Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012

Ο Αθηνών Χρυσόστομος Β' καί ή δράση του στό Μακεδονικό άγώνα

τής κ. ΜΑΡΙΑΣ ΑΤΑΚΤΙΔΟΥ - ΓΕΩΡΓΙΤΣΑ

Τόνομά του ήταν Θεμιστοκλής Χατζήσταύρου.

Γεννήθηκε στο Άϊδίνι τής Μικράς Ασίας στά 1880.

 Φοίτησε στο Πυθαγόρειο Γυμνάσιο τής Σάμου καί μετά τις εκεί σπουδές του πήγε στη Θεολογική Σχολή τής Χάλκης άπ’ όπου άποφοίτησε  στοά 1902 μέ άριστα.
Κατόπιν σπούδασε στό πανεπιστήμιο τής Λωζάννης. Μετά τήν έπιστροφή του χειροτονήθηκε διάκονος καί ύπηρέτησε ώς άρχιδιάκονος τοϋ τότε μητροπολίτου Δράμας Χρυσοστόμου Καλαφάτη- μετέπειτα Σμύρνης- όπου συμμερίστηκε όλους τούς άγώνες του.

 ’Ακολούθησε τόν Χρυσόστομο στή Σμύρνη, όπου στά 1910 χειροτονήθηκε ώς βοηθός επίσκοπος τοϋ μητροπολίτου Σμύρνης μέ τόν τίτλο τής έπισκοπής Τράλλεων.

Τό 1913 ώς άνταμοιβή γιά τίς ύπηρεσίες του πρός τήν ’ Εκκλησία καί τό Έθνος τό Οικουμενικό Πατριαρχείο τόν προήγαγε σέ μητροπολίτη Φιλαδελφείας.

’ Εξ αιτίας δέ τής δράσεώς του καί εις τήν νέαν αύτήν θέσιν καταδικάστηκε σέ θάνατο άπό τόν  Τούρκο Διοικητή Ραχμέτ-Βέη, άλλά μεσολάβησαν οι προστάτιδες Δυνάμεις καί ή καταδίκη του άνεστάλη.

Τό 1919 μετετέθη στήν μητρόπολη ’ Εφέσου, όπου ξανάρχισε νέους έθνικούς άγώνες μέχρι τήν μικρασιατική καταστροφή, όπότε μόλις κατώρθωσε νά διαφύγει τήν τύχη του Σμύρνης Χρυσοστόμου καί νά διασωθεί φεύγοντας μ’ ένα άγγλικό πλοίο.

Πρόσφυγας στήν Αθήνα, στά 1922 διωρίστηκε άποκρισάριος τοϋ Οικουμενικού Πατριαρχείου καί άνέλαβε τήν περίθαλψη τών μικρασιατών προσφύγων.
 ’Αργότερα έγινε μητροπολίτης Βεροίας καί Ναούσης καί ύστερα άπό τέσσερις μήνες του άνέθεσαν τήν διαποίμανση τής Μητροπόλεως Φιλίππων καί Νεαπόλεως (Καβάλας) (1924), όπου αφού προσετέθη καί ή Θάσος (1952) έποίμανε μέχρις ότου έξελέγη Αρχιεπίσκοπος ’Αθηνών (14.2.1962).

’Εκπροσώπησε τήν Εκκλησία τής Ελλάδος σέ πολλά συνέδρια καί άποστολές.

Στά 1961 προήδρευσε στήν Πανορθόδοξο Διάσκεψη πού έγινε στή Ρόδο, ώς άντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Στόν Αρχιεπισκοπικό Θρόνο τών Αθηνών άνέβηκε μετά τήν παραίτηση τοϋ Αρχιεπισκόπου ’Ιακώβου (25.1.62), όπου καί έθήτευσε μέχρι τό 1967, όπότε λόγω σοβαράς καρδιακής προσβολής του ό θρόνος έθεωρήθη 176 χηρεύων.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος ό Β' άπεβίωσε στίς 9.6.68 στην Αθήνα.

 ’Εδημοσίευσε τά έξης:

«Αί περί τών 'Ησυχαστών τής ΙΔ' έκατονταετηρίδος καί τής διδασκαλίας αύτών έριδες», «γονείς και τέκνα», «Φως διά τούς νέους», «'Η φιλοπατρία έν τή Παλαιά Διαθήκη», «'Ο Κ.Η. Ιησούς Χριστός ως πρότυπον ηθικού βίου», «Αί παραβολαί τοΰ Κυρίου είς στίχους», «Ίεροτελεστικόν», «Συλλογή υμνων καί άσμάτων είς τήν βυζαντινήν Παρασημαντικήν», «Μελετήματα Α'», «Μελετήματα Β'», «Ροδόδενδρον», καί τά «Πεπραγμένα» τής άρχιεπισκοπείας του.

'Ως έπίσκοπος Τράλλεων υπήρξε διευθυντής τοϋ περιοδικού τής Μητροπόλεως Σμύρνης «Ιερός Πολύκαρπος», ώς μητροπολίτης Εφέσου έξέδωσε τό έπιστημονικό παράρτημα τής «’Εκκλησιαστικής Αλή¬θειας», « Ο νέος ποιμήν», τό όργανο τής Μητροπόλεως ’Εφέσου «Εφεσος», καί ώς μητροπολίτης Φιλίππων- Νεαπόλεως τό όργανο τής μητρόπολης αύτής «’Απόστολος Παύλος».

Ο Θεμιστοκλής στή Δράμα

Τήν έποχή έκείνη (1902-1907) στή Δράμα και στη Μακεδονία γενικά, ώργίαζε ή βουλγαρική προπαγάνδα καί οί Ελληνες είχαν όργανωθεί σέ μυστικά σωματεία γιά νά άντιδράσουν στίς πιέσεις πού τούς έκαμναν οί βούλγαροι καί οί Τούρκοι.

 ' Ο ’ Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ώς διάκονος τότε, ήταν τό δεξί χέρι του Μητροπολίτη Δράμας Χρυσοστόμου, πού άκούραστος, όρμητικός καί ριψοκίνδυνος ένέπνεε τούς άγωνιστάς στή δράση τους.
Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος

 ' Ο Θεμιστοκλής, άν καί νεώτατος τότε, έτρεχε παντού καί μέ τή συμπεριφορά του άπέναντι στούς χωρικούς κατάφερε νά κατακτήσει τήν άγάπη καί τό σεβασμό τους.

’Έδινε τό «παρών» σέ κάθε έθνική έκδήλωση καί ή προσφορά του ήταν μεγάλη.
Βοηθούσε άκόμα στή μεταφορά όπλων πού γίνονταν μέ διάφορους τρόπους άπό τούς άγωνιστάς.
 Μιά νύχτα, ένώ παρέδιδε όπλα άπό τό καμπαναριό τής έκκλησίας γιά νά μεταφερθούν στά χωριά, τόν είδαν μερικοί τουρκαλβανοί.

Οί τουρκικές άρχές τόν κάλεσαν γιά άνάκριση.
Αναγκάστηκε τότε νά φύγει γιά τήν Κωνσταντινούπολη όπου κρύφτηκε μέχρι τό 1908 όπότε δόθηκε ή γενική άμνηστεία.

Γράφει ό Αρχιεπίσκοπος:

 Τούς συντελεστάς καί συνεργάτας τής εποχής εκείνης - του Μακεδονικού άγώνος - τούς φιλοπάτριδας καί φιλογενείς άνδρας, δέν λησμονεί ή Πατρίς.

' Εγώ δέ έν τή ταπεινότητί μου έν τή έν χειρογράφω παραμενούση ιστορία μου των έν τή έπαρχία Δράμας γεγονότων, εις ά ένεργόν μέρος έλαβον, άναφέρω έν σεβασμώ έκ τών πρώτων καί τόν αείμνηστον καί άλησμόνητον Δημογέροντα Πέτρον Κωνσταντίνου.

 Καί τίς δύναται νά παρίδη τάς πρός τήν πατρίδα ύπηρεσίας του. Αύτός συνετός έν βουλαΐς, αύτός πράος καί άόργητος, αύτός ό οικονομικός νοΰς, ό προικήσας τήν Κοινότητα διά τόσον προσοδοφόρων κτημάτων».

’Έτσι έκτιμούσε καί ύπολόγιζε τούς τόσους καί τόσους στενούς συνεργάτας του, πού πρόσφεραν τά πάντα γιά τόν κοινόν Αγώνα.

’Επίσης συνέβαλε στήν ίδρυση τουμέ πίστη καί φανατισμό έμψύχωνε τούς νέους.

Μισή ώρα μέ τόν άρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο

Στά 1967 είχα τήν τύχη νά μέ δεχτεί ό ’ Αρχιεπίσκοπος στό άπέριττο σαλόνι του σπιτιού του στόν Βύρωνα, καί νά  μου παραχωρήσει μιά μικρή συνέντευξη σχετικά μέ τή Δράμα στήν έποχή  του 1902-1907.

Τότε πού μητροπολίτης Δράμας ήταν ό άκούραστος, ό όρμητικός καί ριψοκίνδυνος Χρυσόστομος ό άργότερα ’Εθνομάρτυρας κατά τή μικρασιατική καταστροφή καί ώς άρχιδιάκονος Θεμιστοκλής υπηρετούσε τότε ό Αθηνών Χρυσόστομος.
’Άστραψε τό βλέμμα τοϋ Ιεράρχη στήν άνάμνηση τής ένδοξης καί σύγχρονα μαρτυρικής έκείνης έποχής.

 Θυμήθηκε γενναίους συνεργάτες του, άγνούς πατριώτες τής Δράμας.

 Μου μίλησε γιά τόν «φλογερό πατριωτισμό» του Μητροπολίτη γιά τούς «προκρίτους» - ενθυμούμαι, είπε, τόν πάππον σου.
  Ητο καλός πατριώτης ό Πέτρος - πού έπαιρναν μέρος στόν άγώνα μέ όσα μέσα διέθεταν: χρήμα, μόρφωση, παλληκαριά. ’Ανέφερε τό καφενείο (καζίνο) τής Ελευθερίας - μέ ρώτησε άν ύπάρχει άκόμα - όπου τ’ άπογεύματα μαζεύονταν οί Δραμινοί καί συζητούσαν τό μεγάλο θέμα πού τούς ένδιέφερε καί τούς απασχολούσε, τόν «άγώνα».

Άνέφερε άκόμα τό μικρό άνήλιο καμαράκι, σ’ ένα σπίτι άντίκρυ άπό τή Μητρόπολη, όπου γινόταν ή «μύηοις» τών άγωνιοτών μέ χίλιες προφυλάξεις.

Μέσα σέ κείνο τό σκοτεινό δωμάτιο, πάνω σ’ ένα τραπέζι, ύπήρχε τό Εύαγγέλιο, πάνω στό όποίο ήταν τοποθετημένες «χιαστί» δυό ξιφολόγχες.

 Ο μυούμενος έβαζε τό χέρι του πάνω στό Εύαγγέλιο καί όρκιζόταν πίστη στόν ’Αγώνα.

- Οί μυούμενοι, είπε ό ’Αρχιεπίσκοπος, διαιρούνταν σέ τρεις κατηγορίες.

 Αν ό ύποψήφιος ήταν άθλητικών διαστάσεων τόν τοποθετούσαμε στό έκτελεστικό τμήμα τής όργανώσεως.

Αν ήταν πλούσιος τόν ένεγράφαμε στό τμήμα τής «οικονομικής ένισχύσεως».

 Αν, τέλος, ήταν έγγράμματος- είχαμε έξ ’ίσου άνάγκη καί άπό αύτούς- τού άναθέταμε γραφική έργασία.

Ό ’Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος ήταν αύτός πού, ώς άρχιδιάκονος Θεμιστοκλής ώρκιζε τούς μυουμένους στό σκοτεινό εκείνο καμαράκι.

-  Η όργάνωσις πού εμυούσε τούς Έλληνας ήταν έντελώς μυστική, συνέχισε.

Τόν Μητροπολίτην Χρυσόστομον προσπαθούσαμε νά τόν κρατούμε μακρυά άπό τόν κίνδυνον καί άποφεύγαμε νά τόν άνακατεύομε στήν όργάνωση «φαινομενικά».

Θέλαμε νά τόν προφυλάξομε άπό τόν κίνδυνο πού τόν  οδηγούσε ό όρμητικός χαρακτήρας του καί ό φλογερός πατριωτισμός του.

- Γενικός άρχηγός στήν όργάνωση ήταν ό Ίων Δραγούμης.

 Τήν πρωτοβουλία στήν όρκωμοσία τών μυουμένων στή Δράμα τήν είχα εγώ.

’ Εγώ ήμουν πού ώρκισα τόν  ΄Αρμεν καί τόν πατέρα του άπό τόν Βώλακα, καθώς και τόν Μπαλαμπάνην άπό τήν Πλεύναν.
Τούς έδίδαμε όπλα.
Μέ τό όπλο στό χέρι- τό όπλο πού τού τό παρέδωσα έγώ ό ’ίδιος μέ τά χέρια μου- βρέθηκε νεκρός ό Κομπόκης στήν Καλλιθέα, όπου μαζί μέ άλλα μέλη τής οίκογενείας του κάηκε ζωντανός.

- Ή όργάνωσις «Ιερά Πηγή» αφορούσε τήν Παιδεία καί φανερός άρχηγός της ήταν ό Μητροπολίτης Χρυσόστομος.

 Η όργάνωσις αύτή  ίδρυσε τά έκπαιδευτήρια Δράμας καί Δοξάτου.
Τού δευτέρου κτίστηκαν μέ τήν εισφορά τών κατοίκων του.

- Στά 1904, συνέχισε ό ’ Αρχιεπίσκοπος, άφοϋ πήρα άδεια άπό τόν χότζα -έπί πληρωμή- κάναμε άνασκαφή στήν Αγία Σοφία τής Δράμας, πού ήταν τότε άκόμα τζαμί.

Βρήκαμε τόν «διάκοσμο» τής έκκλησίας πού τόν μεταφέραμε καί τόν  είχαμε στό προσκυνητάρι τής Μητροπόλεως.

Επίσης τότε βρέθηκε σ’ άνασκαφές τό έκκλησάκι πού είναι λίγο πιό ψηλά άπό τό δρόμο Δράμας - Καβάλας κοντά στούς Φιλίππους. (Σημείωσέ το κι αύτό, μου τόνισε). Εχε μιά μεγάλη τοιχογραφία πού παρίστανε τόν Απόστολο Παύλο καί τόν Σύλλα ένηγκαλισμένους.

'Ο Αρχιεπίσκοπος, ώς άρχιδιάκονος Θεμιστοκλής κρατούσε τό Ημερολόγιο τής Μητροπόλεως καί έγραφε τά έγγραφα πού του ύπαγόρευε ό μητροπολίτης, πρός τό Πατριαρχείο.

 ’Έδειξε έκπληξη, όταν του είπα πώς τά έγγραφα αύτά είναι τυπωμένα σέ βιβλίο.
Δέν τό είχε ύπ’ όψη του.

- Μέ τόν δικό μου χαρακτήρα είναι γραμμένα τά έγγραφα αύτά, είπε. Βλέπετε τότε δέν είχαμε γραφομηχανές....
- Είναι πολλά, πάρα πολλά τά γεγονότα, κατέληξε στοχαστικά ό Ιεράρχης καί γεγονότα πού δέν λησμονοϋνται.
Καθώς ήταν καθισμένος στήν πολυθρόνα του, άπλωσε τό χέρι του πρός τό ντιβάνι, πλάϊ του, όπου ήταν σκόρπια διάφορα χαρτιά, σημειώσεις, κόλλες κι ένας φακός.
- ’Εδώ είναι συγκεντρωμένες δλες οί άναμνήσεις μου, είπε. ’Ασχολούμαι τώρα μέ τήν συγγραφήν τών «Πεπραγμένων».
Καί παίρνοντας στό χέρι του τόν φακό, χαριτολόγησε: Φυσικά μέ τόν πολύτιμο αύτόν βοηθό.

Καί ή δρασις δέν μέ  βοηθεί πλέον...
’Εδώ τελείωσε ή συνάντηση πού είχα μέ τόν Άρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο, ένα πρωί του ’Ιουλίου στά 1967.
Γιά περισσότερες πληροφορίες, σχετικά μέ τήν ιστορία τής Δράμας τής έποχής έκείνης, μέ παρέπεμψε στούς τόμους τών ετών 1904 κ.έ. τής «Νέας 'Ημέρας» τής Τεργέστης, έφημερίδας πού κυκλοφορούσε μυστικά σ’ όλη τή Μακεδονία καί στήν 'Ελλάδα γενικά,

όπου μέ τό ψευδώνυμο «Φλέγων» έστελνε τίς περίφημες ανταποκρίσεις του «’Επιστολαί έκ Καβάλας» πού καθρεφτίζουν μιάν όλόκληρη έποχή δόξας, άγώνων καί  ηρωισμού.

 Παραθέτω μερικά άποσπάσματα.

Επιστολαί έκ Καβάλας

Μεταφέρω αύτήν πού δημοσιεύθηκε στό φύλλο 24/6 Φεβρουάριου 1904 μέ τίτλο «Τή άχαριστία έπεται ή άναισχυντία» καί πού άναφέρεται  στίς ψευδολογίες τής έφημερίδας τής Πετρούπολης «Νόβογιε Βρέμια» σχετικά μέ τή συμπεριφορά του ελληνικού κλήρου κατά τών βουλγάρων, πού γράφει άνάμεσα στάλλα:

«Οί έλληνορθόδοξοι Μητροπολίτες άκόμη κατά τήν ύπερτάτην έντασιν τής έπαναστάσεως περιηγούντο τάς κωμοπόλεις καί τά χωρία, όπου μετηνάστευον οί βούλγαροι καί διά τής βίας καί τών τουρκικών όπλων έξηνάγκαζον τούς βουλγάρους ιερείς νά άναγνωρίζωσι τό Οίκουμενικόν  Πατριαρχείον.

 Κατά τήν τελετήν τής άναγνωρίσεως παρίσταντο συνήθως οί Τούρκοι στρατιώται καί ήπείλουν διά τών λογχών έν περιπτώσει άρνήσεως.
Γερμανός Καραβαγγέλης 

 Ο Έλλην Μητροπολίτης τής Καστορίας πρό πάντων διεκρίθη διά  του ζήλου αυτού».

- Αισχύνεται τις εις βάρος τών δολοφόνων καί άναγινώσκων τά  αναίσχυντα ταύτα ψεύδη, (έγραφε σέ
συνέχεια ό «Φλέγων»)
  τών άνταποκριτών καί δυναμιτιστών, έπιζητούντων διά τού τρόπου τούτου νά άποκρύψωσι τά έαυτών κακουργήματα,

μετατοπίζοντες τούς άναγνώστας άπό τών έμπρησμών καί κακουργημάτων, όσα διέπραξαν κατά τών 'Ελλήνων πρός έκβιασμόν τής έθνικής αύτών συνειδήσεως,
εις φαντασιώσεις καί σατανικός έπινοήσεις πράξεων άνυποστάτων τής ' Ελληνικής Ιεραρχίας, έκ διαμέτρου δέ άντιθέτων πρός τά Πατριαρχικά Χριστιανικά αισθήματα, όσα έπεδείξαντο πάντοτε μέν, άλλ’ ιδία κατά τάς χαλεπός ταύτας ήμέρας τής δοκιμασίας καί  του διωγμού.

Κατά τήν ύπερτάτην έντασιν τής έπαναστάσεως ύπέρ τάς 200 ψυχάς έκ τών πέριξ χωρίων, έξ ών οί πλεΐστοι βούλγαροι, έχθροί  του ελληνισμού, εύρον τήν σωτηρίαν αύτών έν τώ περιβόλω τής Μητροπόλεως (Θεσσαλονίκης) ήτις περισυνέλεγεν αύτούς πανταχόθεν καί έξησφάλισε τήν ζωήν διατηρήσασα μήνας πολλούς.

Αί Μητροπόλεις ούδέποτε έξεβίασαν  ουδαμού τήν έθνικήν συνείδησιν τών χριστιανών,

 άλλ’ οί έμπρησταί καί τά δολοφόνα αύτών όργανα έξεβίασαν πανταχόθεν άναφοράς πρός τήν ’ Εξαρχίαν έν ώρα νυκτός ένόπλως περιφερόμενοι εις τά χωρία καί διά τής σπάθης έξαναγκάζοντες τούς άνέκαθεν γνησίους "Ελληνας τής Μακεδονίας νά ύπογράψωσιν άναφοράς, ών τό περιεχόμενον ήτο ή άναγνώρισις τής βουλγαρικής προπαγάνδας.

Στό φύλλο τής «Νέας  Ημέρας άρ. 25/7  Ιανουαρίου 1905 γράφει ό «Φλέγων»:

 «.... Έν Άρχιστράτη (Άλιστράτη) π.χ. κειμένη είς ήμίωρον άπό τής περιωνύμου έδρας του Βουλγαρικού Κομιτάτου, του χωρίου Σκρίντζοβας, ούδέ εις ύπάρχει στρατιώτης (Τούρκος), καίτοι έπανειλημμένως οί κάτοικοι έζήτησαν παρά τής κυβερνήσεως άσφάλειαν, καίτοι ύπάρχουσιν άρκετοί φόβοι έπιδρομής του νυν έν Σκρίντζοβα εύρισκομένου καί έξ  είκοσι περίπου άνδρών συγκειμένου άποσπάσματος τών Κομιτατζήδων κατά του έν τή Μητροπόλει τής Άρχιστράτης έγκαθιδρυμένου Οικοτροφείου, όπερ, μετά φθονερού όμματος διά τά άξιόλογα αυτού άποτελέσματα βλέπουσι τής περιφερείας έκείνης οί βούλγαροι.

 Έν τοίς έλληνικωτάτοις τούναντίον τό τε φρόνημα καί τήν γλώσσαν, χωρίοις  του Παγγαίου όρους έχουσι έτοιμασθή καταλύματα διά πολυάριθμον στρατόν, έκ φόβου μή έκ  του Στρυμωνικού κόλπου έπιδράμη άμυντικόν τι σώμα πρός σωτηρίαν τών καταδυναστευομένων.

’Αλλά δέν λαμβάνωσιν ύπ’ όψιν οί οϋτω φυλακάς φυλάττοντες, ότι τά άμυντικά  ταύτα σώματα δημιουργεί καί διοργανοί καί έξοπλίζει  αυτή  ή κακοβουλία αύτών άπέναντι  του ελληνικού στοιχείου καί ότι τό ένστικτον τής αύτοσυντηρησίας έπιβάλλει εις τούς Έλληνας πάντας νά σχίσωσι πλέον τούς όγκώδεις φακέλους τών άλλεπαλλήλων διαμαρτυριών καί νά σπογγίσωσιν άπαξ διά παντός τά πικρά δάκρυα, άτινα άνεβίβασαν έπί τών όφθαλμών αύτών, όχι οί βούλγαροι άλλ’ οί Τούρκοι αύτοί καί νά άρωσι χείρα έκδικήσεως άμειλίκτου έναντίον δολοφόνων καί έμπρηστών καί έν άνάγκη καί έναντίον κυβερνήσεως έξηχρειωμένης καί άνικάνου νά έξασφαλίση τήν ζωή τών ύπηκόων έκείνων, άφ’ ών όμως εξακολουθεί νά έκμυζά καί τήν τελευταίαν ικμάδα πρός διατήρησιν αύτής έν ζωή....

Καί πιό κάτω:

..’Όχι πλέον βούλγαροι ούδ’ ίδιώται Τούρκοι, άλλ’ άξιωματικοί  του αυτοκρατορικού στρατού καί δή έκ τών άριστα μεμορφωμένων, μέχρι θανάτου ξυλίζουσιν έν τοίς καταστήμασιν αύτών πτωχούς μαγείρους έπί μόνω τώ λόγω, ότι έχουν τό θάρρος νά ζητήσωσι τήν έξόφλησιν τών χρεών αύτών καί ή άνωτάτη αύτών άρχή, πρός ήν άνηνέχθη δ τε δαρείς καί έξυβρισθείς καί αύτή ή Μητρόπολις Δράμας, πλατεί τώ στόματι ύποσχέσεις άφθόνους μόνον ύπεραφθόνους περί τής τιμωρίας αύτών έφιλοδώρησεν, άφήκε δέ αύτούς τήν έπομένην άτιμωρήτους νά περιφέρονται έν τή πόλει καί νά άπειλώσι τά έσχατα καί έναντίον αύτών τών καταγγειλάντων».

Βιβλιογραφία

’ Εφημ. «Νέα * Ημέρα» Τεργέστης άριθ. φύλ. 24/6 Φεβρουάριου 1904 καί άρ. φύλ. 25/7 Ίανουαρίου 1905. «Θρησκευτική καί Ηθική ’Εγκυκλοπαίδεια», Χρυσόστομος ό Β' ό Χατζησταύρου. «’Εγκυκλοπαίδεια Κοντέου», Κων/νου Πέτρος. Φώτη Τριάρχη, «Ιστορία τού νομού Δράμας 1969».

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΑΛΛΗ ΣΧΕΤΙΚΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΟΥ Γ.Κ. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, Φιλολόγου:

Η Εθνωφελής δράση του Θεμιστοκλή Χατζησταύρου στην επαρχία Δράμας(1902-1907)





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου