Θέκλας άπό τή Θεσσαλονίκη στο Δυρράχιο, άναφέρονται ή λίμνη τών Γιαννιτσών, ή Πρέσπα, ή Μονή του 'Οσίου Ναούμ, τό βουνό Περιστέρι, ή ’Αχρίδα και τό Βουτέλιο. Άπό τό δεύτερο βιβλίο, Τόν καιρό του Βουλγαροκτόνου, περιορίζομαι νά άναφέρω έδώ τήν Βέροια, τά Σέρβια, τά Βοδενά, τόν ’Αξιό, τόν Περλεπέ, τό Κλειδίον, τήν Βαλαθίστη, τή Στρώμνιτσα μέ τήν Μονή τής Ελεούσας, τό Πετρίτσι, τήν Τσέρνα, τό ’Όστροβο, τή Σέταινα, τά Βιτόλια, τά Μογλενά.
Στις περισσότερες άπό τις τοποθεσίες και τις πόλεις αύτές εγιναν πραγματικά όσα διηγείται ή Πηνελόπη Δέλτα. Άλλες, έστω και αν δέν άναφέρονται στις βυζαντινές πηγές, θά επρεπε πάντως νά είχαν άποτελέσει περιοχές συγκρούσεων στήν εποχή του Βασιλείου.
Ο σημερινός όμως άναγνώστης άθέλητα τις ταυτίζει μέ τόν Μακεδονικόν άγώνα και έτσι ή άφήγηση τής Πηνελόπης Δέλτα άπό άπλή ιστορική έκθεση γίνεται κομμάτι τής ζωής μας, κάτι πού είναι παλαιό και όμως είναι μαζί και πολύ νέο.

Η ομοιότητα όμως άνάμεσα στις δυο έποχές προχωρεί άκόμη πιο βαθιά.

 Οπως και στόν Μακεδονικόν άγώνα, έτσι και στά δύο βιβλία τής Πηνελόπης Δέλτα έχουμε τούς άδιάλλακτους στόν έλληνισμό τους βουλγαρόφωνους, έχουμε τούς παπάδες και τούς καλογήρους πού μέσα στήν πλημμύρα τών Βουλγάρων θυσιάζονται γιά νά διατηρήσουν τήν πίστη τους στήν αυτοκρατορία του Βυζαντίου, έχουμε άκόμη άτομικούς και ομαδικούς ηρωισμούς, Βουλγάρους πού έμφανίζονται ώς Ελληνες, Ελληνες πού προσποιούνται ότι είναι Βούλγαροι, άξιωματικούς άπό τήν πρωτεύουσα πού έχουν οργανώσει σώματα δικά τους και καταδιώκουν παντου τούς Βουλγάρους, και γενικά δ,τι άλλο γνωρίζουμε ότι ήταν βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα του Μακεδονικοΰ άγώνος.

Έτσι ή ιστορία του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου φωτίζει τόν Μακεδονικόν άγώνα και , αντίστροφα, ό Μακεδονικός άγων μάς βοηθεί νά καταλάβουμε καλύτερα τόν άγώνα του Βουλγαροκτόνου.

Αύτό δέ σημαίνει βέβαια ότι ή Πηνελόπη Δέλτα άλλάζει τά ιστορικά στοιχεία γιά νά τά προσαρμόσει στις απαιτήσεις τών καιρών και νά τά συγχρονίσει.

Αντίθετα, όσα ιστορικά  δεδομένα άναφέρει, τά χρησιμοποιεί μέ μεγάλη άκρίβεια.

Ό Νικολίτσας, ό Ίβάτζης, ο Δραξάν, ό Νικηφόρος Ουρανός, ό Δαβίδ Άριανίτης, ό Κρακρας, ό Νικηφόρος Ξιφίας, ό Νικηφόρος Βοτανειάτης του βιβλίου της, είναι πρόσωπα πού άναφέρονται στις βυζαντινές πηγές.
Τό ΐδιο ιστορικά αληθινές είναι ή σφαγή τής Άδριανουπόλεως, ή πολιορκία και ή άλωση των Βοδενών, ή μάχη στά στενά του Κιμβαλόγγου, ή πολιορκία του Μελενίκου, ή καταστροφή των Μογλενών.

Απλώς οί ιστορικές αύτές πληροφορίες φωτίζονται τώρα μ’ ενα καινούργιο φώς και άπό τή δύναμη τής καλλιτεχνικής φαντασίας, άλλα και άπό τήν οδυνηρή πείρα του καινούργιου άγώνος στά μακεδονικά βουνά.

Τήν εποχή πού ή Πηνελόπη Δέλτα έγραφε τά δύο βιβλία της γιά τον Βασίλειο τον Βουλγαροκτόνο ήταν πολύ νωρίς άκόμη νά γραφεί βιβλίο γιά τον Μακεδονικόν άγώνα.

Οσα είχαν γίνει στούς κάμπους και στά βουνά τής Μακεδονίας άπό τά 1903 εως τά 1909 έμεναν άκόμη άγνωστα, άγνωστα άλλωστε στήν πλειονότητά τους και γιά τούς περισσότερους παραμένουνε άκόμη. 

Εξάλλου ή Πηνελόπη Δέλτα εμενε άκόμη στο έξωτερικό και έτσι δέν μποροΰσε ν’ άκούσει τις άφηγήσεις των άγωνιστών.
Στήν Ελλάδα έγκαταστάθηκε τό 1916. Άπό τότε και πέρα, χάρη στούς οικογενειακούς δεσμούς πού δημιούργησε έδώ στή Μακεδονία και χάρη στήν έπικοινωνία της μέ τούς άλλοτε μακεδονομάχους, πού οί περισσότεροι άνήκαν στο περιβάλλον του Ελευθερίου Βενιζέλου, μπόρεσε νά μάθει άπό κοντά τήν άγωνία των μακεδονομάχων.

Δέν βιάστηκε όμως νά γράψει τίποτε, προτου ενημερωθεί οχι μόνο σέ γενικές γραμμές άλλά και σέ λεπτομέρειες προσάιπων και πραγμάτων άπό τον άγώνα.

Χαρακτηριστικό είναι τό άκόλουθο γράμμα πού έστειλε άπό τήν Αλεξάνδρεια τον Απρίλιο του 1915 στόν ’Ιωάννη Δεμέστιχα, τον καπετάν Νικηφόρο τής λίμνης των Γιαννιτσών.

«’Έλαβα τά δυό σας γράμματα τής 5 Φεβρουάριου και τής 15 Μαρτίου. Όσα μοΰ λέτε στο δεύτερό σας γράμμα πλησιάζουν τωόντι περισσότερο σέ κείνα πού σάς είχα προτείνει, ή τουλάχιστον πού νόμιζα πώς σας εϊχα έξηγήσει.

Σάς ομολογώ πώς σκοπός μου δέν είναι νά γράψω τή βιογραφία ένός ή πολλών ηρώων, άλλά νά μαζέψω γεγονότα άληθινά, ιστορικά και νά τά παρουσιάσω ώς διήγημα στο πνεΰμα του παιδιοΰ. 

Νομίζω πώς τό παιδί γιά νά καταλάβει μιάν έποχή, πρέπει πρώτα νά φανταστεί τούς άνθρώπους αύτής τής έποχής, νά τούς νιώσει, νά τούς δει νά κουνιοΰνται και νά ζοΰν, νά τούς άκούσει νά μιλοΰν. 

Αύτά όλα μόνο σέ ενα διήγημα μπορεΐ νά τά βρει, δχι σέ ιστορική περιγραφή. Γιά νά μπορέσω όμως νά του περιγράψω ζωντανά τά πράγματα πού θέλω νά του μάθω, πρέπει πρώτα νά τά γνωρίζω έγώ ώς τό βάθος και λεπτομερέστατα' γι’ αύτό σάς ειχα γράψει ζητώντας σας τή διήγηση τής ζωής σας και τής δράσης σας στή Μακεδονία, στή λίμνη τών Γιαννιτσών.

Τή χρονιά του Βουλγαρικοΰ πολέμου είχα στο νοσοκομείο όπου ύπηρετοΰσα κάποιο στρατιώτη πού είχε λάβει μέρος στον Μακεδονικό άγώνα και είχε πολεμήσει στή λίμνη τών Γιαννιτσών' μου διηγήθηκε κάτι τόσο πρωτάκουστα πράματα, πού μου γεννήθηκε ή επιθυμία νά τά πώ στά παιδιά μας’ μά δέ γνώριζα άρκετά ουτε τήν ιστορία του άγώνος αύτοΰ, τήν ιστορική εξέλιξη, οΰτε τις λεπτομέρειες τής φοβερής ζωής, πού κάνατε μέ τό σώμα σας μες στά νερά γιά μήνες, κουρνιασμένοι σέ καλύβες πού στέκουνταν σέ παλούκια άπάνω, άπομονωμένοι άπό όλους τούς άνθρώπους έκτος άπό τούς μετρημένους δικούς σας άντρες.

 Είχα άκούσει κάμποσα και άπό τον πρώην Καστορίας, άλλά όλα αύτά ξεδεμένα, κομματιασμένα, χωρίς σειρά.
Θέλετε νά μέ βοηθήσετε νά γνωρίσω καλά τή λαμπρή αύτή σελίδα τής ιστορίας μας, μέ τρόπο πού νά μπορέσω νά τή ζωγραφίσω ζωντανά σ’ ενα παιδικό διήγημα; Άν τό θελήσετε, θά σας είμαι πολύ εύγνώμων και μέ ανυπομονησία θά περιμένω τό ερχόμενο γράμμα σας μέ τήν διήγηση, έστω και στις μεγάλες μόνο γραμμές, τής λαμπρής δράσης του καπετάν Νικηφόρου.
Άν πάλι μοΰ πείτε πώς δέ σάς ένδιαφέρει ή έργασία αύτή, νά είσθε βέβαιος πώς θά σάς εννοήσω πολύ καλά και δέ θά παρεξηγήσω καθόλου τήν άρνησή σας» .

Ή έπιστολή τούτη δείχνει ότι ή Πηνελόπη Δέλτα έσχεδίαζε ήδη άπό τό 1915 τό βιβλίο Στά μυστικά του Βάλτου, πού δημοσιεύθηκε τελικά τό 1937.
Ενα χρόνο προηγουμένως, τό 1936, είχε δημοσιευθεΐ ενα άλλο βιβλίο της, Ο Μάγκας, πού τό τελευταίο μέρος του άναφέρεται και αύτό στον Μακεδονικόν άγώνα .

Γιά νά γραφούνε όμως τά δυό αύτά βιβλία ή Πηνελόπη Δέλτα έργάστηκε μέ ύποδειγματικήν εύσυνειδησία και αγάπη γιά τό θέμα της.

 Μάρτυς τής έργασίας της είναι τό ανεκτίμητο υλικό έγγράφων, έπιστολών, φωτογραφιών και απομνημονευμάτων άπό τον Μακεδονικόν άγώνα, πού συγκέντρωσε μέ άπαράμιλλην υπομονή και έπιμονή άπό τό 1915 έως τό 1935.

 Τό υλικό αύτό μπορεϊ νά ταξινομηθεί σέ τρεις κατηγορίες.

Τήν πρώτη τήν άποτελοΰν άναμνήσεις πού ύπαγόρευσαν στή γραμματέα της έπίλεκτοι μακεδονομάχοι, μεταξύ τών οποίων και ο Γερμανός Καραβαγγέλης.

Τή δεύτερη τήν άποτελοΰν ιδιόγραφα σημειώματα, έπιστολές και φωτογραφίες άπό τον Μακεδονικόν άγώνα. Τήν τρίτη, άντίγραφα προξενικών έγγράφων άπό τά άρχεΐα του Υπουργείου ’Εξωτερικών και άπαντήσεις μακεδονομάχων σέ ερωτήματα πού τούς είχε θέσει ή συγγραφεύς.

Οπως προκύπτει άπό τήν έξέταση του αρχείου αύτου και δπως επαληθεύεται έπειτα άπό τά δυο βιβλία της, τόν Μάγκα και Στά μυστικά τον Βάλτου, τό ένδιαφέρον τής Πηνελόπης Δέλτα συγκεντρώθηκε τελικά σέ δυο προσωπικότητες, άπό τις πιο άγνές και πιο ιερές του μακεδονικοΰ άγώνος, τόν Παΰλο Μελά και τόν καπετάν ’Άγρα.

Τό τελευταίο μέρος του βιβλίου Ό Μάγκας άναφέρεται στόν Παύλο Μελα.
καπετάν Άγρας είναι ό ήρωας του βιβλίου Στά μυστικά του Βάλτου.

Ό Μάγκας είναι μιά χαριτωμένη ιστορία μέ πρωταγωνιστή ενα σκυλάκι φόξ-τεριέ, πού διηγείται όσα βλέπει νά κάνουνε και όσα άκούει νά λένε τά άφεντικά του, μιά έλληνική οικογένεια του παλαιοΰ, ωραίου και άσυνήθιστου σήμερα άστικοΰ τύπου τών άρχών του εικοστού αίώνος.

Ενα άπό τά πρόσωπα του έργου είναι ό κηπουρός τής οικογένειας Βασίλης, Μακεδών άπό τό Άσπροχώρι, στο δρόμο άπό τή Νάουσα πρός τή λίμνη τών Γιαννιτσών, πού άνήκε στο σώμα του Παύλου Μελά και βρέθηκε μαζί του στή Στάτιστα, όταν ό άρχηγός σκοτώθηκε άπό τούρκικη σφαίρα. Λίγες ημέρες έπειτα άπό τό θάνατο του Παύλου Μελά οί Βούλγαροι, πού είχαν μάθει ότι ό Βασίλης άνήκε στο σώμα του Παύλου Μελα, πατήσαν τό χωριό του, σκότωσαν τή μάνα του και τή γυναίκα του, και πήραν μαζί τους τό παιδί του.


Ο Βασίλης έφυγε στήν Αθήνα και δυο χρόνια άργότερα, άφοΰ μάζεψε μερικά χρήματα και γνώρισε έκείνους πού άπό τήν πρωτεύουσα οργάνωναν, ένίσχυαν και κατεύθυναν τόν άγώνα στή Μακεδονία, , άποφασίζει νά γυρίσει πάλι στά μέρη του και νά καταταχθεΐ στο σώμα του καπετάν Νικηφόρου στή λίμνη τών Γιαννιτσών. Μαζί του όμως τώρα φεύγουνε και δύο νέοι, πού εΐχαν συγκινηθεΐ άπό τις άφηγήσεις του και εΐχανε πονέσει τούς πόνους τής άγωνιζόμενης Μακεδονίας.

Στήν αφήγηση τούτη, πού όσον άφορα τον Παύλο Μελα βασίζεται στύ βιβλίο τής Ναταλίας Μελα, στο Μαρτύρων και 'Ηρώων αίμα του ’Ίωνος Δραγούμη και στήν άδημοσίευτη άκόμη αυτοβιογραφία του Γερμανοΰ Καραβαγγέλη, θά πρέπει νά ξεχωρίσουμε δυο γενικότερες έννοιες.

 Ή μία είναι αύτή πού αντιπροσωπεύει ό χωρικος άπό τή Μακεδονία, πού άφοϋ άγωνίστηκε και εχασε στον άγώνα τό σπίτι του και τήν οικογένεια του, κατεβαίνει στήν ’Αθήνα γιά νά έξηγήσει στούς νότιους 'Έλληνες τον πόνο του και νά ζητήσει τή βοήθεια τους γιά τή Μακεδονία.

Ή άλλη έννοια είναι τό τράνταγμα τής ψυχής πού προκάλεσε ό θάνατος του Παύλου Μελά.

Ο πονεμένος χωρικός τής Μακεδονίας και ό τίμιος νέος τής ’Αθήνας γίνουνται έτσι σύμβολα τών δύο βάθρων, επάνω στά όποια έστηρίχθηκε ό Μακεδονικός άγών.

Χωρίς νά γράφει δοκίμιο και χωρίς ρητορικές επιδείξεις, μέ τό άπλό υφος ενός βιβλίου προορισμένου νά διαβαστεί άπό παιδιά, ή Πηνελόπη Δέλτα κατόρθωσε νά άποδώσει έκεΐνα πού υπήρξαν τά κύρια χαρακτηριστικά του Μακεδονικού άγώνος: άπό τή μιά μεριά ή μαρτυρική άλλά και άδιάλλακτη ελληνική ψυχή τής Μακεδονίας και άπό τήν άλλη ή άργοκίνητη ΐσως άλλά και , όταν πιά κινήθηκε, άποφασιστική συμπαράσταση τής νοτίου Ελλάδος.

Τό κεφάλαιο του Μάγκα πού άναφέρεται στον Παϋλο Μελά θά μποροΰσε νά συγκριθεί μέ τό πρώτο βιβλίο τής Πηνελόπης Δέλτα γιά τον Βουλγαροκτόνο, πού δημοσιεύθηκε τό 1909 μέ τον τίτλο Για τήν Πατρίδα. 
Οπως έκεΐ, ετσι και έδώ εχουμε ενα χαρακτηριστικό επεισόδιο άπό τον άγώνα του έλληνισμοΰ έναντίον τών Βουλγάρων, πού ή συγγραφεύς τό χωρίζει άπό τά άλλα και τό έξαίρει.

Οπως όμως επειτα άπό τό Γιά τήν Πατρίδα δημοσιεύθηκε ή μεγάλη σύνθεση τον καιρό του Βουλγαροκτόνου, ετσι και αμέσως επειτα άπό τον Μάγκα δημοσιεύθηκε ή μεγάλη σύνθεση Στά μυστικά του Βάλτου.

Και όπως στον Καιρό του Βουλγαροκτόνου ξαναβρίσκουμε τούς πρωταγωνιστές του βιβλίου Γιά τήν Πατρίδα και τούς παρακολουθούμε πιο πέρα άπό έκεΐ όπου τούς είχαμε αφήσει, έτσι και
 Στά μυστικά του Βάλτου ξαναβρίσκουμε τούς δύο νέους και τον Μακεδόνα χωρικό Βασίλη πού είχαν φύγει γιά νά πολεμήσουν μέ τον καπετάν Νικηφόρο στή λίμνη τών Γιαννιτσών.

Και τά δυο βιβλία, Ο Μάγκας και Στά μυστικά του Βάλτου, πού περιγράφουνε τον Μακεδονικόν άγώνα του 1903-1909, συνδέονται και μέ άλλο τρόπο μεταξύ τους.

Το  πρώτο άπό αύτά είναι ή άπήχηση του Μακεδονικοΰ άγώνος έξω άπό τη Μακεδονία, στούς κύκλους τής ’Αθήνας και στόν έλληνισμό του εξωτερικού-
 τό δεύτερο είναι ό ϊδιος πια ό Μακεδονικός άγων στήν ίδια τή Μακεδονία.

’Έτσι και τά δυο αύτά βιβλία συμπληρώνουνε το  ένα τό άλλο κατά τόν καλύτερο τρόπο.
Γιά τό βιβλίο Στά μυστικά του Βάλτου θά ήθελα νά τονίσω ότι στίς βασικές του γραμμές το  έργο αύτο  είναι ένα αυστηρό ιστορικό ντοκουμέντο. 

Τά περισσότερα και τά πιο σημαντικά πρόσωπα είναι όλα άληθινά, όπως άληθινές είναι και οί περιπέτειές τους πού άφηγεΐται ή Πηνελόπη Δέλτα.

   Ο καπετάν Άγρας και ο καπετάν Νικηφόρος στη λίμνη των Γιαννιτσών. 
 'Ο Τέλος Άγρας, ό καπετάν Νικηφόρος, ό Ακρίτας, ό Κώτας, ό Γκόνος Γιώτας, ο Γαρέφης, ό γιατρός Άντωνάκης, ό Θεόδωρος ’Ασκητής, ό Ζώης, ο καπετάν Μακρής,
 γιά νά άναφέρω μερικά μόνο άπό τά πρόσωπα του μεγάλου αύτου έργου, είναι όλα πρόσωπα γνωστά σέ κάθε ένα πού έζησε, άκουσε ή διάβασε γιά τόν Μακεδονικόν άγώνα.

 'Η ίδια άλλωστε ή Πηνελόπη Δέλτα γράφει χαρακτηριστικά στήν αρχή του βιβλίου της-.
 «Χρέος εχω νά ευχαριστήσω τήν 'Υπηρεσία ’Αρχείου του 'Υπουργείου ’Εξωτερικών, και ιδιαιτέρως τόν άλλοτε διευθυντήν της κύριον ’Αθανάσιον Πολίτην, πού μοϋ έπέτρεψε νά έρευνήσω τό ’Αρχείο του Μακεδονικού άγώνος και νά πάρω όσα ιστορικά στοιχεία μοϋ χρειάζονταν γιά τό βιβλίο μου. ’Επίσης ευχαριστώ δλους εκείνους πού άπό κοντά ή άπό μακριά είχαν σχέση μέ τό Μακεδονικόν άγώνα και πού μέ τόση προθυμία έβαλαν στή διάθεσή μου φωτογραφίες, γράμματα, ημερολόγια, ενθυμήσεις, περιγραφές πού μ’ ενημέρωσαν στήν ήρωική εκείνη εποχή».

 Ενας άπό αύτούς πού τήν έβοήθησαν ήταν και ό ΐδιος ό καπετάν Νικηφόρος, ό σημερινός θαλερός πρεσβύτης ’Ιωάννης Δεμέστιχας, ναύαρχος τώρα έν άποστρατεία.
 Σας έδιάβασα ήδη τό γράμμα πού του είχε στείλει ή Πηνελόπη Δέλτα τό 1915 γιά τόν άγώνα στή λίμνη των Γιαννιτσών, και πού δείχνει ότι άπό τότε άκόμη, 22 χρόνια πριν άπό τήν έκτύπωση του έργου της, τήν άπασχολοΰσε τό θέμα αύτό και ύπελόγιζε στή συνεργασία του Νικηφόρου, πού ύπήρξε πολύτιμη.
 Στο άρχεΐο τής οΐκογενείας εχει διατηρηθεί ένα μεγάλο γράμμα του Νικηφόρου, σέ σαράντα τέσσερις σελίδες, όπου διασαφηνίζονται πλήθος άπό έρωτήματα πού του είχε θέσει ή συγγραφεύς γιά διάφορες λεπτομέρειες του άγώνος στή λίμνη.

’Ανάμεσα σ’ αύτό είναι ο χαρακτήρας του Άγρα, ή πορεία και ή βλάστηση του ποταμοΰ Λουδία, τά ονόματα και τά ψευδώνυμα τών καπεταναίων, ή τροφοδοσία τών άγωνιστών, τό χτίσιμο τής καλύβας και οΐ συνθήκες ζωής μέσα σ’ αύτήν,ή διάταξη τών μαχητών στο χωριό Μπόλετς και πλήθος άλλα έρωτήματα, άπό τά πιο μικρά, δπως ή συχνότητα βροχών στή λίμνη, εως τά πιο μεγάλα, όπως ό θάνατος του ’Άγρα.

 Μέ τή συνεργασία αύτή, μέ τή βοήθεια πολυάριθμων άλλων στοιχείων πού γιά νά συγκεντρωθούνε χρειάστηκε νά περάσουνε χρόνια και νά έρωτηθοΰνε άναρίθμητα πρόσωπα, μέ έπισκέψεις επιτόπιες και μέ μελέτες χωρογραφίας και στρατιωτικής τεχνικής, ή Πηνελόπη Δέλτα έπέτυχε νά συνθέσει ενα έργο έπικοΰ χαρακτήρα, στις σελίδες του οποίου κινείται και ζεΐ ενας ολόκληρος κόσμος. Κόσμος ολόκληρος είχε κινηθεί και στό βιβλίο Τον καιρό τον Βουλγαροκτόνον.

 Έκεΐ όμως υπάρχει έκταση χρόνου, άπό τό 1004 εως τό 1018, και υπάρχει ακόμη έκταση χώρου, άπό τήν Κωνσταντινούπολη εως τό Δυρράχιο και άπό τις βόρειες εσχατιές του Αίμου εως τήν Κρήτη και τήν ’Αφρική.

Τά Μυστικά του Βάλτου είναι περιορισμένα σ’ ενα περίπου χρόνο, άπό τό 1907 εως τό 1908, σ’ ενα μικρό χώρο, στή λίμνη τών Γιαννιτσών και στις γειτονικές της περιφέρειες άπό τή Θεσσαλονίκη εως τήν Νάουσα και τήν ’Έδεσσα.
Στήν κλειστήν αύτή περιοχή πού μοιάζει τώρα εξωτική, μέ τή λίμνη, τά καλάμια, τά νούφαρα, τις καλύβες και τις πλάβες, ζοϋνε και άγωνίζονται τέσσερις ομάδες άνθρώπων.
Είναι οί Τούρκοι, πού άλλοτε κυριαρχούσαν στή Μακεδονία και τώρα προσπαθούνε νά έκμηδενίσουν τις άνταρτικές ομάδες, πού δροϋνε χωρίς νά τούς υπολογίζουνε.

Είναι οί Βούλγαροι, θρασείς, σκληροί και ύπουλοι, πού άγωνίζον ται νά εξοντώσουν τούς "Ελληνες γιά νά μείνουν μόνοι αύτοί κυρίαρχοι στή Μακεδονία. 


Τούς Τούρκους δεν τούς κινεί καμιά ιδεολογία, γιατί στή Μακεδονία μένουν μόνο ώς δυνάστες και έκτελοΰνε διαταγές ενός κοινωνικού και πολιτικού συγκροτήματος, πού άπό ήμέρα σέ ήμέρα θά καταστραφεΐ.
 Τούς Βουλγάρους τούς κινεί ενα επίπλαστο οραμα, πού είχε κατασκευασθεΐ άπό τούς Ρώσους μέ τή συνθήκη του 'Αγίου Στεφάνου. Είναι άκόμα οί γηγενείς Μακεδόνες χωρικοί, ταλαιπωρημένοι άπό σφαγές και λεηλασίες, άλλά άποφασισμένοι νά κρατήσουνε τά χώματα τών πατέρων τους και τις πατριαρχικές τους παραδόσεις, άκόμη κι όταν εχουνε ξεχάσει τήν γλώσσα τών πατέρων τους.

'Ο δικός τους άγώνας είναι άγώνας πατριωτικός, γιατί ξέρουνε πώς ανήκουνε σέ μιά μεγάλη φυλή μέ παμπάλαια και μεγάλη ιστορία. και είναι και οί αρχηγοί άπό τή νότιαν Ελλάδα, άδοκίμαστοι στις ταλαιπωρίες του άνταρτικοΰ άγώνος στή γή τής Μακεδονίας, άλλά μέ ύψηλό ιδεαλισμό και μέ τήν πείρα άπό τό μεγάλο άγαθό τής ελευθερίας, πού τούς είχαν κληροδοτήσει οί άγωνιστές του 1821.

Οί πολεμιστές αύτοί, πού δίνουνε τό χέρι τους στούς άδελφούς τής Μακεδονίας, είναι άπό όλα τά μέρη τής νότιας Ελλάδας, ’Αθηναίοι, Μωραΐτες, Κρητικοί, πού ήλθανε έδώ νά κλειστοΰνε εθελοντικά στή λίμνη τών Γιαννιτσών γιά νά βοηθήσουνε τή σωτηρία τής Μακεδονίας.

 Ψυχή ολοκλήρου του άγώνος γίνεται ό Τέλος Άγρας Άγαπηνός, στή μνήμη του οποίου ή Πηνελόπη Δέλτα άφιερώνει τό βιβλίο της. Εΐναι, όπως ή ίδια τον ονομάζει, ήρωας ιδανικός, χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς σκληρότητα, χωρίς υστεροβουλία, τήν ψυχή του οποίου έχει δουλέψει και εχει καλλιεργήσει ή μακρότατη παράδοση του έλληνικού πολιτισμού και οί άναρίθμητοι αγώνες τών Ελλήνων γιά τήν έλευθερία τους.

Παρά τις διαφορές καταγωγής, ικανοτήτων και πεδίου μαχών, ό Άγρας άπεικονίζεται άπό τήν Πηνελόπη Δέλτα μέ τά ίδια χαρακτηριστικά και μέ τό ίδιο ήθος, όπως ό Παύλος Μελάς και όπως ό παλαιότερός τους πρόγονος, Βασίλειος ό Βουλγαροκτόνος. Είναι ό κατ’ εξοχήν Ελλην, συμπύκνωση και έκφραση όλων τών Ελλήνων πού μάχονται στή λίμνη τών Γιαννιτσών και άπό έκεΐ έως τό Μοναστήρι, τις Πρέσπες, τις Σέρρες, τήν Άδριανούπολη. 

Βέβαια, ούτε ο δικός του θάνατος, ούτε ό θάνατος δλων τών άλλων αγωνιστών άπό τή Βόρεια και τή Νότια Ελλάδα έκρινε οριστικά τήν τύχη τής Μακεδονίας.

Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης με τον Πρωτοσύγγελο Πλάτωνα. Επιμνημόσυνος δέησης στον τάφο του Παύλου Μελά, στον περίβολο του Ιερού Ναού Ταξιαρχών στην Καστοριά, το 1904.   .


 Έστερέωσε όμως στά χώματα τούτα τόν ελληνισμό και έστησε στερεά τά θεμέλια γιά τήν ελευθερία πού θά έφερναν έπειτα οί πόλεμοι του 12 και 13. ’Έτσι βλέπει τόν άγώνα αυτόν και ό γέρο-Μακεδών Βασίλης, άπό τό Άσπροχώρι τής Νάουσας, πού τόν γνωρίσαμε ήδη στο Μάγκα και πού στοχάζεται τή σημασία του Μακεδονικού άγώνος, όταν έχουν πιά τελειώσει οί μάχες στή λίμνη τών Γιαννιτσών:

«Τόσες θυσίες, τόσοι μάρτυρες.
Τό ήξερε πώς καμιά θυσία δέν πάει χαμένη, πώς οί μάρτυρες γεννούν φανατισμό, πώς τό χυμένο αίμα στερέωσε τήν έλληνική συνείδηση στήν τουρκορατημένη Ελλάδα.
Εϊχε πει κάποτε ό καπετάν ’Άγρας, πώς ή ντροπή του 1897 γέννησε τό Μακεδονικό άγώνα, πώς ό Μακεδονικός άγών θά ξυπνήσει τό γένος.
Και ποιος ξέρει; Άπό μέσα άπό τά σπλάχνα του ξυπνημένου γένους γρήγορα θά σηκωθεί ’ίσως ό λυτρωτής, πού θά έλευθερώσει τή Μακεδονία, πού θά ελευθερώσει όλο τό δοΰλο έλληνισμό, θά ενώσει, έλεύθερη πιά, τή φυλή .. .
Τό ήξερε πώς άπό τό αίμα πού χύθηκε, κάθε στάλα θά βγάλει και άπό έναν έκδικητή, άπό έναν Άγρα έτοιμο νά μαρτυρήσει γιά τήν άπελευθέρωση τής φυλής» .

Στήν άρχή της ομιλίας σας είχα υπενθυμίσει τά τρία βασικά θέματα πού είχαν προβληθεί άπό τούς λογοτέχνες, τούς εκπαιδευτικούς και τούς διανοουμένους τήν έποχή πού παρουσιάστηκε στήν πνευματική μας ζωή ή συγγραφεύς, τή μνήμη τής όποίας τιμούμε άπόψε.

 Τό ενα άπό αύτά ήταν ή γλώσσα, τό άλλο ή παιδεία και τό τρίτο οί γενικότερες πνευματικές κατευθύνσεις του έθνους.

 Κλείνοντας τώρα τήν ομιλία θά προσπαθήσω νά καθορίσω τις βασικές άρχές τής πνευματικής προσωπικότητας τής Πηνελόπης Δέλτα, όπως μπορούμε τώρα νά τις άνασυνθέσουμε μέσα άπό τό έργο της.
Γιά τή γλώσσα, σάς έδιάβασα ήδη τις άπόψεις της, όπως τις διετύπωσε στό γράμμα της πρός τό Φωτιάδη.
Τις άπόψεις αύτές, πού τις έτήρησε σέ όλη τή ζωή της, θά μπορούσαμε νά τις συνοψίσουμε λέγοντας ότι βέβαια ή δημοτική είναι πρόοδος, πολύ περισσότερη όμως σημασία έχει τό τί λέγει κανείς στή δημοτική.
Τό νά άλλάξουν τά βιβλία του σχολείου και νά γράφονται στή δημοτική, μπορεί ίσως νά έχει κάποια σημασία. Πολύ πιο σοβαρό όμως είναι μαζί μέ τή γλώσσα νά άλλάξει και τό πνεΰμα τους.

'Η παιδευτική αύτή άντίληψη προβάλλει άπό ολόκληρη τήν πνευματική δημιουργία τής Πηνελόπης Δέλτα.
Στά βιβλία της τό παιδί επικοινωνεί μέ πλήθος καθαρούς, φωτεινούς χαρακτήρες πού γνωρίζουν τί θέλουν, γνωρίζουν γιατί τό θέλουν και γνωρίζουν έπίσης πώς νά τό θέλουν, άκόμη και αν αύτό σημαίνει ότι πρέπει νά θυσιάσουν τήν ΐδια τους τή ζωή.
Και οί ωραίες ήθικές αύτές μορφές δέν είναι έγκεφαλικά δημιουργήματα, άλλά είναι παρμένες μέσα άπό τή ζωή του έθνους, σέ κρίσιμες ώρες τής ιστο¬ρίας του και σέ περιοχές πού ή συντήρηση ή ή άπώλειά τους σημαίνει μαζί και τήν διατήρηση ή τήν άπώλεια ολόκληρου του έθνους.

'Όταν κάποτε θά γίνει γαλήνιος ό άπολογισμός τής πνευματικής ζωής του έθνους μας άπό τις άρχές του εΐκοστου αΐώνος, ή προσφορά τής Πηνελόπης Δέλτα θά πρέπει νά κριθεΐ ώς μιά άπό τις πιο θετικές, ΐσως μάλιοτα ή θετικότερη άπό τις συμβολές γιά τή θεμελίωση τής παιδείας στή χώρα μας.

Τό θέμα τής Μακεδονίας και στά τέσσερα βιβλία τής Πηνελόπης Δέλτα δέν ήταν θέμα διαλεγμένο τυχαία.

Ό Μακεδονικός άγων ήταν μιά πολύ μεγάλη περίοδος τής έθνικής μας ιστορίας, ίσως ή μεγαλύτερη περίοδος έπειτα άπό τήν Επανάσταση του 1821.

 'Η έθνική καταξίωση του άγώνος αύτου έχει ήδη έπιτελεσθεΐ, γιατί ή Μακεδονία άνήκει πιά στήν Ελλάδα, έστω και εάν δέν άνήκουν άκόμη μερικές περιοχές πού έπρεπε ήδη νά άνήκουν.
 Εκείνο πού δέν έχει έπιτελεσθεΐ άκόμη, είναι ή πνευματική του καταξίωση.
Τό τί σημαίνει ή έκφραση αύτή, πνευματική καταξίωση του Μακεδονικοΰ άγώνος, μάς τό διδάσκουν τά τέσσερα γιά τή Μακεδονία βιβλία τής Πηνελόπης Δέλτα.

Δέ νομίζω ότι θά ήταν λάθος ή υπέρβαση του νοήματος τών τεσσάρων αύτών βιβλίων αν λέγαμε ότι ή Πηνελόπη Δέλτα μέ τά βιβλία της αύτά έστρεψε τήν προσοχή του έθνους άπό τήν αντιδικία του μέ τούς Τούρκους πρός τήν άντιδικία του μέ τούς Βουλγάρους και , άκόμη γενικότερα, προς τήν αντιδικία του μέ τούς Σλάβους.

Τον Μακεδονικόν άγώνα δυσκολεύτηκαν νά τον καταλάβουν οΐ νότιοι "Ελληνες, γιατί ό άγών αύτός ήταν εξω άπό τό συνηθισμένο τρόπο πού έβλεπαν τό έθνος εως τότε και πού τό θεωρούσαν σέ άντιδικία κατ’ εξοχήν μέ τήν Τουρκία.

 'Ο άγών στή Μακεδονία παρουσίαζε προβλήματα, πού δέν ήταν έτοιμος άκόμη ό ελληνισμός νά τά άντιμετωπίσει.
Πώς ήταν δυνατόν νά μή συνεργάζονται Ελληνες και Βούλγαροι, χριστιανικοί λαοί και οΐ δύο, έναντίον τών Τούρκων;
Και πώς μπορούσε νά εξηγηθεί αύτή ή έμμονή του ελληνισμού τής Μακεδονίας στις παραδόσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, άφοΰ ή Εκκλησία τής 'Ελλάδος είχε ήδη γίνει αύτοκέφαλη;

Και πώς μπορούσε νά έξηγηθεί ότι πολλοί φανατικοί Ελληνες μακεδονομάχοι δέν γνώριζαν σχεδόν καθόλου ελληνικά, άλλά μιλούσαν βλάχικα ή βουλγάρικα;

 ’Ελάχιστοι ήταν έκεϊνοι πού είχαν τις προϋποθέσεις νά καταλάβουν τήν περίπλοκη υφή τών προβλημάτων τής Μακεδονίας.
 ’Ελάχιστοι επίσης ήταν έκεϊνοι πού εΐχαν μπορέσει τότε νά καταλάβουν ότι ή διάλυση τής τουρκικής αύτοκρατορίας έσήμαινε γιά τον ελληνισμό τό τέλος μιας εποχής και τήν άρχή μιας άλλης.
Τό νόημα τής καινούργιας αύτής έποχής μποροΰμε τώρα νά τό στοχαστούμε ευκολότερα καθώς μελετούμε τήν ιστορία του έθνους έπάνω στά τέσσερα βιβλία τής Πηνελόπης Δέλτα.

Πολλές φορές εως τώρα ήλθε ό ελληνισμός σέ άντιδικία μέ τούς βόρειούς μας γείτονες και πάντοτε ένίκησε.
Ό κίνδυνος τών εκατομμυρίων Σλάβων πού βρίσκονται πάντα άπό τό κεφάλι μας εχει πολλές φορές άποκρουσθεΐ εως τώρα, μέ τελικό όμως άποτέλεσμα νά μένουμε κρεμασμένοι άπό τά νύχια μας στήν άκρη τούτη τής χερσονήσου του Αίμου.

 Άν θά έλθει και άλλη φορά ό κίνδυνος και άν θά κρατηθούμε και πάλι, αύτό κανείς δέν τό γνωρίζει. Ό καθένας μας όμως τώρα γνωρίζει άπό τά βιβλία τής Πηνελόπης Δέλτα πώς θά άντιμετωπισθεϊ ό κίνδυνος αύτός, άν ελθει και πάλι.


Τά βιβλία τής Πηνελόπης Δέλτα στρέφουν τήν ψυχή μας πρός τον βορρά πού δέν τον λογαριάζαμε πολύ εως τώρα και παρ’ όλο τον κίνδυνο, 

πού μας άποκαλύπτουν, 


μας ένισχύουν μέ καρτερία, 

μέ φως, 

μέ αισιοδοξία, 

μέ τις ίδιες έκείνες δυνάμεις τής ψυχής
 και του πνεύματος
 πού έδειξαν στούς άγώνες τους 

οι μακεδονομάχοι τής έποχής του Βασιλείου του Βουλγαροκτόνου
και οί μακεδονομάχοι τής έποχής μας.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου