Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΓΗ: Η Ηδωνίς και η Επαρχία Φυλλίδας.



του Κωνσταντίνου Ι. Κοντού.
'Η ΑΛΙΣΤΡΑΤΗ ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ'
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΔΡΑΜΙΝΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009     

 (οι φωτογραφίες επιλογές Yauna)

Οι κάτοικοι της επαρχίας Φυλλίδος από την αρχαιότητα

Στα προϊστορικά χρόνια τρεις φυλές κυριαρχούν στην περιοχή:
Πελασγοί, 
Παίονες και
 Θράκες.

Οι Πελασγοί, ενώ κυριαρχούν σε όλο τον ελλαδικό χώρο, σε κάποια στιγμή υποσκελίζονται από τις άλλες δύο φυλές και αφομοιώνονται ή μεταναστεύουν.

Έτσι, από την ύστερη εποχή του χαλκού,
οι Παίονες και Θράκες συνυπάρχουν στην περιοχή. Θρακοπαιονικά φύλα είναι:

Οι Σιριοπαίονες,
οι Ζαιελέοι, 
οι Ιχναίοι, 
οι Αγριάνες, 
οι Παίοπλες, 
οι Δόβηρες, 
οι Οδόμαντες, 
οι Οδρύσες, 
οι Ηδωνοί, 
οι Σάτρες, 
οι Βησσοί, 
οι Παναίοι και 
οι Πίερες.

Αυτοί λοιπόν ιδρύουν σημαντικές πόλεις στην περιοχή.

Κατά πρώτον, την πόλη των Ιχνών (Ζίχνα) και δίπλα τη Ζέλεια.

Κόβουν νομίσματα στα υστεροαρχαϊκά χρόνια (520-480 π.Χ.).

Ακόμη ιδρύουν τη Μύρκινο, την Ηιόνα, τη Γάζωρο, τη Δραβήσκο, τις Εννέας Οδούς και τα Λείβηθρα (Ροδολίβος).

Από τα νομίσματα που βρέθηκαν,
 μόνο οι δύο πόλεις ΙΧΝΑΙ = ΖΙΧΝΑ και 
ΖΕΛΕΙΑ = ΖΗΛΙΑΧΟΒΑ = Ν. ΖΙΧΝΗ 
φέρουν επιγραφή με το όνομά τους. 

Για τις υπόλοιπες πόλεις, έχουμε πληροφορίες κυρίως από τις παραστάσεις και τα σύμβολα των νομισμάτων, που βρέθηκαν κοντά σε αυτές, οι δε επιγραφές τους δηλώνουν τους Ηδωνούς βασιλιάδες.

 Φαίνεται καθαρά πλέον η επικράτηση των θρακικών φύλων στην περιοχή.

Έτσι πορεύτηκε η Φυλλίδα μέχρι την κατάληψή της από τους Μακεδόνες το 357 π.Χ.

Από τότε, ένα νέο ελληνικό φύλο γεννιέται στο χώρο, οι Θρακομακεδόνες. 

Αυτοί κατόρθωσαν να επιζήσουν στην περιοχή μέχρι και τις μέρες μας.

Πολλοί από τους κατοίκους της περιοχής και ιδιαίτερα οι ντόπιοι θεωρούν τους εαυτούς τους απογόνους των Θρακομακεδόνων της εποχής εκείνης



Η επαρχία Φυλλίδας κατά την αρχαιότητα

Ολόκληρη η μεσημβρινή χώρα, η οποία εκτείνεται μεταξύ του κάτω Στρυμόνα και του Νέστου ποταμού, τέμνεται από τη λίμνη Κερκίνη, τον Όρβηλο και το Παγγαίο όρος και διασχίζεται από τον Αγγίτη ποταμό και τους παραποτάμους του,
ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα Ηδωνίς και χώρα των Ηδωνών. 
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο:

"Η δε γη αύτη η περί το Πάγγαιον όρος καλέεται Φυλλίς, κατατείνουσα τα μεν προς εσπέρην επί ποταμόν Αγγίτην εκδιδόντα ες τον Στρυμόνα, τα δε προς μεσημβρίην τείνουσα ες αυτόν τον Στρυμόνα, ες τον οι μάγοι εκαλλιέροντο σφάζοντες ίππους λευκούς".

Το μέσο τμήμα της χώρας ονομαζόταν Οδομαντική και το βόρειο και βορειοανατολικό κατοικούσαν διάφορα έθνη παιονικά και θρακικά,
τα σπουδαιότερα από τα οποία ήταν
οι Δόβηρες,
 Παιοπλοί,
Δερσαίοι και 
Σάτρες.

Η Ηδωνίς περιελάμβανε ολόκληρη την περιοχή, 
η οποία εκτείνεται 
από τη λίμνη Κερκίνη (Ταχινού ή Αχινού), 
μέχρι και τις περιοχές δυτικά και νότια του Νέστου ποταμού,
 δηλαδή τη μεσημβρινή περιοχή της Ζίχνης, της Αλιστράτης και της Δράμας, μέχρι την παραλία, που έχει βορειοδυτικά τον Αγγίτη ποταμό (Αγγίστα) και νότια το Παγγαίο όρος. 

Όπως φαίνεται από τις πηγές η Ηδωνίδα αποτελούνταν από τρία τμήματα:

α) τη Φυλλίδα, που εκτεινόταν ανάμεσα στο Παγγαίο και τον Αγγίτη,

β) την κυρίως Ηδωνίδα, που καταλάμβανε την περιοχή του σημερινού νομού Δράμας και της επαρχίας Νέστου Καβάλας και

γ) την Πιερίδα, που εκτεινόταν σε όλο το μήκος της παραλιακής λωρίδας ανάμεσα στο Παγγαίο και τη θάλασσα, περιλαμβάνοντας την περιοχή του σημερινού νομού Καβάλας, εκτός από την επαρχία Νέστου.

Αρχικά, κατοικείτο από διάφορα παιονικά και θρακικά φύλα.

Τον Ε’ όμως π.Χ. αι., καταλήφθηκε από τους Θράκες Ηδωνούς, 
οι οποίοι ονομάστηκαν έτσι από τον
 Ηδωνό, γιο του Αρεως και της νύμφης Καλλιρόης 
και αδελφό του Μύγδονα,
 που εκδιώχθηκαν από τη Μυγδονία από τον Αλέξανδρο А' βασιλιά της Μακεδονίας και αποτέλεσε το ανατολικό μέρος του Μακεδονικού κράτους. 


Οι Ηδωνοί ήταν γνωστότατοι για την οργιαστική λατρεία του Διονύσου. 

Νόμισμα Βεργαίου, Παγγαίο 350-20 π.χ.
Πρώτος βασιλιάς τους ήταν ο μυθικός ήρωας Λυκούργος, για τον οποίο λέγεται ότι ήθελε να απαγορεύσει τη λατρεία του Διονύσου, αλλά καταδιώχθηκε από τους Μαινάδες και κατασπαράχτηκε από άγρια άλογα.

Δεύτερος βασιλιάς θεωρείται ο Πιττακός, ο οποίος μνημονεύεται από το Θουκιδίδη.

 Αυτός λέγεται ότι δολοφονήθηκε από το γιο του Γοάξη και τη σύζυγό του Βραυρούς.
Περί του 500 π.Χ. βασιλεύει ο Γέτας, ο οποίος είχε μεταφέρει την πρωτεύουσα του κράτους του στη Μύρκινο.
Ο ΕΡΜΗΣ με δυό βόδια
και στην πίσω πλευρά
Γέτας (520-479 π.Χ.)
Βασιλεύς των Ηδωνών
 Του βασιλιά αυτού διασώθηκαν αργυρά δεκάδραχμα νομίσματα, τα οποία απεικονίζουν μπροστά μεν άνδρα γυμνό να οδηγεί δύο βόδια και πίσω φέρουν την επιγραφή "ГЕТА ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΗΔΩΝΩΝ" ή "ΓΕΤΑΣ ΗΔΩΝΕΟΝ ΒΑΣΙΛΕΥΣ".

Τα νομίσματα αυτά βρέθηκαν στον ποταμό Τίγρη της Ασίας, όπου μεταφέρθηκαν 

οι Ηδωνοί ως αιχμάλωτοι των Περσών περί τα τέλη του 6ου π.Χ. αι


Περί τον 4° π.Χ. αι. η Φυλλίδα προσαρτήθηκε στο Μακεδονικό κράτος και αποτέλεσε τμήμα της "Επικτήτου Μακεδονίας".

Η Φυλλίδα ονομαζόταν και Κίασα, από την Κίασα, πρωτεύουσα της χώρας της Φυλλίδας.

Φυλλίδα σημαίνει τόπο πράσινο, δενδροφυτεμένο ή πετρώδη.
 Κίασα σημαίνει τόπο όπου τελούνταν Βακχικά όργια, 
τόπο αμπελιών, 
όπως ήταν η περιοχή της Αλιστράτης.

Ευωδιαστή ήταν η Φυλλίδα από τα ρόδα που καλλιεργούνταν από την αρχαιότητα.
Στα νομίσματα των Παιόνων και των Πιέρων, το ρόδο ήταν το σύμβολο του Ήλιου. Να πως την περιγράφει ο καθηγητής Μαργαρίτης Γ. Δήμιτσας:

"... το δε μεταξύ της Κερκινίτιδος, του Παγγαίου όρους και του Αγγίτου Ποταμού περιεχόμενον ωνομάζετο Φυλλίς, εκ της Φυλλίδος θυγατρός του βασιλέως της Θράκης, ην εις γάμον έδωκε το Ακάμαντι, οίτινες Αημοφώντα καλούσιν, υιώ του Θησέως, και την χώραν ως προίκα.
 Επειδή δε ούτος απίστως αυτήν κατέλιπεν, αύτη καταρασθείσα τους Αθηναίους εκρεμάσθη εις τας Εννέα οδούς. Εντεύθεν δε και η πολλαπλή συμφορά, ην βραδύτερον υπέστησαν οι Αθηναίοι.
 Οι Ηδωνοί καταλαβόντες την λαμπράν ταύτην χώραν γενναίως αντέστησαν πρώτον μεν κατά του Iστιαίου τω 513, είτα δε τω 497 κατά του Μιλησίου Αρισταγόρου, αποπειραθέντος να οχυρώση την Μύρκινον. 
Ακολούθως δε οι Αθηναίοι δελεασθέντες εκ των φυσικών πλεονεκτημάτων της χώρας και θελήσαντες να καταλάβωσι τας Εννέα οδούς, απέστειλαν μεν στρατόν υπό τους στρατηγούς Αυσίστρατον, Αυκούργον και Κρατίνον, απεκρούσθησαν όμως υπό των Ηδονών τω 465 και μετά ταύτα πάλιν αποπειραθέντες να καταλάβωσι την πόλιν, δεκακισχιλίους αποίκους απέστειλαν υπό την αρχηγίαν του Αεάγρου και Σωφάνους, αλλά πάλιν την αυτήν υπέστησαν τύχην με χρίσου τω 437 Άγκων ο Νικίου εξήλασε τους βαρβάρους και της πόλεως κύριος γενόμενος μετωνόμασεν αυτήν Αμφίπολιν.
Συγχρόνως δε προσπαθήσαντες να κατακτήσωσι τας άλλας μεσογείους πόλεις απεκρούσθησαν υπό των αλκίμων Ηδωνών και λοιπών Θρακών συμπάντων.
Εν τη χώρα ταύτη υπήρχον το πάλαι πολλαί πόλεις, των οποίων επισημόταται μεν εγένοντο η Αμφίπολις μετά της Ηιόνος και οι Φίλιπποι, ασημότεραι δε ήσαν η Οισύμη, Γαληψός, Δράβησκος, Δάτος, Νεάπολις, Χριστόπολις, Σκαπτή Ύλη, Ακόντισμα, Πίστυρος, Πέρνη, Τρώιλος και Πέργαμος".

Η λατρεία του Διόνυσου στο Παγγαίο και ειδικότερα στην περιοχή της Αλιστράτης, είναι αναμφισβήτητο γεγονός και γι΄ αυτό αναφέρεται ως τόπος όπου τελούνταν Βακχικά όργια.

Ήταν τόπος αμπελιών, αφού Κία σημαίνει μέθη (Κύριλλος Αλεξανδρείας Ζωναράς Ιωάννης (Σχολιαστής στον Αισχύνη, σ. 755, 19 (εκδ. Век): ".Την δε Φυλλίδαν, οι δε Κίασαν ονομάζουσι".
Σύμφωνα με τον Πολυδεύκη (I. 227): "Φελλίς γη: πετρώδης γη". Με αυτό δίνεται στη Φυλλίδα η ονομασία που έχει, λόγω του αγόνου του εδάφους της.

Η μυθολογία της Φυλλίδος

Στη μυθολογία, η περιοχή διαδραματίζει και πάλι πρωτεύοντα ρόλο στο νομό Σερρών.

 Έτσι, στην περιοχή του Παγγαίου αναφέρεται ότι ζούσε ο βασιλιάς Συλέας.
Ηρακλής και Συλέας
 Σχετικά με αυτόν παραδίδεται ένα επεισόδιο, το οποίο έχει πολλές παραλλαγές.
Λέγεται ότι ο Συλέας υποχρέωνε τους περαστικούς από την περιοχή να εργάζονται στα αμπέλια του.
Κάποτε πέρασε από τη Φυλλίδα ο Ηρακλής.
 Επιχείρησε και αυτόν να τον βάλει να δουλέψει στα αμπέλια του.
Όμως ο Ηρακλής αντέδρασε βίαια. Αφού κατέστρεψε τα αμπέλια, σκότωσε το Συλέα και την κόρη του Ξενοδίκη.
Σε ένα σατυρικό δράμα ο Ευριπίδης παρουσιάζει τον Ηρακλή να έχει πουληθεί ως δούλος στο Συλέα.
Τότε εκείνος έστειλε τον ήρωα στα αμπέλια του, αλλά ο Ηρακλής κατέστρεψε όλα τα κλήματα, τα φορτώθηκε στους ώμους του και τα πήγε στο παλάτι του Συλέα. Εκεί, σκότωσε τον καλύτερο ταύρο, άνοιξε το καλύτερο βαρέλι με κρασί, κατασκεύασε ένα τραπέζι από τις πύλες του παλατιού και στη συνέχεια υποχρέωσε το Συλέα να τον σερβίρει.

Επίσης, κατά τη μυθολογία, ο Ηρακλής πέρασε πάλι από την περιοχή, όταν επέστρεφε από τη Θράκη.
Λέγεται δε ότι οι κάτοικοι τότε παραπονέθηκαν στον ήρωα για τις μεγάλες ζημιές, που τους προκαλούσε ο ποταμός Στρυμόνας με τις συχνές πλημμύρες του.
 Και ο Ηρακλής, θέλοντας να τους βοηθήσει, διευθέτησε την κοίτη του ποταμού και έτσι απήλλαξε τους κατοίκους από τις φοβερές καταστροφές.

Η επαρχία Φυλλίδος σήμερα

 Γεωγραφική παρουσίαση

Η επαρχία Φυλλίδος σήμερα είναι μία από τις τέσσερις του νομού Σερρών.

Η περιοχή της εκτείνεται νοτιοανατολικά της επαρχίας Σερρών, προς τους νομούς Δράμας και Καβάλας. Καλύπτει ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή της Νέας Ζίχνης.
Τα σύνορά της είναι τα εξής:

Ανατολικά συνορεύει με τους νομούς Δράμας
(στο ύψος του ποταμού Αγγίτη) και Καβάλας
 (στα όρια της Κορμίστας και της I. Μονής της Παναγίας της Εικοσιφοίνισσας).
Ι.Μ.  Παναγίας της Εικοσιφοίνισσας

Δυτικά με την επαρχία Σερρών στο ύψος των χωριών Πεθελινού και Τούμπας.

Βόρεια με την επαρχία Νευροκοπίου του νομού Δράμας, που τη χωρίζει το όρος Μενοίκιο.
Νότια βρέχεται από τον κόλπο του Στρυμόνα και τον ίδιο τον ποταμό Στρυμόνα.

Η εύφορη πεδιάδα της Φυλλίδας, που προήλθε από την αποξήρανση της πρώην λίμνης του Αχινού (Κερκινίτιδα), εκτείνεται προς όλα τα σημεία του ορίζοντα, με πλούσιες καλλιέργειες.

Πρωτεύουσα της επαρχίας είναι η ιστορική Νέα Ζίχνη, η οποία αριθμεί 3.000 περίπου χρόνια παρουσίας στην ελληνική ιστορία.


 Ποτάμια

αα) Ο Αγγίτης

Ο σπουδαιότερος παραπόταμος του Στρυμόνα, στον κάτω ρου του είναι ο Αγγίτης ποταμός, το ποτάμι μας, ο οποίος ταυτίζεται με τον αρχαίο ομώνυμο ποταμό Αγγίτη ή Γαγγίτη. Τον Αγγίτη, ως παραπόταμο του Στρυμόνα, αναφέρει και ο Ηρόδοτος:

"Η δε γη αυτή η περί το Πάγγαιον όρος καλέεται Φυλλίς, κατατείνουσα τα μεν προς εσπέρην επί ποταμόν Αγγίτην εκδιδόντα ες τον Στρυμόνα, τα δε προς μεσημβρίην τείνουσα ες αυτόν τον Στρυμόνα ".

Ο Αππιανός τον αναφέρει ως Γαγγίτη.

Το όνομά του είναι θρακικό.

Προέρχεται από το ινδικό Γάγγης, που σημαίνει ρεύμα. 

Ο Coysinery ο Collart και ο Μ. Δήμιτσας αποκαλούν τον Αγγίτη και Αγγίτα ή Αγγίστα με τις πηγές του στο Κ. Νευροκόπι.
 Από αυτόν πήρε το όνομά του και το παραποτάμιο χωριό Αγγίστα.

Ο Αγγίτης αποτελούσε κατά την αρχαιότητα το φυσικό νότιο σύνορο της Οδομαντικής με την Ηδωνίδα.

Ο Αγγίτης δέχεται δύο παραποτάμους.

Το Ζυγάκτη ή Ζυγοστό και τον Πάνακα του Μεσαίωνα.
Ο πρώτος ταυτίζεται με το ρέμα (Καράντερέ) του Νευροκοπίου, που μπαίνει στον Αγγίτη από τα δεξιά και ο δεύτερος με το ρέμα της Αγίας Βαρβάρας που μπαίνει από τα αριστερά.

Στην πεδιάδα της περιοχής, ο Αγγίτης μπαίνει από τις πόρτες (Τασλούκ Μπογάζ) = Πέτρινα στενά.
Στη σημερινή Συμβολή (Μπάνιτσα) υπήρχε κατά την αρχαιότητα το μοναδικό σημαντικό φράγμα της περιοχής, αξιόλογο έργο, που έτυχε του προσωπικού ενδιαφέροντος του Μ. Αλεξάνδρου, όπως αναφέρει ο Θεόφραστος σε επιγραφή που υπάρχει στο μουσείο Φιλίππων, του οποίου ολοκληρώνεται η καταστροφή και η σμίκρυνση της πεδιάδας με τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Βούλγαροι από το έτος .

Ο Αγγίτης κατά την πρώιμη αρχαιότητα ονομαζόταν Πάναξ.

Το όνομα προήλθε από ομώνυμο χωριό δίπλα στον Αγγίτη, αλλά αυτό το άλλαξαν οι Σλάβοι κατακτητές σε Μπάνιτσα και σήμερα Συμβολή.

Πιθανόν, όμως, να οφείλεται και στο όνομα του Θεού "Πάνα", αν και το προσωνύμιο "Άναξ", αποδιδόταν στον Άδη.
Ίσως, πρόκειται για ένα συγκερασμό των ιδιοτήτων των δύο θεοτήτων.

Του γονιμοποιού "Πάνα" και των δυνάμεων της ζωής που οργιάζει γύρω από το ποτάμι, με το ίδιο το ποτάμι ως οδό προς τον "Κάτω Κόσμο" του Άδη και στο "Θάνατο".

Γιατί, σύμφωνα με τις παραδόσεις, όπως αναφέρουμε παρακάτω, ο Πλούτωνας άρπαξε την Περσεφόνη από την κοιλάδα του Αγγίτη, καθώς εκείνη απολάμβανε ξένοιαστη τη συντροφιά των Σειρήνων, που τη συνόδευαν συχνά με τα τραγούδια τους, και την οδήγησε στο σπήλαιο, όπου ήταν το βασίλειό του.
Κατ' αυτή την εκδοχή, λοιπόν, οι Πύλες του Άδη τοποθετούνται και στο φαράγγι του Αγγίτη89.
Για το θέμα αυτό στο Τυπικό Πακουριανού (1083μ.Χ.) 6-12 αναφέρονται:

"...περί τον Πάνακα ήτοι τον Αγγίτην ποταμόν...".

Το "Πάνακας" ίσως να προέρχεται και από το πάνακες = ονομασία διαφόρων φυτών ή από το πανακής = ο τα πάντα ιώμένος (Στράβων 6, 3, 9: ποτάμιον πανακές προς τας των θρεμμάτων νόσους). Πρβλ. Πανάκεια, όνομα θυγατέρας του Ασκληπιού (Ιπποκρ. Ορκ. Αριστοφ. Πλ. 702) και Θεραπεία (Ησυχ.).

Τα νερά του Αγγίτη σήμερα αρδεύουν αρκετές εκτάσεις στις περιοχές Δράμας και Φυλλίδας.

Τα υπόλοιπα νερά χύνονται στο Στρυμόνα, στο ύψος της Κοινότητας Μύρκινου.
Πρέπει να αναφερθεί ότι ο ποταμός πηγάζει από το βουνό Φαλακρό στην περιοχή Κάτω Νευροκοπίου και στο διάβα του διασχίζει και συναντά δύο θαυμάσια σπήλαια.

Το ένα στις πηγές του, περνώντας μέσα από το σπήλαιο του Μααρά της Προσωτσάνης και το άλλο στη σπηλαιογενή περιοχή της Αλιστράτης. 

Εδώ ο Αγγίτης περνάει δίπλα από τα σπήλαια της Αλιστράτης σχηματίζοντας το συναρπαστικό φαράγγι "Βράους", που ποιος ξέρει πότε μέσα στην απεραντοσύνη του χρόνου άνοιξε η γη στα δύο για να περάσει ο ποταμός.
Το συνολικό μήκος του είναι 51 χιλ. από τα οποία τα 27 διατρέχουν στο νομό Σερρών.

ββ) Ο Στρυμόνας

Ο Στρυμόνας είναι ποταμός του νομού Σερρών, που πηγάζει από το βουνό Σκόμιο (σημ. Vitosa) της Βουλγαρίας και χύνεται στον ομώνυμο κόλπο.
Ανέκαθεν υπήρξε ένας από τους βασικούς παράγοντες του πλούτου των Σερρών.
Αν και έχει υποστεί πολλές παρεμβάσεις από τον άνθρωπο, πολλές μορφές ζωής επιβιώνουν γύρω και μέσα σε αυτόν.

 Ιδιαίτερα στο Δέλτα του κοντά στην Αμφίπολη υπάρχει ένας μικρός υδροβιότοπος, που φιλοξενεί κάθε χρόνο σημαντικό αριθμό υδρόβιων και παρυδάτινων πτηνών.

Ο Στρυμόνας, πριν από εκατομμύρια χρόνια, ήταν παραπόταμος του ποταμού Αιγαίου.

Στους προϊστορικούς χρόνους, ο τόπος που διαρρέεται από αυτόν, κατοικήθηκε πυκνά και προόδευσε.
Ο Όμηρος δεν αναφέρεται στο Στρυμόνα, πράγμα που κάνει αντίθετα ο Ησίοδος.
Τον αναφέρει ανάμεσα στους ποταμούς Νείλο, Αλφειό και άλλους.
Η λέξη Στρυμών θεωρείται θρακική, μα δεν αποκλείεται να είναι και προελληνική.
Το αρχαίο όνομα του ποταμού Στρυμόνα, διατηρήθηκε και στη βυζαντινή περίοδο, παράλληλα με το όνομα "Μαρμαράς” από το ομώνυμο πόλισμα κοντά και βορειοδυτικά της Αμφίπολης.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες του ψευδο-Πλουτάρχου "περί ποταμών” XI,
 ο Στρυμόνας ονομαζόταν πρώτα Παλαιστίνος.

Κατά την τουρκοκρατία, ονομαζόταν Ορφάν και αργότερα Καρασού, Στρούμπα και Ισκάρ.

Κατά τη μυθολογία ονομάστηκε Στρυμόνας από τον πατέρα του Ρήσου, που είχε το όνομα αυτό. Ο Στρυμόνας αυτοκτόνησε στο ποτάμι από τη λύπη του για το θάνατο του Ρήσου.

Ο Στρυμόνας ως ποταμός της περιοχής ήταν ξακουστός και πλωτός κατά τη αρχαιότητα.

Στις όχθες του, κοντά στην Αμφίπολη, λειτουργούσαν σπουδαία και προφυλαγμένα ναυπηγεία. 
Η Αμφίπολη
υπήρξε κατά την αρχαιότητα μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μακεδονίας,
 και ιδρύθηκε το 437 π.Χ σαν αποικία των Αθηναίων,
από τον στρατηγό Άγνωνα
(από Γυμνάσιο Νέου Σουλίου Σερρών)

Ναυπηγούσαν πολεμικά και εμπορικά πλοία από την ξακουστή ξυλεία του Παγγαίου και του Όρβηλου.

Ο Θουκυδίδης αναφέρει για την ξύλινη γέφυρα της Αμφίπολης
"εκείνη τη νυκτί κατέστησαν τον στρατόν προ έω επί την γέφυραν του ποταμού " και "...και απροσδόκητος προσπεσών, διέβη την γέφυραν".
Πρόκειται για το πέρασμα του Βρασίδα και των στρατιωτών του από την ξύλινη γέφυρα του Στρυμόνα και την άφιξη αυτού στην Αμφίπολη.

Ο Ποταμός Στρυμόνας λατρευόταν ως θεός στην Αμφίπολη. 

Η δαιμονική του φύση ως ποτάμιου θεού τονίζεται από την παρουσία του φιδιού, που συνοδεύει τις απεικονίσεις του.
Ο Στρυμόνας εμφανίζεται, επίσης, σε νομίσματα της Αμφίπολης, στεφανωμενος με καλαμια ή ανακεκλιμενος

 Βουνά

αα) Το Παγγαίο

Το Παγγαίο ή Πάγγαιο είναι βουνό με στρατηγική θέση κοντά σε θάλασσα και σε ποτάμια με πολλά σπουδαία οδικά περάσματα. Βουνό της ανατολικής Μακεδονίας, στο έδαφος της Φυλλίδας και της ομώνυμης επαρχίας του νομού Καβάλας.

Ήταν πολύ γνωστό στην αρχαία ελληνική και λατινική φιλολογία και ιδιαίτερα φημισμένο για τα αργυρωρυχεία και τα χρυσωρυχεία του, καθώς και για την ξυλεία, τα εκατοντάφυλλα τριαντάφυλλα και κυρίως για το μαντείο του Διονύσου, που υπήρχε στην κορυφή του.

Ταυτίζεται, χωρίς αμφιβολία με το σημερινό ομώνυμο βουνό.

Κατά τη μυθολογία, εδώ στο Παγγαίο, ο Ηρακλής δάμασε τα ανθρωποφάγα άλογα και ονομαζόταν τότε Καρμάνιον. 

Ονομάστηκε Παγγαίο από τον αιμομίκτη Παγγαίο, που αυτοκτόνησε σε αυτό για να ησυχάσει από τις τύψεις του.
 Νησήιον το αποκαλούσε ο Όμηρος.

Ο Ηρόδοτος πρώτος αναφέρει το Παγγαίο ως χρυσοφόρο, μεγάλο και ψηλό βουνό.

 Άλλοι συγγραφείς, που το ονομάζουν Πάγγαιον, είναι ο Ευριπίδης, ο Θουκυδίδης, ο Αισχύλος, ο Στράβων, ο Αριστοτέλης, ο Αρριανός και ο Σουίδας. "Το Παγγαίον όρος, εόν μέγα τε και υψηλόν, εν των χρύσεά τε και αργύρεα ένι μέταλλα ".

 Οι Φοίνικες ήταν οι πρώτοι που εκμεταλλεύτηκαν το χρυσοφόρο Παγγαίο.

 Στα τέλη του 6ου π.Χ. αι. ήλθε στο Παγγαίο ο έκπτωτος Τύραννος της Αθήνας Πεισίστρατος.

Αυτός εκμεταλλεύτηκε τα χρυσωρυχεία και επέστρεψε στη θέση του με μεγάλη οικονομική δύναμη. 

Τα νέμονταν, επίσης, οι Πιερείς και οι Οδόμαντες, κυρίως, όμως, οι Σάτρες.

Όταν ο Φίλιππος Β΄ κατέλαβε την Αμφίπολη το 357 π.Χ. και στη συνέχεια όλη την περιοχή, 
από το Στρυμόνα μέχρι το Νέστο, 
τότε τα μεταλλεία του Παγγαίου και της περιοχής του Δάτου περιήλθαν στη δικαιοδοσία του.

Από τότε η περιοχή της Θράκης, που βρισκόταν ανάμεσα στο Στρυμόνα και στο Νέστο,
ονομάστηκε Μακεδονία
 και αποτέλεσε την Ανατολική Μακεδονία, με την από της ελευθερώσεώς της διοικητική διαίρεση του ελληνικού κράτους.

Με τα έσοδα, που εισέπραττε ο Φίλιππος από τα μεταλλεία του Παγγαίου και του Δάτου, πραγματοποίησε όλα τα σχέδια του για την επέκταση του κράτους του και την εδραίωση της εξουσίας του.

Όταν, μετά το θάνατό του, ανέλαβε την εξουσία του Μακεδονικού Κράτους ο γιος του 
ο Μέγας Αλέξανδρος, 
τα μεταλλεία του Παγγαίου και της περιοχής του Δάτου, 
κάλυπταν όλα τα έξοδα της εκστρατείας του εναντίον των Θρακών και των Περσών, 
μέχρι που κυρίευσε τα θησαυροφυλάκια
 των Περσών Βασιλιάδων.

Η λέξη Παγγαίο προέρχεται από τη φοινικική λέξη ίσως Πάγκα = σύνδεσμος, συνένωση.

Το Παγγαίο είναι ο συνδετήριος κρίκος του Μενοικίου, του Συμβόλου και του Ορβήλου. Η ονομασία του πιθανόν να οφείλεται και στο Θεό "Πάνα" (Παν-γαίο, γη του Πάνα), ο οποίος λατρευόταν από τους Θράκες, που αναγνώριζαν στην αρχαϊκή μορφή του συγγενικά στοιχεία της οργιαστικής λατρείας της Κυβέλης και του Διονύσου.

Εδώ βλέπουμε ότι το προηγούμενο όνομα του Παγγαίου ήταν Καρμάνιο.

Ο Όμηρος λέγει για το Παγγαίο ή για ένα τμήμα του, ότι ονομαζόταν "Νύσιον και Νύσα", όπου ανατράφηκε ο Διόνυσος ο γιος του Δία (Διός και Νύσος) και η πεδιάδα των Φιλίππων "Νύσιον πεδίον" ή πεδιάδα της Νύσας.

Ο Στέφανος Βυζάντιος τοποθετεί κοντά και πόλη "Νύσα” (ίσως Νικήσιανη) τη λίμνη Θεστίδιον του Παγγαίου. Αυτά τα αναφέρουν και πολλοί άλλοι συγγραφείς.

Το όνομα, όμως, Παγγαίο δόθηκε στο βουνό αυτό, προφανώς, από τους πρώτους κατοίκους του, τους Θράκες ή τους Θρακοπελασγούς. 

Οι Θράκες εγκαταστάθηκαν στο Παγγαίο γύρω στα 1800 π.Χ. και οι Θρακοπελασγοί γύρω στα 1500 π.Χ.

 Οι Φοίνικες του Κάδμου ήρθαν στο Παγγαίο το 1500-1100 π.Χ.
Δεν ήταν, λοιπόν, δυνατόν οι Θρακοπελασγοί να περίμεναν τους Φοίνικες, να δώσουν όνομα στο βουνό που κατοικούσαν από αιώνες, πριν έρθουν οι Φοίνικες.

Μερικοί βλέπουν στην ονομασία Παγγαίο δύο συνθετικά (Παν+καίω = Παγγαίο ή Παγκαίο).

 Αυτό βγαίνει από ένα βαθύ μέρος του βουνού, όπου ό,τι πλησιάζει πεθαίνει, καίγεται. Άλλοι πάλι από τις λέξεις (παν+γαίον = όλα της γης, δηλ. βουνό πλούσιο).
Το βουνό κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς χρόνους. Οι άνθρωποι που κατοίκησαν εκείνη την εποχή ονομάστηκαν Δερρίοπες, γιατί φορούσαν δέρματα. (Δέρρις = δέρμα και οψ = όψη, εμφάνιση).
Μεγαλύτερη κορυφή είναι η Κόσνιτσα, με υψόμετρο 1872μ.

Μερικοί ιστορικοί ερευνητές (Τηλ. Τσελεπίδης και Τριαντ. Παπαζώης)  σε ιστορικές και γεωγραφικές μελέτες τους, εκφέρουν την άποψη ότι το αρχαίο Παγγαίο όρος, όπως το περιγράφουν οι αρχαίοι ιστορικοί συγγραφείς, δεν είναι το σημερινό αποκαλούμενο Παγγαίο, αλλά το Φαλακρό όρος.

Τα στοιχεία, όμως, που προσκομίζουν δε διαφωτίζουν το ζήτημα, ενώ φαίνεται ότι δε χρησιμοποιούν πολλά άλλα στοιχεία από τους αρχαίους συγγραφείς, τα οποία υπάρχουν και τεκμηριώνουν μάλιστα την αντίθετη άποψη, όπως δέχονται ο ιστορικός-δικηγόρος Βασ. Κ. Πασχαλίδης, ο ιστορικός-ιατρός Σταύρος Μερτζίδης, ο καθηγητής Δημ. Σαμσάρης και
άλλοι ερευνητές.

Επισημαίνεται, πάντως, ότι ο Αρριανός στην "Αλεξάνδρου Ανάβαση”, όπου περιγράφει την πορεία του Μ. Αλεξάνδρου κατά την εκστρατεία του εναντίον των Τριβαλλών, αντί του Παγγαίου, αναφέρει υπό γενικώτερη έννοια τον Όρβηλο, καθόσον ο Όρβηλος εκτείνεται από της Ροδόπης μέχρι Παγγαίου, όπου και η πόλη των Φιλίππων.

Σύμφωνα, λοιπόν, με την περιγραφή αυτή ο Αλέξανδρος είχε αναχωρήσει από την Αμφίπολη και οδεύοντας προς τη Θράκη των αυτόνομων Θρακών, πλάι από τις βόρειες υπώρειες του Παγγαίου -απ’ όπου περνούσε και η κατοπινή Εγνατία Οδός-, είχε στα αριστερά του τους Φιλίππους και το βουνό Όρβηλος (.. "ορμηθέντα δη (Αλέξανδρον) εξ Αμφιπόλεως εμβαλείν ες Θράκην την των αυτονόμων καλούμενων Θρακών, Φιλίππους πόλιν εν αριστερά έχοντα και τον Όρβηλον όρος

Σύμφωνα με τον ψευδο-Πλούταρχο ”Περί ποταμών” III  το βουνό πρώτα ονομαζόταν Καρμάνιο και ύστερα πήρε το όνομα Παγγαίο από το γιο του πολεμικού θεού της Θράκης Άρη και της Κριτοβούλης, ο οποίος χωρίς να ξέρει συνευρέθηκε με την κόρη του και όταν το κατάλαβε, απελπισμένος πήρε τα βουνά και λαγκάδια, έφτασε στο όρος Παγγαίο και αυτοκτόνησε με το ξίφος του.

Ο μύθος αναφέρεται από τον Πλούταρχο, αλλά επιβεβαιώνεται και από ένα αρχαίο νόμισμα των Κρηστώνων, που παριστάνει τον Παγγαίο να γονατίζει και με το ξίφος στο χέρι του να είναι έτοιμος να αυτοκτονήσει.
"Τη θυγατρί κατ' άγνοιαν συγγενόμενος έδραμε εις Καρμάνιον όρος και δια λύπης υπερβολήν το ξίφος εαυτόν ανείλε".

 Τον 5° μ.Χ. αιώνα το βουνό ονομαζόταν "Μακέτιον” και τον 9° μ.Χ. "Σελμάτιον".

Οι Τούρκοι αργότερα το ονόμασαν ”Πιρνάρ-νταγ”, "Καστάν νταγ” και ”Πιλάφ Τεπέ",
οι δε Σλάβοι "Κόσνιτσα" ή "Γκούσνιτσα".

Κατά τον Ξενοφώντα, εκτός από λιοντάρια, παρδάλεις, λύγκες, πάνθηρες και άρκτους και άλλα τέτοια θηρία υπήρχαν περί το Παγγαίο.

 Το Παγγαίο είναι γνωστό από την αρχαιότητα.

 Αναφέρεται από όλους γενικά τους αρχαίους συγγραφείς και γεωγράφους
 (Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Διόδωρος Σικελιώτης, Αρριανός, Δίων Κάσσιος, Στράβων, Πίνδαρος, Αριστοτέλης, Πλίνιος, Βιργίλιος, Απολλόδωρος, Θεόφραστος, Πλούταρχος, Ξενοφών, Αιλιανός κ.ά.) .

ββ) Μενοίκιο

Το βουνό, που βρίσκεται βόρεια της Νέας Ζίχνης και χωρίζει την περιοχή από το νομό Δράμας, λέγεται Μενοίκιο.

Με αυτή την ονομασία, φαίνεται πρώτη φορά στο τυπικό του κτήτορα της μονής Προδρόμου Σερρών, του Ιωάννου επισκόπου Ζιχνών. 

Επίσης, στα χρυσόβουλα και προστάγματα των Ανδρόνικων, αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, του Στέφανου Κράλη της Σερβίας και στο σιγίλιο του πατριάρχη Ησαΐα, κατά το 14° μ.Χ. αι.

Ακόμη το βρίσκουμε με τους τύπους:
όρος Μενοικέως, όρος του Μενοικέου, όρος Μενοικεύς, Μπος νταγ ή Μποζ νταγ στην Τουρκοκρατία.
Εμφανίζεται όμως και ως Μενίκιον και Μυνίκιον.

Σήμερα όρος Φαλακρό λέγεται το ανατολικό μέρος του βουνού προς τη Δράμα και το υπόλοιπο κατά τη μεριά των Σερρών, Μενοίκιο.

Ο Αρβανίτης λέγει: "επί του φαλακρού όρους ή Μποζ δαγ". Η ψηλότερη κορυφή του Μενοίκιου είναι 1453 μ.

Ο Ηρόδοτος το αναφέρει ως "Τμώλο", όπου και υπήρχε ιερό της τμωλίας Αρτέμιδας.


Λίμνες

Λίμνη Αχινού ή Κερκινίτιδα

Στα δυτικά όρια της "σιρραϊκής χώρας” υπήρχαν διάφορες λίμνες και στάσιμα νερά (έλη), που σχηματίζονταν από τις συχνές πλημμύρες του ποταμού Στρυμόνα.

 Ο Πλίνιος αναφέρει την ύπαρξη επτά λιμνών χωρίς να τις κατονομάζει από τις οποίες περνούσε ο Στρυμόνας κατά τη διαδρομή του από τις πηγές ως τις εκβολές του.

 Μία από τις ανώνυμες αυτές λίμνες θα πρέπει να βρισκόταν στη θέση της νεότερης λίμνης του Μπουτκόβου (σημ. τεχνητή λίμνη Κερκίνης).

Τα νοτιοδυτικά πάλι όρια της "σιρραϊκής χώρας", ορίζονταν από τη βόρεια όχθη μιας μεγάλης στενόμακρης λίμνης, που αποξηράνθηκε στα νεότερα χρόνια.

Πρόκειται για τη λίμνη Ταχινού, η οποία ταυτίζεται με την αρχαία Κερκινίτιδα λίμνη, που το νότιο άκρο της έφτανε μερικά χιλιόμετρα βορειότερα από τις εκβολές του Στρυμόνα και προσφερόταν για ναυσιπλοΐα.

Έτσι, η λίμνη Αχινού ή Ταχινού ή Κερκινίτιδα βρισκόταν στο νότιο μέρος της πεδιάδας των Σερρών, λίγα χιλιόμετρα πιο πάνω από τις εκβολές του Στρυμόνα. Αποξηράνθηκε κατά το έτος 1930 με τα έργα των εταιρειών ΤΖΩΝ ΜΟΝΚΣ και ΥΙΟΙ ΓΙΟΥΛΕΝ και ΣΙΑ, εντολοδόχων του Ελληνικού Δημοσίου.

Ο Αρριανός, αναφέρει την πληροφορία, σύμφωνα με την οποία ο στόλος του Μ. Αλεξάνδρου, είχε πλεύσει από την Κερκινίτιδα λίμνη, όπου ήταν αγκυροβολημένος στην Αμφίπολη και από εκεί στις εκβολές του Στρυμόνα,
"ην δε αυτώ (Αλεξάνδρω) ο στόλος παρά την λίμνην την Κερκινίτιν, ως επ' Αμφίπολιν και του Στρυμόνος ποταμού τας εκβολάς. Αιαβάς δε τον Στρυμόνα παρήμειβε το Πάγγαιον όρος".

Κανένας από τους αρχαίους ιστορικούς, Ηρόδοτο και Θουκυδίδη, δε μνημονεύει τη λίμνη Κερκινίτιδα ή Αχινού.

 Ο Ηρόδοτος στη θέση της βλέπει μόνο το Στρυμόνα.

Ο δεύτερος βλέπει στα βόρεια της Αμφίπολης, λίμνη του ποταμού, σαν να επρόκειτο για πλημμύρες ή έλη. "Άνωθεν μεν (Αμφιπόλεως) μεγάλης ούσης επί πολύ λίμνης του ποταμού" (Θουκυδίδης VI/108). "Ελθών τε και καθίσας (Κλέων) επί λόφου κρατερού προ της Αμφιπόλεως τον στρατόν, αυτός εθεάτο το λιμνώδες του Στρυμώνος" (Θουκυδίδης V/7).
Η έκτασή της ήταν γύρω στα 140 χιλιάδες στρέμματα.

Εκτεινόταν από την Αμφίπολη μέχρι το χωριό Αχινό και σε περιόδους πλημμυρών μέχρι την Κ. Καμήλα1.

Μια λίμνη καταργήθηκε και μια νέα δημιουργήθηκε.

Το όνομα της νέας τεχνητής λίμνης είναι Κερκίνη, δίπλα στα βουνά της Κερκίνης (Μπέλες). Το κάλλος και η οικολογική αξία της καινούργιας λίμνης, είναι ισάξια προς την αρχαία Κερκινίτιδα ή λίμνη του Αχινού.


Ο Στρυμονικός κόλπος


Στα νότια της περιοχής σχηματίζεται ο Στρυμονικός κόλπος. Το όνομα προέρχεται από τον ποταμό Στρυμόνα που χύνεται σε αυτόν.
Ο Θουκυδίδης τον αναφέρει ως Πιερικό κόλπο από τους Πίερες, που ήρθαν ως πρόσφυγες και κατοικούσαν ανάμεσα στο Παγγαίο και στην παραλία του. Τον ονόμασαν και κόλπο του Ορφανίου στη Βυζαντινή περίοδο από το παραθαλάσσιο χωριό Ορφάνι ή Όρφανο. Κόλπος της Κοντέσσας. Τσάγιαζι ονομάστηκε κατά την Τουρκοκρατία.





Δεν υπάρχουν σχόλια: