Παρασκευή 18 Μαρτίου 2016

Οι Μακεδόνες και η Επανάσταση 1821: Η Μακεδονική Λεγεών και ο αήττητος στρατηγός της Γέρο-Καρατάσος

Καρατάσος Τάσος
Ιωάννης Βασδραβέλλης
ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΛΕΓΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ 1821

Η  Ελληνική επανάστασις του 1821, εκ των μεγαλύτερων κατορθωμάτων του Ελληνικού έθνους, είχε χαρακτήρα πανελλήνιον.
Την ιστορικήν ταύτην αλήθειαν, οσονδήποτε και αν ηγνόησαν αδαείς και αμελείς ιστοριογράφοι, αποκαλύπτουν τόσον η έκτασις του έκραγέντος άγώνος, από του Δουνάβεως εως την Κρήτην, όσον και τα κατά καιρούς δημοσιευόμενα ανέκδοτα ιστορικά κείμενα.

Μεταξύ των ανεκδότων τουρκικών έγγραφων του 'Ιεροδικείου της  Βερροίας, άτινα λίαν προσεχώς δημοσιεύω εις την υπό της  Ακαδημίας Αθηνών βραβευθεισαν έργασίαν μου, υπάρχει και το υπό χρονολογίαν 30 Ρετζέπ 1236 (3 Μαίου 1821) αύτοκρατορικόν φιρμάνιον, το όποιον μεταξύ άλλων διαλαμβάνει τα εξής:

 «Το εν Μολδαβία κίνημα των απίστων και κατηραμένων 'Ελλήνων, μεταδοθέν εις τας πέραν της  Θεσσαλονίκης χώρας, προεκάλεσε την αναρχίαν και τον αναβρασμόν μεταξύ των έκεϊ κατοίκων .... 
Εμμανουήλ Παπάς
Εκ των γεγονότων τούτων άπαξ έτι κατεδείχθη ότι η επανάστασις αυτη των απίστων, φέρουσα γενικόν χαρακτήρα, εχει έξυφανθή και προοχεδίασθη κατόπιν συνεννοήσεως ολοκλήρου της  φυλής αυτών».

Η  έκρηξις λοιπόν της  επαναστάσεως εν Μακεδονία, έργον του μεγάλου πατριωτισμού των τέκνων της αλλά και  της  ’Ιδέας των Φιλικών, η όποια δια Μακεδόνων διεδόθη και έκαρποφόρησεν εδώ, άποτελει μιαν των ένδοξων αλλά και τραγικών σελίδων της  έπαναστάσεως. αρξαμένη εν τή Χαλκιδική την 23 Μαρτίου 1821 υπό τον Σερραίον τραπεζίτην και μεγαλέμπορον Εμμανουήλ Παπάν έτερματίσθη περί τα τέλη Μαίου του 1822 εν Βερμίω, Όλύμπφ και Δυτική Μακεδονία. 

Διήρκεσε δηλαδή περί τους δεκατέσσαρας μήνας, κατά τους όποιους έλαβον χώραν γεγονότα εξαιρετικά και θυσίαι απαράμιλλοι.

Τό αποτέλεσμα, το όποιον έπέφερεν ο αντιπερισπασμός και η καθήλωσις εν Μακεδονία σοβαρών έχθρικών δυνάμεων προοριζομένων να καταπνίξουν την εν Πελοποννήσω και Στερεά Έλλάδι έπανάστασιν ύπήρξεν εύεργετικόν και όλως σημαντικόν διά τον αγώνα του "Έθνους.

 Τό γεγονός τούτο έδωκε τον άπαιτούμενον καιρόν εις τους εν τη Νοτίω Έλλάδι να οργανώσουν τον άγώνα καλύτερον.

"Οτε δε η Μακεδονία, πανταχόθεν βαλλόμενη και αλλαχού μεν αμυνόμενη αλλαχού δε θριαμβεύουσα και εν τέλει ύποκύπτουσα προ του τεραστίου εχθρικού όγκου, έθυσιάζετο χάριν του υπολοίπου έθνους, οι έναπολειφθέντες εκ των αρχηγών της και ικανός αριθμός πολεμιστών έγκαταλείποντες με βαρυαλγούσαν την ψυχήν το προσφιλές έδαφος της ιδιαιτέρας των πατρίδος κατήλθον εις την κάτω του Ολυμπου Ελλάδα, ίνα ομού μετά των λοιπών Ελλήνων συνεχίσουν τον μετά τοσούτον θυσιών άρξάμενον άγώνα.

Τήν δράσιν ταύτην των τέκνων τούτων της Μακεδονίας, ήτις άποτελεί συνέχειαν της όλης ένεργείας των Μακεδόνων, έκθέτομεν εις την παρούσαν μας μελέτην.

Η  κάθοδος των Μακεδόνων εις την Στερεάν Ελλάδα και τας Σποράδας

Μετά την καταστροφήν των επαναστατικών ερεισμάτων της  Χαλκιδικής, του Βερμίου και του Όλύμπου οι εναπολειφθέντες εκ των αρχηγών και αρκετοί πολεμισταί συνεκεντρώθησαν εις τα κρησφύγετα του Ολύμπου.

Κατ΄ άρχάς άπεφασίσθη η διατήρησις του αγώνος εις την περιφέρειαν ταύτην και ήρξατο στρατολογησις άνδρών εκ των έλαχίστων περιφερειών, αίτινες είχον διαφύγει την καταστροφήν και την ερήμωσιν.

Περί τα τέλη  Απριλίου η δύναμις αυτή των συγκεντρωθέντων, δρώσα υπό τον Γέρω- Καρατάσιον και τον Λιαμαντήν, κατώρθωσε δ΄ ευφυούς πολεμικού τεχνάσματος να κύκλωση και έξολοθρεύση παρά την γέφυραν του Μπαμπά, σημαντικην δύναμιν εκ Γενιτσάρων, τους όποιους ο Κεχαγιάς του Ρούμελη Βαλεσή είχεν άποστείλει εκ Λαρίσης προς ένίσχυσιν της  στρατιωτικής δυνάμεως της  Κατερίνης.

Αλλά το μεμονωμένον αυτό γεγονός δεν ήτο δυνατόν να έχη γενικώτερα αποτελέσματα επί του άγώνος εν Μακεδονία.

 'Ολόκληρος η χώρα είχε πλημμυρίσει από τας στρατιάς του Έμπου Λουμπούτ, του Χουρσίτ και του Μπεχλιβάν Μπαμπά, τα μαχητικά κέντρα είχον καταστραφή και το πλείστον των πολεμιστών είχε θυσιασθή έπι του πεδίου της  τιμής. Αι φύλακαι της  Θεσσαλονίκης και της  Βερροίας ήσαν πλήρεις Ελλήνων, αί περιουσίαι είχον διαρπαγή καί το φάσμα του θανάτου έπλανάτο όλέθριον εις την Μακεδονικήν γην.

 Όλα αυτά τα γεγονότα και αί πανταχόθεν φθάνουσαι πληροφορίαι παρουσίαζον ώς αδύνατον την συνέχισιν του άγώνος εις οίονδήποτε μέρος της Μακεδονίας.

Μετά σύσκεψιν γενομένην εις το Μοναστήριον του 'Αγίου Διονυσίου άπεφασίσθη η κάθοδος εις την κάτω του Ολύμπου Ελλάδα προς συνέχισιν του επαναστατικού αγώνος.

'Ο Διαμαντής 
έχων ίδίαν προσωπικότητα και ιδιαίτερον άρματοκλίκι,
 παραλαβών τον 
Γούλαν, 
Λιάκον καί 
Μπινον
 επί κεφαλής 250 πολεμιστών, 
άνεχώρησε διά την Σκόπελόν και την Σκιάθον, 

ο δε Καρατάσιος, ο μάλλον επιφανής εκ των Μακεδόνων αρχηγών, 
με ύπαρχηγόν τόν Γάτσον και τους άρματωλούς 
Δουμπιώτην, 
Συρόπουλον, 
Λάζον, 
Κώταν και με πρωτοπαλλήκαρον τον


Τσίαμης Καρατάσος
Τσιάμην Καρατάσιον,
 ηγούμενος  300 πολεμιστών διήλθε την Θεσσαλίαν και κατηυθύνθη προς τον Άσπροπόταμον.


Καραισκάκης Γ.
 Έγκαταστήσας εις το χωρίον Μερόκοβον τους συγγενείς του καθώς και τας οίκογενείας των συναγωνιστών του
συνέπραξε με τον Καραϊσκάκην και τόν Ράγκον εις την έκκαθάρισιν των Αγράφων από τα τουρκικά στρατιωτικά άποσπάσματα και ακολούθως επί κεφαλής 300 Μακεδόνων κατηυθύνθη εις το Μεσολλόγι τεθείς υπό τας Διαταγάς του Μαυροκορδάτου.

Μέρος ωσαύτως Μακεδόνων πολεμιστών και εθολοντών, ώς συνέβη με τους Θράκας και τους Μικρασιάτας, προερχόμενον εκ διαφόρων περιφερειών της  Μακεδονίας και του εξωτερικού, άφικνούκενον περιοδικώς εις την Πελοπόννησον ιδίως έκει ένθα ειχε μετατοπισθή το κέντρον του άγώνος, έστρατολογήθη υπό του Δημητρίου Ύψηλάντου και άπετέλεσε τόν πυρήνα της  συστάσεως του τακτικού σώματος υπό τον Παλέσαν και Κουβερνάτην.

 Οι ανδρός ούτοι, γράφει ο φαλαγγάρχης των Αθηνών κατά την έπανάστασιν καί μετέπειτα συνταγματάρχης X. Βυζάντιος,

«υπήρξαν εξαιρετικοί πατριώται, αφιλοκερδείς, καρτερικοί είς κακουχίας και στερήσεις, ανδρείοι εν πολεμώ και ευπειθέστατοι. 
Ηλθον εις την Ελλάδα διά να υπηρετήσουν την Πατρίδα μη εχοντες ενταύθα οικείους η γνωρίμους, εύρον καταφύγιον έντιμον εις το τακτικόν Σώμα......«

Μαυροκορδάτος Αλ.
Κατά τον ’Ιούνιον του 1822 ο ηγέτης της  Δυτ. Ελλάδος Αλ. Μαυροκορδάτος έξεστράτευσεν εναντίον του Μεχμέτ Ρεσήτ και του Ισμαήλ Πλιάσσα, οίτινες, κατερχόμενοι προς το Μεσολόγγιον, ειχον πολιορκήσει την Κιάφαν.

Μετά γενομένην σύσκεψιν εις το Κομπότι την 21 Ιουνίου 
ο Μπότσαρης με 300 Σουλιώτας, 
ο Καρατασιος με 300 Μακεδόνας καθώς και ο ’Ίσκος και
 ο Βλαχόπουλος με δύναμιν εν συνόλω 1200 πολεμιστών άνεχώρησαν διά την Πλάκαν, εις δε το Κομπότι παρέμειναν ο Ντόβας, ο Πεταλούδης και ο Γκολφ ινος με τους Αιτωλοακαρνάνας.

Τό έκστρατευτικόν σώμα εις το όποιον μετειχεν ο Καρατασιος, έπιτεθέν αίφνιδιαστικώς κατά της  Πλάκας διέλυσε και κατέσφαξε την Τουρκικήν φρουράν, προχωρήσαν δε προς το Σίδερο, εύρέθη άντιμέτωπον προς τριπλασίαν έχθρικήν δύναμιν.

Οι Ελληνες καταλαβόντες τους ύπερκειμένους βράχους της  ορεινής αυτής τοποθεσίας προσέβαλον τους Τούρκους ιππείς δυσχερώς κινουμένους εις την ακατάλληλον δι΄ ίππικόν ταύτην τοποθεσίαν, έφόνευσαν 180 έξ αυτών μετά του αρχηγού των και τελικώς τους έτρεψαν εις φυγήν.

Αλλ΄ οι έχθροί, λαβόντες ένισχύσεις, άντεπετέθησαν, έξετόπισαν τον Κουτελίδαν και ήνάγκασαν τον Γρίβαν και τον ’Ίσκον να υποχωρήσουν.

Μόνος έξ όλων ο Καρατάσιος όχι μόνον κατώρθωσε να διατηρήση την κατεχομένην θέσιν, αλλά και να συλλάβη αιχμαλώτους 150 Γενιτσάρους καθώς και 5 Μπέηδες τελικώς φοβούμενος κύκλωσιν μετέβη εις συνάντησιν των άλλων φέρων μεθ΄ εαυτού και τους αίχμαλωτισθέντας.

Οι αρχηγοί έξαιρουμένου του Βαρνακιώτη, όστις άπέφυγε να συγκρουσθή προς τους Αλβανούς, προοίμιον τούτο της  περιέργου μετέπειτα διαγωγής του, συνεκεντρώθησαν και πάλιν παρά την Πλάκαν, την οποίαν κατείχον σθεναρώς οι γενναίοι Σουλιώται του Μ. Μπότσαρη.

Τήν 30 Ιουνίου ισχυρότατος στρατός εκ 10 000 άνδρών ύπό τον Άχμέτ Βρυώνην, άποτελούμενος από Γκέκηδες και Τόσκηδες, προσέβαλε το Έλληνικόν σώμα εις την Πλάκαν.
 Ο έμπειροπόλεμος Αλβανός ηγέτης κατώρθωσε να δημιουργήση ρήγμα και κατά την 4ην ημέραν της  μάχης να εισχωρήση μεταξύ Μπότσαρη, Βλαχοπούλου και Μπουκουβάλα, παραλύσας ούτω την άμυναν των Ελλήνων.

 Προκειμένου να διαταχθή ύποχώρησις ο Καρατασιος, μη ανεχόμενος να έγκαταλείψη άταφους τους 37 νεκρούς Μακεδόνας εν οίς και ο Πέτρος Γάτσος, κατώρθωσε προ των όμμάτων των 3 Αλβανών να παραλαβή τους νεκρούς και τραυματίας και να ύποχωρήση εις τα ορεινά συγκροτήματα του Σουλίου. 

Αι ζημίαι των Τούρκων υπήρξαν μεγάλαι κατά την τετραήμερον μάχην της  Πλάκας, αλλά και του Ελληνικού σώματος ωσαύτως σημαντικαί.

Μετά τα γεγονότα της  Πλάκας και την καταστροφήν του Πέτα ο Καρατάσιος με τους πολεμιστάς του μετεστάθμευσεν εις την Εύβοιαν, η όποια εύρίσκετο εν αναστατώσει ήδη από εξαμήνου.

Τά γεγονότα της  Εύβοιας. Τοπικιστικαί αντιζηλίαι.

Περί τα τέλη ’Ιουνίου του 1822 ο ’Άρειος Πάγος, το πολιτικόν Σώμα της  3 Ανατολικής Ελλάδος, μη δυνάμενος να εχη μόνιμον διαμονήν ενεκα των έπιχειρήσεων αλλά και της  έχθρότητος του Όδυσσέως Άνδρούτσου , άπέστειλεν εις τας βορείους Σποράδας, ενθα εύρίσκοντο πολλοί Μακεδόνες ύπό τον Διαμαντήν Νικολάου, τον αρεοπαγίτην Θεόκλητον Φαρμακίδην, ίνα έπιτύχη την μεταφοράν των Μακεδονικών στρατευμάτων εις την Εύβοιαν.

Ο Διαμαντής όμως άπουσίαζεν εις τον ’Όλυμπον, ενθα είχε μεταβή προς παραλαβήν των οικογενειών και 150 πολεμιστών, οϊτινες εύρίσκοντο διασκορπισμένοι εις τα δάση , ώστε μόνον 600 περίπου Μακεδόνας κατώρθωσε να μεταφέρη ο Φαρμακίδης εις την Εύβοιαν με το πλοιον του Χατζηβισβίζη ύπό τους αρχηγούς Μπίνον, Λιάκον και Καρακώσταν.

Ούχ ήττον η μικρά αύτη δύναμις κατοορθωσε να έκτοπίση μετά κρατεράν μάχην τους Τούρκους από τα Βρυσάκια της  Χαλκίδος και να μεταδώση το άπωλεσθέν θάρρος εις τους έντοπίους, οϊτινες ήρχισαν πυκνούντες την δύναμιν του Διαμαντή.

 Δυστυχώς ένεκα διαφωνίας προς ώρισμένους εκ των έντοπίων, της  κακής διατροφής και της  έλλείψεως χρημάτων το σώμα τούτο των 600 πολεμιστών άπεχώρησεν εις ’Ωρεούς. Έξ άλλου ο έπισυμβάς θάνατος του Αγγελή Γοβγίνα περιέπλεξε τήν κατάστασιν, καθ΄ όσον ο διάδοχος αύτού Κριεζώτης δεν ήτο δεδοκιμασμένος εισέτι και  η Εύβοια ειχεν ανάγκην εμπειροπολέμου αρχηγού.

Οδ΄ εκ των προκρίτων του Πηλιου Γρηγόριος Κωνσταντάς τον Αύγουστον μεταβάς κατ΄ εντολήν του Κωλέτη είς την Σκόπελον διά να λάβη μέτρα προς καλυτέραν οργάνωσιν του κινήματος της  Εύβοιας και  της  Θεσσαλομαγνησίας, εγραψεν εις τον Υπουργόν των Στρατιωτικών την 27ην Αύγούστου 1822 εκ Σκιάθου, ύποδεικνύων ως κατάλληλον αρχηγόν τον Διαμαντήν, όστις είχεν έπιστρέψει έξ Όλύμπου .

Τοιουτοτρόπως ο Μακεδών πολέμαρχος διωρίσθη γενικός αρχηγός των στρατιωτικών δυνάμεων του προς την Χαλκίδα τμήματος της  Εύβοιας και κατά τας άρχάς Σ)βρίου, έπι κεφαλής ικανής δυνάμεως πολεμιστών άποβιβασθείς διά του πλοίου του Χατζήβισβίζη εις τα Βρυσάκια, έπετέθη και διέλυσε το τουρκικόν στρατόπεδον της  Λιθάδας.

Έκ της  επιτυχίας ταύτης του Διαμαντή κατεφάνη πόσον χρήσιμος ήδύνατο ν΄ άποβή διά την Εύβοιαν η σύμπραξις των Μακεδόνων με τους εντοπίους. 

Δυστυχώς όμως ο "Άρειος Πάγος δεν έπολιτεύθη καλώς και συντόμως ήρχισαν άντιζηλίαι μεταξύ των Εύβοέων θεωρούντων ξένους τους διακεκριμένους πολεμιστάς.

Ο Γιαννάκης Δημητρίου και ο Τομαράς, τέως αρχηγοί του στρατοπέδου των Εύβοέων, υποκινούμενοι από τον Όδυσσέα και τους προκρίτους της  Εύβοιας, έδήλωσαν εις την Κυβέρνησιν δτι δεν ανέχονται ως αρχηγόν τον έπήλυδα Διαμαντήν και έξεστράτευσαν εναντίον του.

Αλλά και  ο Διαμαντής δεν εμείνεν άπρακτος  άντεπιτεθεις εις τα Καμάρια ένίκησε τους Εύβοεις και τους έξηνάγκασε διά της  Αταλάντης να κατευθυνθούν προς τα ένδότερα της  Στερεάς διά να ζητήσουν από τον Όδυσσέα Ανδρούτσον ένίσχυσιν προς έκδίωξιν του Διαμαντή.

Η  Κυβέρνησις διατελούσα εν γνώσει όλων των περί την Εύβοιαν συμβαινόντων ένέκρινε τον προβιβασμόν εις τον βαθμόν του στρατηγού άμφοτέρων των Μακεδόνων αρχηγών,
 διορίσασα τον μεν Διαμαντήν άρχηγό της  έκστρατείας έναντίον του Φρουρίου της  Χαλκίδος,
 τον δε Καρατάσιον αρχηγόν της  πολιορκίας της  Καρύστου με πλήρη συνεργασίαν άμφοτέρων.

 Επειδή δε ήτο αδύνατον τας δαπάνας της  έκστρατείας ταύτης ν΄ άναλάβουν τα ολίγα έπαναστατήσαντα χωρία της  Εύβοιας εδωκεν έντολήν, ίνα οι στρατηγοί μέ κάθε τρόπον εξαναγκάσουν και τα υπόλοιπα χωρία εις έπανάστασιν και συμμετοχήν εις τας δαπάνας της  εκστρατείας.

Αλλ΄ ο Κριεζώτης, ευρισκόμενος διά του Δημητρίου και Τομαρά εις επαφήν με τον Ανδρούτσον, ήρνήθη να δεχθή την άπόφασιν της  Κυβερνήσεως και διεμήνυσεν εις τον Διαμαντήν ότι δεν τον αναγνωρίζει γενικόν αρχηγόν.

 Μοιραίως έπήλθε νέα σύγκρουσις και ο Διαμαντής άπέστειλεν εναντίον του Κριεζώτη τον σύγγαμβρόν του Καρακώσταν, τον Βασιλείου και τον Κόταν επί κεφαλής 1000 Μακεδόνων και Θεσσαλών, οϊτινες διεσκόρπισαν τα στρατεύματα του Κριεζώτη εις το Μακρυχώρι και τον έξηνάγκασαν να άποχωρήση εις τον "Αγιον Λουκάν. 

Ο Διαμαντής ήτο υποχρεωμένος να ύπερασπισθή το αξίωμά του, εν τή πραγματικότητι δε ο Κριεζώτης ήτο στασιαστής εναντίον των εστω και παραλόγων αποφάσεων της  Κυβερνήσεως.
Τή έπεμβάσει του Καρατάσιου, μη έπιθυμουντος ν΄ άντιταχθή εις το τοπικόν αίσθημα των κατοίκων, έπήλθε σχετική ύφεσις, έσημειώθησαν μάλιστα και άρκεταί έπιτυχίαι εκ μέρους των Όλυμπίων.

Αλλ΄ ο Ανδρούτσος δεν ήδύνατο ν΄ άνεχθή τους Μακεδόνας άρματωλούς και ταχέως ήρξατο να ύποδαυλίζη έμφυλίους ταραχάς εις την Εύβοιαν.
 Η  Κυβέρνησις άντελήφθη έγκαίρως την προσπάθειαν ταύτην του γενναίου και περιέργου Ρουμελιώτη αρχηγού και ιδού τι εγραφεν αύτη από την Έρμιόνην προς τους προκρίτους της  Υδρας την 21 Δ)βρίου 1822:
Οδυσσεύς Ανδρούτσος

« Τά φρονήματα του άντιδιοικητού Όδυσσέως τα γνωρίζετε πολύ καλά απειθής εϊς της  Διοικήσεως τους λαοσώους σκοπούς έκηρύχθη μόνος του Αρχιστράτηγος της  Ανατολικής Ελλάδος και Εύβοιας και διά τούτο με ολίγην εύχαρίστησιν βλέπει τους στρατηγούς Διαμαντήν και Καρατάσιον αρχηγούς των αρμάτων Εύβοιας ώς μη συμφωνοϋντας με τους ολέθριους σκοπούς του' διά τούτο άπεφάσισε να κάμει άπόβασιν με στρατεύματα, διά να κτυπήση, όμως θέλει προξενήσει όλεθρον εις τους δυστυχείς κατοίκους ταύτης της  νήσου .... κ.λ.π. ».

Ιδιαιτέρως ο προβιβασμός του Διαμαντή εις στρατηγόν δυσηρέστησε τον Ανδρούτσον, όστις έξακολουθών την πολεμικήν κατά του Αρείου Πάγου καί έπιθυμών να άρχη άπολύτως είς την Ανατολικήν Ελλάδα, άπέστειλε τους εντοπίους φίλους του αρχηγούς Τομαράν, Χαλκιάν και Βερούσην εις το Ξηροχώρι, οίτινες θύσαντες και λεηλατήσαντες τα πάντα παρ΄ ολίγον να συλλάβουν την γυναίκα του Διαμαντή αιχμάλωτον. 

Ο Διαμαντής βλέπων περιπλεκομένην την κατάστασιν άφ΄ ενός και τον έπαπειλούμενον άφ΄ ετέρου εμφύλιον πόλεμον, πεισθείς έξ άλλου και περί της  αδυναμίας του ’Αρείου Πάγου, ήναγκάσθη να έπιστρέψη εις το Ξηροχώρι, έκείθεν δε άνεχώρησεν εις την Σκιάθον παραλαβών και την γυναίκα του.

Τήν άναχώρησιν του Διαμαντή έπηκολούθησεν εντός ολίγου και η άναχώρησις των οπαδών του, οιτινες « άνευ άρτου, άνευ μισθοδοσίας, πειναλέοι και γυμνητεύοντες » πρόσφυγες, έζήτησαν άσυλον εις την Σκιάθον και την Σκόπελον, ενθα εύρίσκοντο αί οικογένειαί των έγκαταλελειμμέναι και είς οίκτράν κατάστασιν.

Αποχωρήσαντος του Διαμαντή εκ της  Εύβοιας, παρέμεινεν αρχηγός της  πολιορκίας της  Καρύστου ο Καρατάσιος με την μεγαλυτέραν δύναμιν των Βορειοελλαδιτών πολεμιστών.

Μετά του Καρατάσιου ο Ανδρούτσος εύρίσκετο εις σχετικώς καλάς σχέσεις λόγω παλαιοτέρων δεσμών και προεπαναστατικής συνεργασίας.

H μάχη του Τρίκκερι

Νέα όμως εν τώ μεταξύ πολεμικά γεγονότα έξειλίχθησαν.
Ο ύπαρχηγός των φαλάγγων του Κιουταχή Σελήχ Πασάς, ενωθείς με τα 3 Αλβανικά στρατεύματα του Περκόφτσαλη και κατερχόμενος εκ Λαρίσσης προς την Στερεάν Ελλάδα, καταλαμβάνει τα Βρυσάκια, ένω άλλη φάλαγξ υπό τον "Ισμαήλ Μπότα, αφού κατέλαβε τα Λεχώνια του Πηλίου, την 1ην Μαίου 1823 προχωρεί προς το Τρίκκερι, ενθα ήτο έστρατοπεδευμένος ο αρχηγός των Πηλιορητών Μήτρος Βασδέκης.

Οι Τρικκεριώται κατεταράχθησαν εκ της  ειδήσεως ταύτης και ο Βασδέκης έζήτησε κατεσπευσμένως 
την συνδρομήν του Γέρω Καρατάσιου, 
όστις πράγματι εσπευσεν έπικεφαλής του μεγαλυτέρου τμήματος
 της  «Μακεδονικής Λεγεώνος» 
άποτελουμένης εκ 2000 εμπειροπολέμων 
και κατά πάντα αρίστων πολεμιστών. 

Αγγελής Γάτσος
Φθάσας εις το Τρίκκερι κατέλαβε την όχυράν θέσιν Παναγιά και προέβη εις την κατασκευήν οχυρωματικών έργων.
Τήν 14ην Μαίου άφήσας τον Αγγελήν Γάτσον έπι κεφαλής της  άμύνης του Τρίκκερι, παρέλαβε 500 Μακεδόνας παλαιούς συναγωνιστάς του Βερμίου και του Όλύμπου και έπικουρούμενος από θαλάσσης υπό της  ήρωίδος Μαντώς Μαυρογένους άπεβιβάσθη εις την νήσον 'Αλατάν κατεχομένην από ισαρίθμους Τούρκους.


 Η  έπίθεσις των Μακεδόνων υπήρξε ορμητική οι Τούρκοι κατετροπώθησαν και κατεσφάγησαν μαζι με τους όμοφύλους των κατοίκους της  νήσου’ 240 εξ αυτών όχυρωθέντες εις παλαιόν μοναστήρι της  νησίδος, άφ΄3 ού ήμύνθησαν άπεγνωσμένως, έξορμήσαντες ίνα διασπάσουν τους πολιορκητάς κατεσφάγησαν απαντες πλήν 6 σημαινόντων, τους όποιους έκράτησεν ο Καρατάσιος, σκοπών ν΄ άνταλλάξη τούτους με "Έλληνας αιχμαλώτους.

Τήν έπομένην της  μάχης ταύτης άνεχώρησε και πάλιν δια Τρίκκερι ενθα ο Σελήχ Πασάς προσβαλών την υπό τον Γάτσον δύναμιν με 10 000 άνδρας άπεκρούσθη σθεναρώς από τον άρματωλόν της  Εδέσσης.

 Η  έπίθεσις έπανελήφθη και την έπομένην με μεγαλυτέραν ορμήν εναντίον των οχυρωμάτων της  Παναγιάς υπό των Αλβανών.
’Άλλ΄ η άμυνα των Ελλήνων υπήρξε ανώτερα της  έπιθέσεως. ο Γέρω Καρατάσιος η όπως έκαλειτο από τους συμπολεμιστάς του Γέρω Τσεκούρας καθήμένος επί λίθου ατάραχος και ψύχραιμος εδιδε τας διαταγάς του και το εύστοχον πυρ των πολεμιστών κατεκρήμνιζε σωρηδόν τους έπιτιθεμένους  Αλβανούς' ούδεμία λιποψυχία έσημειώθη εκ μέρους των οπαδών του, ούδέν λάθος εκ μέρους του έμπειροπολέμου στρατηγού.

Οι κλέφτες των Μακεδονικών βουνών άντεπαρετάχθησαν εις τακτικόν αγώνα έναντίον άρτιου στρατού διευθυνομένου από αξιωματικούς έγνωσμένης αξίας και μαχητικότητος και μετά κρατερόν και φονικώτατον αγώνα έξήλθον νικηταί.

Ο υπερήφανος Σελήχ ύπεχώρησε προ του Καρατάσιου και έγκατέλειψε το Τρίκκερι.

Ιδού πώς περιγράφει τον Καρατάσιον κατά την μάχην του Τρίκκερι δημοσίευμα είς τον «Φιλόπατριν» της  29-3-1857

« Ηκολούθησα τον Παπούν (Καρατάσιον) καθ' όλας τας εκστρατείας του διά της  άγωνιζομένης Ελλάδος μου φαίνεται οτι βλέπω ακόμη το άρρενωπόν και εϋχαρι πρόσωπόν τον, μου φαίνεται οτι τον άκοωω ακόμη προφέροντα τας μονοσυλλάβους τον προσταγάς και μηδέποτε συγχωρούντα.

 'Άγιον ρίγος, το ένθυμώμαι εως τώρα, μας κατελάμβανε όλους όταν παριστάμεθα εμπροσθέν του* 

το νεύμα του ήτο προσταγή αδυσώπητος και ovυαί εις τον παραβάτην αυτής' η αταραξία του εν καιρώ των μαχών ήτο άδριάντος όρειχαλκίνου αταραξία
 ουδεις είδεν αυτόν έφ΄ όλης τον της  ζωής όπισθοχωρήσαντα ενώπιον των εχθρών.

Τον ένθυμούμαι όταν έπι της  Μαγνησίας κατεπολέμει τονς Τούρκους μόλις ήριϋθμούμεθα δισχίλιοι περί τον Παποϋν και έναντίον ημών αλλεπάλληλα και ατελείωτα έφώρμων των απίστων τα στίφη εις το όροπέδιον των Τρικκέρων. 
Τέσσαρας ημέρας διήρκεσεν η μάχη έπι της  αυτής πέτρας, ο Γέρως άσάλεντος ώς η πέτρα αυτή και την σήμερον άκόμη δεικνύεται από τονς έντρόμονς κατοίκους ο τόπος έφ΄ ον έκάθετο κατά την τετραήμερον έκείνην σφαγήν. « K΄ αν ήθελα τότε να φύγω, ελεγεν επειτα γελών, μηδέ μ΄ άφηναν τα γεράματα ; »

Παραθέτομεν ωσαύτως άπόσπασμα της  χαρακτηριστικής αναφοράς, την όποίαν ύπέβαλεν ο Καρατάσιος εις την Κυβέρνησιν σχετικώς με την μεγάλην μάχην του Τρίκκερι •

» Πρός το Σον Μηνιστέριον του πολέμου 
την εύπειθεστάτην υπόκλισιν απονέμω

Έγώ πριν λάβω τας έπιταγάς σας, όρων τον εις Τρίκκερα πόλεμον και την ανάγκην της  Πατρίδος, αυθόρμητος με όσους συναγωνιοτάς μου και στρατιώτας είχα ήλθα είς τα εδώ κάμνοντας το πατριωτικόν μου απαραίτητον χρέος και θέλω κάμει και είς το έξης ώς αι έπιταγαί σας με διατάσσουσι διά να μη χάσωμεν τούτο το άκρωτήριον διότι τούτο ( ο μη γένοιτο) χαθέντος, χάνεται όλον το δικαίωμα της  Θεσσαλίας' το δουφέκι μας συν θεω πηγαίνει άριστα' είς τας τέσσαρας μάχας όπου έκάμαμεν οι 'Έλληνες έκέρδισαν τας νίκας. 

Είς την πρώτην (καίτοι άπόντος μοι) εγινεν η μάχη τρομερά είς την θέσιν της  Παναγίας, ώστε έθανατώθησαν πολλοί εκ των εχθρών και έκαρατομήθησαν' δευτέρα μάχη είς το εν Άλατά μοναστήριον άπέκλεισα 241 και μετά εξ ημέρας παρεδόθησαν με συχνούς πυροβολισμούς τους οποίους οί 'Έλληνες διά ξίφους έπέρασαν, πλήν 6 τους οποίους ώς κεφαλή των άποκλείστων εμπόδισα μήπως από τας αίχμαλωτισθείσας ψυχάς άπελευθερώσωμεν.

Τήν αυτήν ημέραν είς την θέσιν της  Παναγιάς ώρμησαν οί εχθροί με μεγάλην ορμήν είς τα ταμπούρια των Ελλήνων νυκτός και έκράτησεν ο πόλεμος εως τας εξη ώρας της  ήμέρας, θανατωθέντες και καρατομηθέντες παρά των Ελλήνων ικανώτατοι εχθροί' άφησαν και τα μπαϊράκια τους και εκ των Ελλήνων δύο μόνον έσκοτώθησαν έξ αιτίας των λαφύρων. 

Τετάρτην δε μάχην έξήλθον με τα πλοία είς το αντίκρυ μέρος Γατζέα καλούμενον διά να έμποδίσω τας τροφάς των έχθρών και αύτοι ώρμησαν ένθεν και ενθεν διά να μάς ριχθοϋν και ημείς τους έρρίχθημεν πρότερον πέρνοντες το κανόνι τους και 16 κεφάλια και 2 ζωντανούς και εκ των Ελλήνων εις μόνον άλλά μ΄ όλον όπου δυνάμει θεϊκή αριστεύει το 'Ελληνικό ντουφέκι και εφθειρεν Ικανούς έχθρύς, αύτοι όμως στέκονται έγώ ώς πασίδηλον δεν έπαυσα από το να
πολεμώ κατά των έχθρών έξ ής ώρας έχασα και σπήτι μου και πράγμα μου και φαμελίαν μου *) και είς Όλυμπον και είς ΙΊέταν και είς Σοϋλι και Μωρέαν και Εύριπον καθώς και τώρα εδώ
1823 9 Ιουλίου 20 Τρίκκερα
O Στρατηγός της  Θετταλομαγνησίας 
ΚΑΡΑΤΑΣΙΟΣ

Παρά την ήτταν των όμως οί έναπομείναντες Αλβανοί του Περκόφτσαλη, λαβόντες σοβαράς ενισχύσεις εκ μέρους του Κιουταχή, ήρχισαν και πάλιν νά πιέζουν το Έλληνικόν στρατόπεδον.

Ο Καρατάσιος εγραφε διαρκώς εις το Μινιστέριον του Πολέμου ζητών ενισχύσεις εις άνδρας, πολεμικόν ύλικόν και τρόφιμα.

 Οι Τρικκεριώτες δεν έδείκνυον προθυμίαν άνάλογον προς την περίστασιν και το στρατόπεδον ύπεβάλλετο εις μυρίας στερήσεις  μισθούς οι στρατιώται δεν έλάμβανον και αι οικογένειαι αυτών εύρισκόμεναι ως πρόσφυγες εις την Σκιάθον και  Σκόπελον εστερούντο και άρτου ακόμη.

Χριστόφορος Περραιβός
 Εις αυτήν την κατάστασιν εύρίσκοντο οι εις το Τρίκκερι έστρατοπεδευμένοι Μακεδόνες ότε άφίκετο άφ΄ ενός μεν ο Κιουταχής έπι κεφαλής των υπολοίπων φαλαγγών, άφ΄ ετέρου δε ο Χριστόφορος Περραιβός προερχόμενος εκ Πελοποννήσου.

Τον Περραιβόν άπέστειλεν η Κυβέρνησις  ίνα συνεργασθή μετά του έπαρχου της  Εύβοιας Κωλέτη διά την καλυτέραν όργάνωσιν του αγώνος και τον ανεφοδιασμόν των στρατευμάτων.

Δυστυχώς ο Περραιβός άπεδείχθη αρχομανής και ελάχιστα συνέβαλε διά τον κατευνασμόν των παθών και την προαγωγήν του κυρίου σκοπού δι΄ όν άπεστάλη.

Από της  πρώτης στιγμής φαίνεται ότι δυσηρεστήθη με τον Καρατάσιον και συνετάχθη με τους κατοίκους του Τρίκκερι άποβλέπων εις το να ύποσκελίση τον στρατιωτικόν ηγέτην της  Θεσσαλομαγνησίας.

Ο Κιουταχής, ευρισκόμενος έπί κεφαλής 7.000 Τούρκων εις το στρατόπεδον του Τρίκκερι, στερούμενος τροφών και άσθενήσας, άντιληφθείς δε δτι δεν ήδύνατο να έξαναγκάση τον Καρατάσιον να υποχώρηση, έπρότεινεν εις αυτόν είρηνην, ύποσχεθείς να παραδώση την εν Θεσσαλονίκη εν αιχμαλωσία εύρισκομένην οικογένειαν του καθώς και την του Γάτσου. 

Ο Περραιβός ισχυρίζεται οτι ο Κιουταχής έξηπάτησε τον Καρατάσιον διά να διαφυγή τον βέβαιον όλεθρον του στρατοπέδου του. 

Αλλά και ο Όρλάνδος όλως άβασανίστως, στηριχθείς εις τας άναξιοπίστους πηγάς του Περραιβού, κατηγορεί τον άνδρειον Καρατάσιον ως συνθηκολογήσαντα αίσχρώς με τους Τούρκους.

Ο Περραιβός διαρκώς ύπέβλεπεν τον συνετόν γέροντα Καρατάσιον και ούδέν κατορθώσας κατ΄ αυτού ήθέλησε να τον έκδικηθή και μετά θάνατον.
 Παρ΄ όλον δε ότι προσπαθεί να περιγράψη και τους όρους της  συνθήκης διά της  όποίας ο Καρατάσιος ήλευθέρωνε την σύζυγόν του και τον υιόν του Γιαννάκην αιχμαλώτους εν Θεσ)νίκη, έλάμβανε ολόκληρον την νήσον Εύβοιαν και μισθούς 800 στρατιωτών, δεν μάς δικαιολογεί πώς ούδέν έξ αύτών συνέβη εις την πραγματικότητα και πώς ο Καρατάσιος εύθύς μετ΄ ολίγον εύρίσκετο έπί κεφαλής του σώματός του είς Σκιάθον πολεμών τον Τοπάλ πασάν.

Η  διχόνοια της  έποχής δεν έγνώριζεν όρια, προδόται δε ειχον άποκληθή εκ περιτροπής οί ένδοξότεροι των αγωνιστών.
Αντί παντός άλλου κρίνομεν σκόπιμον να παραθέσω μεν άπόσπασμα του άγωνιστού Κασομούλη έπί των γεγονότων :

 « 'Ο Καρατάσιος είς αυτήν την περίστασιν έβγήκεν με όλους τους Μακεδόνας από τα νησιά και προκατέλαβεν το Τρίκκερι καθώς και το στενόν του κόλπον και ένίκησεν τον Ταχιρ πασιάν εις όλους τους πολέμους. 
Ο Ίσούφ πασιάς Περκόφτζαλης είχεν άπεράσει εις Εύριπον και έκινήθη κατά του στρατοπέδου όπου διοικούσεν ο Διαμαντής Νικολάου. 
ΟΔιαμαντής άμελήσας και αυτού τα χρέη τον, έχαλάσθη ο στρατός του μετά δύο ημερών μάχην και εχασεν και μερικούς καλούς αξιωματικούς.
Αφ΄ ου έσκορπίσθη ο πολιορκητικός στρατός της  Εύρίπου ελειψαν αί προμήθειαις του στρατού του Καρατάσιου. Οί Τούρκοι βιασμένοι άπό άδυναμίας ήρχισαν να διαπραγματεύωνται την ύποχώρησιν του στρατού, έπι λόγω να ήσυχάση ο λαός. 
Ο Καρατάσιος δυσκολευμένος και αυτός αναγκασμένος και άπό τον στρατόν ένέδωκεν εις μιαν συνθήκην όπου έκαμαν αναμεταξύ των και έτράβηξεν το στράτευμα εις τά νησιά Σκίαθον και λοιπά ».

Αύτή είναι η περιβόητος και κατασυκοφαντηθείσα άπό τους έχθρούς του Καρατάσιου συνθήκη.

Είς την Σκιάθον γενομένης συσκέψεως των "Ολυμπίων αρχηγών παρισταμένου και του Περραιβού ύπεγράφη συνυποσχετικόν του άγώνος υπό χρονολογίαν 26 Αύγούστου 1823.

ΙΙαρίσταντο 9 αρχηγοί Όλύμπιοι, οιτινες ώρκίσθησαν και προς έξυπηρέτησιν του Αγώνος άνεγνώρισαν παμψηφει ως Γενικόν Αρχηγόν τον στρατηγόν Καρατάσιον και ύπεσχέθησαν ύπακοήν εις αυτόν και εις τον άποφασίσαντα να συνεργασθή ήδη μετ΄ αυτού Μινίστρον Χριστ. Περραιβόν2.

Εις την Σκιάθον, κατόπιν συσκέψεων των διευθυνόντων τα Μακεδονικά στρατεύματα, άπεφασίσθη να ένεργηθή εκστρατεία προς κατάληψιν της  Θεσσαλίας και κλείσιμον των στενών των Τεμπών.

 Εις 3.000 άνδρας άνήρχοντο οι Μακεδόνες της  Σκιάθου, Σκοπέλου και Εύρίπου, ύπελογίζετο δε ο'τι διπλάσιοι θά προσήρχοντο διά τον αγώνα Πηλιορειται και άλλοι Θεσσαλοί.

Η  Κυβέρνησις όμως εχουσα ύπ΄ όψιν την γενομένην έξοδον του Όθωμανικού στόλου, την εκστρατείαν του Πασά της  Σκόδρας και τας πολεμικάς προπαρασκευάς του Κιουταχή εν Λαρίσση, άπηγόρευσε δι΄ ιδιαιτέρων εγγράφων και προφορικών διαταγών την ενέργειαν ταύτην του Καρατάσιου και Περραιβού, οϊτινες και συνεμορφώθησαν.

Ούχ ήττον δύναμις εκ 1.200 πολεμιστών Μακεδόνων, των όποιων οι πλειστοι κατήγοντο εκ της  Χαλκιδικής, διαταγή της  Κυβερνήσεως άπεστάλησαν εις τα Ψαρρά ϊνα συμπολεμήσουν μετά των Ψαρριανών διά την προστασίαν της  ηρωικής ταύτης νήσου, άπειλουμένης εκ της  άποβάσεως αγημάτων.

 Έπι κεφαλής των Μακεδόνων τούτων έτάχθησαν οί όπλιτάρχαι της  Χαλκιδίκης Γούλας Κασσανδρινός  και καπετάν Κότας, ο Σκλαβούνος, ο Νάνος Τουρούντζιας Σιατιστεύς, ο Κοζανίτης  Ιωάννης Τσόντζας και κατά πάσαν πιθανότητα και ο πρόκριτος της  Βάλτας Γιαννιός.

Αυτοί υπήρξαν τα ήρωϊκώτερα θύματα της  αυτοθυσίας εις την νήσον ταύτην. 

Κατέχοντες το φρούριον και πολεμήσαντες ως λέοντες έπί διήμερον έναντίον των 10.000 "Αλβανών και Τούρκων, άπωλέσαντες δε πάσαν ελπίδα έθεσαν πυρ είς την πυριτιδαποθήκην του φρουρίου και 600 περίπου έξ αυτών άνετινάχθησαν είς τον αέρα μετά των έπιδραμόντων εχθρών.

Τό ολοκαύτωμα των Μακεδόνων τούτων είς την ήρωικήν νήσον,
η θυσία του Γεωργάκη "Ολυμπίου και 
ο συγκινητικός θάνατος των παρθένων της  Ναούσσης, 
άποτελούν παραδείγματα μεγαλειώδους αύταπαρνήσεως 
και αυτοθυσίας του Μακεδονικού Ελληνισμού 
κατά τον αγώνα υπέρ της  ανεξαρτησίας.

Η  συγκέντρωσις όμως των πολυαρίθμων Μακεδόνων και Θεσσαλών πολεμιστών εις την Σκιάθον και τας άλλας Βορείους Σποράδας, η έλλειψις τροφίμων και μισθοδοσίας, η χειριστή κατάστασις των προσφυγικών οικογενειών και αί έμφανισθεισαι άσθένειαι έδημιούργησαν μεταξύ Μακεδονο Θεσσαλών και εντοπίων έριδας φοβεράς.

Απωλέσαντες έξ άλλου την έλπίδα έπιστροφής είς τας πατρίδας των και ένεκα της  ματαιωθείσης, ως ανωτέρω έξετέθη, έκστρατείας προς την Θεσσαλίαν και την Μακεδονίαν ήρχισαν να διατρέφωνται εκ των πόρων της  χώρας, ούδενός φειδόμενοι και ωθούμενοι υπό της  πείνης και των άλλων στερήσεων και άναγχών, ήδίκων τους ημέρους νησιώτας, άδυνατούντας ν΄ άνταπεξέλθουν κατά των πολεμικωτάτων "Ολυμπίων.

Κατά τας άρχάς του Σεπτεμβρίου του 1823 μερίμνη του Κωλέτη έπάρχου της  Εύβοιας και κατ" έντολήν της  Κυβερνήσεως τέσσαρα πλοία των Ψαρρών, άποσταλέντα είς την Σκιάθον και Σκόπελον, προσεπάθησαν να μεταφέρουν τα Ολυμπιακά στρατεύματα είς Ωρεούς προς άναζωπύρωσιν της  επαναστάσεως εν Εύβοια.

 Η  νέα αύτη εκστρατεία και πάλιν έναυάγησεν έλλείψει των αναγκαίων και διότι οί "Ολύμπιοι δεν ήννόουν να έγκαταλείψουν τας οίκογενείας των είς την Σκιάθον, φοβούμενοι την άναπτυχθεισαν εν τώ μεταξύ δυσμένειαν των νησιωτών έναντίον των, της  όποίας τα αποτελέσματα δεν ήργησαν να παρουσιασθούν.


Η  Μάχη της  Σκιάθου

Περί τα τέλη του αύτού μηνός ο τουρκικός στόλος υπό τον Καπουδάν Μωχαμέτ Χορσέφ Τοπάλ Πασάν εφθασεν εις τα παράλια της  Χαλκιδικής και άπέστειλεν εις τας νήσους Σκόπελον, Σκιάθον και Σκύρον τον διερμηνέα Στέφανον Βογορίδην, ίνα ζητήση την υποταγήν αυτών.

Οι Σκιαθιώται και κυρίως οι πρόκριτοι της  νήσου ταύτης όχι μόνον εδήλωσαν υποταγήν, αλλά παρεκάλεσαν τον τούρκον ναύαρχον ν΄ άποστείλη αγήματα ίνα άποδιώξη έκειθεν τα Όλυμπιακά στρατεύματα με την περίέργον δικαιολογίαν ότι κατεκράτουν την νήσον και έπεβάρυναν τους κατοίκους.

 Πράγματι ο Χορσέφ Πασάς την 8ην Όκτωβρίου άνεφάνη προ της  Σκιάθου με 13 πλοία και περιέπλευσε ταύτην ίνα εύρη κατάλληλον μέρος δι΄ άπόβασιν. Πρέπει να σημειωθή ενταύθα ότι ο Χορσέφ είχεν άποστείλει και αντιπρόσωπόν του, τον όποιον οί Σκιαθιώται έδέχθησαν ως διοικητήν εις το φρούριον της  νήσου  τούτο έσήμαινεν ότι το φρούριον έτάχθη με το μέρος των τούρκων.

Η  κατάστασις ήδη εις την νήσον ταύτην παρουσιάζετο λίαν κρίσιμος και η θέσις των Μακεδονικών στρατευμάτων και των εν τη νήσω οικογενειών αυτών αυτόχρημα τραγική.

Γενομένης συσκέψεως, εις την οποίαν ελαβον μέρος εκτός του αρχηγού Καρατάσιου, ο Διαμαντής, ο Γάτσος, ο Περραιβός, ο Μπίνος, ο Γούλας και ο Συρόπουλος, έγένετο δεκτή η γνώμη του Γάτσου και άπεφασίσθη πάση θυσία ν΄άντιταχθούν κατά πάσης άποβάσεως αγημάτων εις την νήσον. 

Τά γυναικόπαιδα των Όλυμπίων άπεστάλησαν μαζί με άπόσπασμα πολεμιστών εις το Μοναστήριον της  Παναγίας Ευαγγελίστριας, δίωρον άπέχοντος από της  πρωτευούσης της  νήσου, 150 δε άνδρες υπό την οδηγίαν του Τσάμη Καρατάσιου άνέλαβον να επιτηρούν τους εν τώ φρουρίφ Σκιαθιώτας υπό τον τούρκον διοικητήν, οί δε αρχηγοί με τους έναπομείναντα κατέλαβον τας κατωτέρω θέσεις:

ο Καρατάσιος το ύψηλότερον μέρος της  κωμοπόλεως, 
ο Περραιβός την εκκλησίαν των Τριών "Ιεραρχών, 
ο Μπίνος τους Ανεμομύλους έχων και τον Συρόπουλον συμπαραστάτην, 
ο Γάτσος την πλέον επικίνδυνον θέσιν Όβριόκαστρον και 
ο Διαμαντής με τον Γούλαν το δυτικόν τμήμα του λιμένος. 

"Ολη η δύναμις άνήρχετο είς 800 πολεμιστάς. Τήν έπομένην, 9ην Όκτωβρίου 1823, ο στόλος, άφ΄ ου έπλησίασε και έβομβάρδισε σφοδρότατα τας κατεχομένας θέσεις άνευ σχεδόν αποτελέσματος, έπεχείρησε ν΄ αποβιβάση αγήματα.

 Οί Μακεδόνες κατέχοντες καταλλήλους θέσεις με συνεχείς πυροβολισμούς έπέφερον μεγάλας βλάβας εις τον εχθρόν και ήνάγκασαν τας λέμβους να απομακρυνθούν.

Τελευταία απόπειρα άποβιβάσεως έγένετο το απόγευμα.
 Έπι κεφαλής των αγημάτων έτέθη ο ύπαρχηγός του στόλου υποναύαρχος Ταχήρ πασας αποφασισμένος να καταλάβη πάση θυσία την νήσον.

Παρά το πυκνόν και εύστοχον πυρ των Ελλήνων αί λέμβοι κατώρθωσαν ν΄ αποβιβάσουν στρατεύματα εις την παραλίαν  και τότε έγράφη μία από τας έπικάς σελίδας του άγώνος της  ανεξαρτησίας.

 Οι αμυνόμενοι πολεμισταί βλέποντες το μέγεθος του κίνδυνου εκ της  καταλήψεως της  νήσου έπετέθησαν κατά του Ταχήρ πασά και μετά αιματηρότατον εκ του συστάδην αγώνα, τον ήνάγκασαν να άποσυρθή εκ της  παραλίας.

 Τετρακόσια πτώματα έχθρικά εκειντο εις τα γραφικά ακρογιάλια της  Σκιάθου, αί δε άπώλειαι των αμυνόμενων ήσαν έλάχισται. 

Μιαούλης Ανδρέας
Την έπομένην ο Χορσέφ πασας, άπηλπισμένος εκ των αποτελεσμάτων και πληροφορηθείς τον έκπλουν του ελληνικού στόλου υπό τον Μιαούλην εκ της  Ύδρας, άνεχώρησε διά τον Παγασητικόν, ενθα και ο στόλος του κατεστράφη ύπό των Υδραίων. Έκτοτε ούδεμία έπεχειρήθη άπόβασις Τούρκων εις την Σκιάθον.

Ο Περραιβός μετά την μάχην της  Σκιάθου διαφωνησας εκ νέου προς τον Καρατάσιον άνεχώρησεν εις "Ύδραν και έκειθεν κατηυθύνθη είς Μεσολόγγιον.

Αφ’ ετέρου ο Καρατασιος επί κεφαλής 1.000 πολεμιστών, έντολή της  Κυβερνήσεως, μετέβη εις την Κάρυστον προκειμένου να συμπράξη μετά του Όδυσσέως ’Ανδρούτσου εις την πολιορκίαν της  πόλεως ταύτης. 

Ο Όμέρ πασάς της  Εύβοιας, ύποφέρων εκ λιμού και μη δυνάμενος να άνεφοδιασθή από θαλάσσης ενεκα του αποκλεισμού ύπό του ελληνικού στόλου, έπεχείρησε διά δόλου να άποσυρθή εκ της  Καρύστου.

 Οί 'Έλληνες όμως της  πόλεως ταύτης ειδοποίησαν δ΄ άγγελιαφόρου τα ελληνικά σώματα, τα όποια διά των ληφθέντων μέτρων έξηνάγκασαν τον Όμέρ πασάν εις τα στενά της  Κακής Σκάλας παρά το χωρίον Βαθύ να έπανέλθη εις την Κάρυστον μετά πολλών απωλειών.

 Έκ της  Καρύστου ο Καρατάσιος έπανήλθεν είς την Σκιάθον. Δυστυχώς έδημιουργήθη και νέα διάστασις μεταξύ των πολεμιστών και των προκρίτων της  νήσου των πρώτων κατηγορούντων τους Σκιαθιώτας έπι φιλοτουρκισμώ αλλά και διατρεφομένως βιαίως είς βάρος της  περιουσίας των.
Οί Σκιαθιώται διεμαρτυρήθησαν προς την Κυβέρνησιν κατ’ έπανάληψιν και τελικώς άπεστάλη ως φρούραρχος της  νήσου ο Υδραίος Αναγνώστης Μποσλής ως και ο Παύλος Παρασκευάς ίνα συνεννοηθή μετά του γενικού αρχηγού Καρατάσιου διά την ευταξίαν της  νήσου και την κατάπαυσιν των ερίδων .

Κατά διαταγήν της  Κυβερνήσεως ο Καρατάσιος έπί κεφαλής του σώματός του κατηυθύνθη εις την νήσον "Ύδραν, η όποια ήπειλειτο δι΄ άποβάσεως στρατευμάτων υπό του Αιγυπτίου ’Ιμβραήμ.

Παραμείνας έκει μέχρι των αρχών του μηνός Νοεμβρίου έπέστρεψεν ακολούθως είς Αθήνας.


Οί Μακεδόνες είς την Πελοπόννησον και η μάχη του Σχοινόλακα

Εύρισκόμεθα είς το τέταρτον έτος του άγώνος υπέρ της  ανεξαρτησίας.

Η  Έπανάστασις είς την Πελοπόννησον ειχεν έπιβληθή, διότι οί αγώνες της  Μακεδονίας, της  Ρούμελης άλλά και της  Δυτικής Ελλάδος είχον άπασχολήσει τας σημαντικωτέρας των τουρκικών δυνάμεων.

Κολοκοτρώνης Θεόδωρος
Η  δόξα του Κολοκοτρώνη αντιλαλούσε άπ΄ άκρου είς άκρον είς την Πελοπόννησον,
 ο δε γενναίος άρχιστράτηγος άναδειχθείς διά τας τοπικάς νίκας του ήρχισε δυστυχώς με κίνδυνον των ελπίδων της  άγωνιζομένης περαιτέρω Ελλάδος ν΄ αναμιγνύεται είς την πολιτικήν και να παρεκτρέπεται.

Είχεν έκλεγή τή επιμονή στρατιωτικών κύκλων, άλλά και τινων πολιτικών δυσηρεστημένων, αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού είς το Ναύπλιον. Ο Κολοκοτρώνης και οι περισσότεροι εκ των Πελοποννησίων ηγετών συνεκρούοντο με τους νησιώτας.

Μόλις ο αήρ της  ελευθερίας ήρχισε να θωπεύη τους σκληρώς άγωνιζομένους "Έλληνας ένεφανίσθησαν τα έθνοφόρα πολιτικά πάθη και τα κακά του εμφυλίου σπαραγμού, τα οποία ήσαν άσυγκρίτως μεγαλύτερα και φοβερώτερα από τους εχθρούς.
Κουντουριώτης Γεώργιος

Ο Υδραίος Γεώργιος Κουντουριώτης, γόνος ένδοξου οικογενείας, η όποια τα πάντα είχε προσφέρει εις τον αγώνα του Γένους, τυγχάνων πρόεδρος του Βουλευτικού, συνεκρούσθη προς τον Κολοκοτρώνην.

Έκ της  συγκρούσεως ταύτης προέκυψαν αποτελέσματα, τα όποια εθεσαν εις μέγιστόν κίνδυνον, ου μόνον τον αγώνα, αλλά και την ζωήν του Ελληνικού "Έθνους.

Ο Κουντουριώτης έκτος των νησιωτών είχε συνεργάτας τους Μανιάτας, αλλά και αρκετούς Πελοποννησίους αντιπάλους του Κολοκοτρώνη. 

Παρ΄ όλα ταύτα μη δυνάμενος να καταβάλη τους έπαναστάτας άπέστειλε τον ’Αδάμ Δούκαν και τον Μακρυγιάννην εις την Στερεάν Ελλάδα ίνα μετακαλέση τους Ρουμελιώτας του στρατηγού Γκούρα, τους Σουλιώτας του Τζαβέλλα και έξ Αθηνών τους Όλυμπίους του Καρατάσιου, προτιθέμενος να χρησιμοποίηση τα στρατεύματα ταύτα, ως λίαν εμπειροπόλεμα, κατά των ανταρτών του Κολοκοτρώνη.

Μακρυγιάννης Ιωάννης
Ο στρατηγός Μακρυγιάννης έθεωρήθη ο μάλλον ένδεδειγμένος διά την ενέργειαν ταύτην, ήτο ιδιαίτερος φίλος του υπουργού των Στρατιωτικών Κωλέτη καθώς και των Ρουμελιωτών και Όλυμπίων.

Τήν 22 Νοεμβρίου ο Γκούρας και ο Καρατάσιος φθάνουν εις την Κόρινθον.

Οι έπαναστάται μόλις έπληροφορήθησαν την άφιξίν των, γνωρίζοντες καλώς την πολεμικήν αξίαν των Ρουμελιωτών και των Μακεδόνων, κατεθορυβήθησαν, συνήλθον εις την Καρύταιναν και προεδρεύοντος του "Αναγνώστη Δεληγιάννη άπέστειλαν εις τον Καρατάσιον και τον Γκούραν την εξής λίαν άξιομνημόνευτον και περίέργον διά τας αντιλήψεις των επιστολήν.

Γενναιότατοι Καπετανέοι Ρουμελιώται,

Ημείς με το να εχωμεν δικαίωμα και ίντερέσα της πατρίδος μας Πελοπόννησόν έκινήθημεν εναντίον της  τυραννίας μερικών ατόμων και επειδή εϊμεθα πατριώται δεν έπιθυμουμεν να κινηθώμεν μεταξύ μας εις εμφύλιον πόλεμον. 

Όθεν αν εισθε 'Έλληνες και πατριώται δεν πρέπει να άνακατωθήτε εις τα της  Πελοποννήσον πράγματα, αλλά να οταθήτε αδιάφοροι και αν έχετε κανένα δίκαιον θέλει το λάβετε εν καιρω τώ δέοντι' ει δε θελήσετε να άνακατωθήτε εις τα της  Πελοποννήσον πράγματά μας, ότι σας άκολουθήση 'οψεσθε και ημείς μένομεν άνεύθυνοι.

Αναγνώστης Δεληγιάννης
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Έκτελούντες τας διαταγάς της  νομίμου Κυβερνήσεως ο Καρατασιος με τον Γκούραν έπετέθησαν εναντίον του Ακροκορίνθου και έξηνάγκασαν τους μετά τού Κολοκοτρώνη συμπράττοντας Λόντον και Νοταράν και πολιορκούντας τον Ακροκόρινθον κατεχόμενον ύπό κυβερνητικών στρατευμάτων να λύσουν την πολιορκίαν και ν΄ άπέλθουν εις "Αγιον Γεώργιον, ενθα δώσαντες μάχην ένικήθησαν και διεσκορπίσθησαν ύπό μιας φάλαγγος του Καρατάσιου.

Ο Αρχιμανδρίτης Παπαφλέσσας ειχε ταχθή εύθύς έξ αρχής με την Κυβέρνησιν.

 Δι΄ έπιστολής  από ο Δεκεμβρίου 1824, απευθυνόμενης προς τον Καρατάσιον προτρέπει τούτον να συντρίψη τους έπαναστάτας και προσθέτει ότι 
« με τον ανεψιόν του αντιστράτηγον Δ. Δίκαιον αποστέλλει δύο τόπια και μερικά μπαλαμισδράλια και ντουφεξήν διά τα ντουφέκια».

Ο Καρατάσιος με τον Γκούραν προχωρούν, καταλαμβάνουν την Κερπινήν και πολιορκούν τον Ζαίμην εις τα Καλάβρυτα.

 Έτέρα κυβερνητική φάλαγξ με έπι κεφαλής τον Χατζηχρήστον συνεπικουρούμενον από τον Βάσσον και άπόσπασμα Μακεδόνων ύπό τον Τσάμην Καρατάσιον βαδίζει προς την Τριπολιτσάν.

 Ποιον υπήρξε το αποτέλεσμα του έμφυλίου σπαραγμού;

 Η  έρήμωσις της  Πελοποννήσου, η σύλληψις του Κολοκοτρώνη και ο διασκορπισμός όλων σχεδόν των Πελοποννησίων ηγετών και πολεμιστών  και ταύτα πάντα καθ΄ ήν εποχήν ο Ιμβραήμ πασάς άναχωρών εκ της  Κρήτης κατηυθύνετο εις την Πελοπόννησον με άντικειμενικόν σκοπόν να καταστείλη διά παντός μέσου το έθνικόν κίνημα των Ελλήνων.

Η  Κυβέρνησις του Γεωργίου Κουντουριώτου έναντίον του Ιμβραήμ διέθετεν 
700 Μακεδόνας του Καρατάσιου, 
600 Ρουμελιώτας του Γκούρα, 
1.200 του Καραϊσκάκη και του Τζαβέλλα.

 "Έτεροι 1.000 περίπου ήσαν με τον Μακρυγιάννην και Χατζηχρήστον, 600 Υδραίοι, Σπετσιώται και Κρανιδιώται ύπό τον Σκούρτην καθώς και 300 'Αγιοπετριται ύπό τον Ζαφειρόπουλον.

Έκτος αυτών οι Πελοποννήσιοι ήγέται Γιατράκος, Παπατσιώρης και Γρηγοριάδης διέθετον περίπου 1.500 άνδρας.

Ο Πρόεδρος της  Κυβερνήσεως, παρασυρόμενος άπό αδαείς αλλά και  πείσμονας συμβούλους, ύπέπεσεν εις το σφάλμα να διορίση αρχιστράτηγον των κατά ξηράν δυνάμεων της  Πελοποννήσου τον πλοίαρχον Σκούρτην, άγαθόν μεν και τίμιον πατριώτην άλλ΄ άπειρον των κατά ξηράν αγώνων και δή της  τακτικής των άτιθάσσων και άτακτων πολεμιστών της  Ρούμελης, τού Σουλίου και τού Όλυμπου.

Οι αρχηγοί βαρέως εφερον την προσβολήν ταύτην, πολλοί δε των πολεμιστών, μη εχοντες εμπιστοσύνην είς την ικανότητα τού αρχιστρατήγου, ήρχισαν να λιποτακτούν.

 Ο Καρατασιος, εις άκρον φιλότιμος, ήρνήθη να ταχθή ύπό τας διαταγάς τού Σκούρτη' είναι η πρώτη και μόνη απείθεια, την οποίαν έπέδειξε καθ΄ όλον το διάστημα τού Αγώνος.

Αλλ΄ ο πολέμαρχος γέρων, ο διδάσκαλος της  πολεμικής τέχνης ήγανάκτησε και παραλαβών 200 παλαιούς του συναγωνιστάς, των άλλων Μακεδόνων παραμεινάντων ύπό τον Γάτσον, ώχυρώθη εις το χωρίον Σχοινόλακα της  Μεσσηνίας, έναντίον τού όποιου κατηυθύνετο η έμπροσθοφυλακή τού Ιμβραήμ πασά.

 Οι υπόλοιποι αρχηγοί των σωμάτων ύπό τον Σκούρτην παρετάχθησαν εις το Κρεμμύδι άθυμούντες και χωρίς δρεξιν διά πόλεμον.

Τήν πρωίαν της  18ης Μαίου 1825  η έμπροσθοφυλακή τού Ιβραήμ άποτελουμένη από 3.000 λογχοφόρους τού τακτικού στρατού, 1.000 άτάκτους Αλβανούς και 700 ιππείς Μαμελούκους έπετέθη λυσσωδώς κατά των ευαρίθμων Μακεδόνων

Οί αμυνόμενοι κατέχοντες έπίκαιρον ύψηλήν και δεσπόζουσαν τοποθεσίαν βάλλουν ψυχραίμως και με συνοχήν, οί δε Αιγύπτιοι θερίζονται' ο αρχηγός Καρατάσιος όρθιος και ακάλυπτος κατά το σύνηθες διατρέχει το πεδίον της  μάχης, εμψυχώνει τους πολεμιστάς και αναγκάζει τους στρατιώτας του Ιβραήμ είς ύποχώρησιν.

 Δευτέρα και τρίτη έπίθεσις των Αιγυπτίων αποτυγχάνουν άδόξως όπως και  η πρώτη.

Τό απόγευμα και περί ώραν 3ην έπαναλαμβάνεται η έπίθεσις και τίθεται έπι κεφαλής ο αντιστράτηγος Ρισβάν μπέης αρχηγός των Μαμελούκων.

 Καί πάλιν η έπίθεσις των Αιγυπτίων ύπήρξεν ορμητική, άλλ΄ είς μάτην. Οί Αιγύπτιοι άποδεκατίζονται, η έπίθεσις των μένει και πάλιν άνευ αποτελέσματος.

Έν τω μεταξύ οί Πελοποννήσιοι αρχηγοί Παπατσιώρης με 500 Αρκάδας, Γιατράκος με 600 Μανιάτας, οί Χατζηχρήστος, Γάτσος και Κοντογιάννης με 1.400 Ρουμελιώτας και Μακεδόνας σπεύδουν είς ένίσχυσιν του Καρατάσιου.
 Δυστυχώς έγένοντο αντιληπτοί ολίγον πριν φθάσουν εις το πεδίον της  μάχης, ευρισκόμενοι δε είς πεδινόν μέρος έδέχθησαν την έπίθεσιν 2.000 ιππέων Μαμελούκων και 1500 πεζών Αιγυπτίων και μετά μικράν άντίστασιν, μη προλαβόντες καν να συνταχθούν, έτράπησαν εις φυγήν έγκαταλείψαντες 45 νεκρούς και πολλούς τραυματίας και αιχμαλώτους.

 Έν τώ μεταξύ κατά τας έσπερινάς ώρας ήρχισε βροχή ραγδαιοτάτη μετ΄ αστραπών και βροντών ο δε Καρατάσιος, του όποιου η θέσις καθίστατο κρίσιμος άπό στιγμής εις στιγμήν, έπωφεληθείς της  κακοκαιρίας και του έπελθόντος σκότους άπεσύρθη εις την Λιγούδιτσαν, συναντηθείς με τους Αρκάδας.

 Η  μάχη του Σχοινόλακα συμφώνως προς το ήμερολόγιον του Πελοποννησίου στρατηγού Γρηγοριάδου διήρκεσεν εξ ώρας.

Έκ των ανδρείων Μακεδόνων
 εφονεύθησαν 13 στρατιώται, 
6 έπληγίοθησαν και 
6 συνελήφθησαν αιχμάλωτοι. 

3 Παπαρρηγόπουλος εις την βιογραφίαν του Καραϊσκάκη  ασχολούμενος με την μάχην του Σχοινόλακα γράφει:

 « Οι νικηφόροι Μακεδόνες έπεμψαν εις Τρίπολιν ως απαρχήν του νέου τούτου είδους του πολέμου, όν έπρόκειτο ήδη να διεξαγάγωσιν οι Έλληνες, 109 λογχοφόρα όπλα. 
Τωόντι τότε κατά πρώτον τα άρρυθμα ημών στίφη προς τακτικόν άντεπαρετάχθησαν τάγμα και μολονότι ούδεμίαν έλαβον εκ Κρεμμυδίου επικουρίαν, άλλ΄ όμως διά την άτρόμητον ανδρείαν και μάλιστα διά την έπιτηδειότητα του αρχηγού, κατώρθωσαν να κατισχύσωσιν ».

Η  νίκη του Καρατάσιου εις τον Σχοινόλακα ένεθουσίασε την Κυβέρνησιν, ο δε Κουντουριώτης μεταβάς είς την Τριπολιτσάν άπεφάσισε με τον Μαυροκορδάτον και τον Κωλέτην να διοργανώσουν τον αγώνα κατά του Ιβραήμ.

 Έπήλθον όμως τα θλιβερά γεγονότα του Κρεμμυδίου και οί μετά του Σκούρτη Ρουμελιώται ύπέστησαν πανωλεθρίαν' διεσκορπίσθησαν είς την Πελοπόννησον και επηρεαζόμενοι από τον Κωλέτην άλλοι μεν έπέστρεψαν είς την Δυτικήν Ελλάδα, άλλοι δε ήρχισαν να φορολογούν και να βασανίζουν τους κατοίκους.

 Πλήρης αναρχία έκράτει είς την Πελοπόννησον. Συμπλωκαί συνήπτοντο καιθημερινώς μεταξύ κατοίκων και στρατευμάτων και ο άγων διήρχετο φοβέραν κρίσιν.

 Ο Καρατάσιος έστρατοπεδευμένος εις τας χώρας εξέθεσε την κατάστασιν εις την Κυβέρνησιν και έζήτησε να αποχώρηση εκ της  άναρχουμένης Πελοποννήσου προς κατευνασμόν των παθών.

 Έν τω μεταξύ οί πλείστοι των Ρουμελιωτών άνεχώρησαν, παρέμειναν δε τελικώς μόνον ο Καρατάσιος, ο Βάσσος, ο Χατζηχρήστος και ο Σκούρτης με 2,000 πολεμιστάς.

Η  υπεράσπισις της  Υδρας

Έν τώ μεταξύ όμως αί φάλαγγες του Ιβραήμ έπροχώρουν και ο Αιγυπτιακός στόλος ήπείλει τας νήσους και ιδιαιτέρως την "Ύδραν.
 Οί Υδραίοι διά της  από 29 3 Απριλίου 1825 έπιστολής των προς το Έκτελεστικόν έζήτησαν την αποστολήν δυνάμεως 1.500-2.000 άνδρών υπό τον Καρατάσιον καθώς και την εκ 500 άνδρών δύναμιν των Όλυμπίων υπό τον Μήτρον Λιακόπουλον, η οποία εύρίσκετο με τα γυναικόπαιδα των προσφυγόντων Βορειοελλαδιτών εις τας Βορείους Σποράδας.

'Όντως ο Καρατάσιος άνεχώρησεν εκ Μεσσηνίας και έφθασεν εις την Έρμιόνην, έκειθεν δε διά πλοίων διεπεραιώθη έπί κεφαλής 1.200 Μακεδόνων πολεμιστών εις την Ύδραν, ένθα συνήντησε τον Μήτρον Λιακόπουλον με 300 Όλυμπίους, τον ’Αποστολάραν με 170 και τον 3Ιωάννην Έμμ. Παπάν με ετέρους 70 Μακεδόνας.

Η  παρουσία στρατηγού έμπειροπολέμου και γνωστοτάτου εις την "Ύδραν εκ της  πρώτης έκστρατείας όσον και εκ των λαμπρών κατορθωμάτων του απανταχού της  Ελλάδος διεσκέδασε τον φόβον των Υδραίων.
Εντός ολίγου εφθασεν εις την "Ύδραν και ο Θεοδωράκης Γρίβας με 400 Ρουμελιώτας καθώς και 200 άλλοι εκ Σαλαμινος, ταχθέντες άπαντες υπό τον Καρατάσιον.

Ο αρχηγός έπεδόθη αμέσως εις την οχύρωσιν της  νήσου οί πρόκριτοι της  νήσου, αδαείς εις τους κατά ξηράν άγώνας, φαίνεται ότι δεν κατέβαλον την προσήκουσαν έπιμέλειαν εις την οχύρωσιν της  νήσου των έναντίον τυχόν απόπειρας άποβιβάσεως εχθρικών αγημάτων.

Τέλος κατόπιν της  έπιμονής τού Καρατάσιου η οχύρωσις της  νήσου έπερατώθη, ο δε τουρκικός στόλος πληροφορηθείς τας αποσταλεί σας ενισχύσεις δεν έτόλμησε να προσβάλη αυτήν. Δυστυχώς όμως τα υπέρογκα βάρη τού ’Αγώνος και αι μεγάλαι οίκονομικαί θυσίαι της  εύάνδρου ταύτης νήσου, της  έξυπηρετησάσης τον "Αγώνα όσον ούδεμία άλλη, είχον εξαντλήσει το ταμείον της.

 Οι στρατιώται τού Καρατάσιου, του Γρίβα και του εν τώ μεταξύ άφιχθέντος Μακρυγιάννη δεν έλάμβανον τους μισθούς και τα καθιερωμένα σιτηρέσια.

 Ο Καρατασιος ως γενικός αρχηγός των άποβίβασθέντων διά της  από 14 Νοεμβρίου 1825 έπιστολής του εγραφε προς τους προκρίτους της  νήσου.

« Σήμερον ήλθον όλοι οι καπετανέοι εδώ και με λέγουν οτι τους έβίασαν οί στρατιώται διά τα σιτηρέσια. 
Επειδή τις και είναι άποκρέα σήμερον, θέλουν χαρτζιλίκι ο κόσμος να αποκρέψουν.
 Περικαλώ λοιπόν κλπ » 

Εις την 'Ύδραν ο Καρατασιος παρέμεινε μέχρι τέλους τού 1825, ότε και άνεκλήθη εις την Πελοπόννησον, έπειδή η κατάστασις έκει έχειροτέρευεν ενεκα της  προόδου των επιχειρήσεων του "Ιβραήμ.

Θά παραθέσωμεν ενταύθα άπόσπασμα της  ύπ3 άρ. 15934/31-12-1825 Διαταγής άνακλήσεως προς τους προκρίτους της  "Ύδρας, η οποία λίαν χαρακτηριστικούς περιγράφει τα γεγονότα.

« . . . . Επειδή μετά την αποτυχίαν του κατά της  Τριπολιτζάς σχεδίου έσκορπίσθησαν όλα τα στρατεύματα των επαρχιών και επόμενον να δειλιάση ο λαός και τα εκ της  δειλίας αποτελέσματα να είναι ολέθρια, η Διοίκησις εκρινεν άναγκαίον να φέρη είς την Πελοπόννησον τον στρατηγόν Καρατάσιον με τους ύπό την οδηγίαν του οπλαρχηγούς, διά να εύρίσκεται εν καιρω χρείας εν σώμα άρκετόν και συγκείμενον από ανδρείους και εμπειροπολέμους στρατιώτας και να χρησιμεύση εναντίον του έχθροϋ . . . ».

Αλλά και ο αρχιστράτηγος Κολοκοτρώνης βλέπων την διάλυσιν των Πελοποννησίων παρεκάλεσε κατ’ έπανάληψιν την Διοίκησιν να άνακαλέση εις την Πελοπόννησον τον γενναιον Καρατάσιον, η δε Διοίκησις άπαντώσα διά της  ύπ3 άριθ. 55/25-6-1825 έπιστολής της προς τον Κολοκοτρώνην εγραφε :

 «... 'Όσον λυπηρά και αν είναι η περίστασις, αρχηγοί 'Έλληνες, δεν πρέπει όμως να μάς άπονεκρώση.
 'Η Διοίκησις εγραψε μετ’ επιμονής εις την Ύδραν, διά να μεταφέρη δλα τα έκεί ευρισκόμενα σώματα ύπό την οδηγίαν του στρατηγού Καρατάσιου συμποσούμενα εις 3 χιλιάδας περίπου... ».

Ο Καρατάσιος έντολή της  Κυβερνήσεως άναχοορήσας έξ "Υδρας έπανήλθεν είς τα Βέρβενα της  Πελοποννήσου ϊνα σύμπραξη με την ύπό τον Χατζημιχάλην ομάδα των έναπομεινάντων Ρουμελιωτών, έχων ως ύπαρχηγόν τον πολεμιστήν των Βοδενών ’Αγγελήν Γάτσον.

 Ηγούμενος δυνάμεως εκ 2000 πολεμιστών κατέλαβε την περιφέρειαν από Τζιπχιανά έως το ΙΊαρθένι ίνα αντιμετώπιση την προς την Καρύταιναν προελαύνουσαν φάλαγγα του "Ιβραήμ.

Έν τώ μεταξύ, ένεκα της  υποταγής των Τρικκεριωτών καθώς και του Διαμαντή, άνεχώρησεν από την Πελοπόννησον έπι κεφαλής 300 πολεμιστών διά την Σκιάθον, εις την όποιαν εύρίσκοντο αί οικογένειαι των Όλυμπίων.

Εις την Πελοπόννησον παρέμεινεν έπι κεφαλής των Μακεδόνων ο Αγγελής Γάτσος, άλλοι δε 200 Μακεδόνες με αρχηγόν τον Τόλιον Λάζον άνεχώρησαν με την αποστολήν του Καλλέργη διά την Κρήτην, ίνα συνδράμουν την έπανάστασιν της  Μεγαλονήσου.

Κατά το διαρρεύσαν διάστημα οί Θεσσαλοί, μη δυνηθέντες ν΄ άντισταθούν μετά την άναχώρησιν των περισσοτέρων Όλυμπίων υπό τον Καρατάσιον εις την Πελοπόννησον, συνεργούσης δε και της  διαγωγής του Όδυσσέως ύπετάγησαν εις τον Κιουταχήν. 

Ο Διαμαντής παρ΄ όλην την ανδρείαν του διαφωνών διαρκώς με την Κυβέρνησιν και τους άλλους αρχηγούς, ύπετάγη και αυτός εις τους Τούρκους μαζί με τον Γούλαν και τον Αίτωλοακαρνάνα Μιχαήλ Πιλάλαν.

Οι πολεμισταί ούτοι άμα τή έπιστροφή του Καρατάσιου εις την Σκιάθον άπέστειλαν τον Θεσσαλόν I. Τσακμάκην ίνα καταπείση τον Μακεδόνα πολεμιστήν και τους συνεργάτας του να υποταχθούν και αύτοι εις τους Τούρκους.

Αί κατά την Εϋβοιαν και Στερεάν μάχαι

Ο ύποκινών τους άρματωλούς τούτους  Αλβανός αρχηγός Ταχήρ Κόνιτσας άπέστειλε διά του Τσακμάκη χρήματα και διάφορα δώρα εις τον Καρατάσιον

 « "Αλλ" ούτος ο αγαθός γέρων (Καρατασιος), γράφει ο Σπηλιάδης, άφ΄ ού έπολέμησεν εις την Μεσσηνίαν τον Ιβραήμ δεν ήτο ποτέ δυνατόν να συνδιαλλαγή με τους έχθρούς ».

Απέπεμψε τον αίσχρόν Ελληνα άπεσταλμένον και ειδοποίησε πάραυτα την Κυβέρνησιν λάβη τα μέτρα της, διότι ο Ταχήρ Κόνιτσας και ο Όμέρ της  Καρύστου έπρόκειτο να έπιτεθούν κατά της  Σκιάθου, της  όποίας οι κάτοικοι και πάλιν ήρχισαν να δεικνύουν διαθέσεις υποταγής εις τους Τούρκους.

 Κατόπιν των άνωτέρω κατά μήνα Νοέμβριον του 1826 η Κυβέρνησις διώρισεν εκ νέου τον Καρατάσιον αρχηγόν της  περιφερείας ταύτης.
Γκούρας Ιωάννης

Μετά τον οίκτρόν θάνατον του Ανδρούτσου και την πτώσιν του Μεσολογγίου ο I. Γκούρας διορισθείς αρχιστράτηγος της  "Ανατολικής Ελλάδος προσεκάλεσε τον Καρατάσιον  και όλα τα "Ολυμπιακά στρατεύματα να κατέλθουν εις τα Μέγαρα ίνα πολεμήσουν κατά του καταλαβόντος την "Αττικήν Κιουταχή.

 Ούτω μετεσταύθμευσεν ο Καρατάσιος εις τα Μέγαρα ένθα έδημιουργείτο το νέον Έλληνικόν στρατόπεδον ύπό τον Καραϊσκάκην, αλλά πάλιν διά νέας διαταγής διετάχθη να διεκπεραιοοθή εις την Εύβοιαν και να προβή εις έπίθεσιν έναντίον των έκει Τούρκων.

Αφιχθείς έκει έλεηλάτησε την νήσον και κατώρθωσε διά του τρόπου αύτού να έξαναγκάση τους μετά του Κιουταχή εις την Αττικήν έκστρατεύσαντας Τούρκους να έπανέλθουν είς την νήσον.

Τό τουρκικόν στρατόπεδον της  Αττικής έξησθένησεν αρκούντως έκ
Καραϊσκάκης Γεώργιος
τού αντιπερισπασμού, τον όποιον έδημιούργησεν ο Καρατάσιος, άλλά η Κυβέρνησις δεν έξεμεταλλεύθη την παρουσιασθείσαν ευκαιρίαν.

Ούχ ήττον όμως ο Μακεδών στρατηγός περιφερόμενος εις την Εύβοιαν και λεηλατών αυτήν είχε κατορθώσει να αιχμαλωτίσω, συμφώνως προς τα γραφόμενα υπό τού άγωνιστού Καρώρη, δυο τουρκικά πλοία πλήρη πολεμοφοδίων και τροφίμων καθώς και 80 ναύτας, άτινα άπέστειλεν εις την Κυβέρνησιν.

Παρ΄ όλας τας επιτυχίας ταύτας και την επιθυμίαν να δημιουργηθή ισχυρός περισπασμός εις την Εύβοιαν και τον Εύριπον δεν έπετεύχθησαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, διότι η μεγαλυτέρα προσοχή ήτο έστραμμένη εις την Αττικήν και εις την Πελοπόννησον.

Έάν διετίθετο σοβαρά κατά ξηράν δύναμις πολεμιστών ως και ναυτική τοιαύτη, την όποίαν έπιμόνως έζήτει ο Καρατάσιος άπό τους Υδραίους  διά να άποβιβασθή εις την  Αταλάντην και προσβάλη τους σταθμούς ανεφοδιασμού των Τούρκων απειλών τα νώτα τού Κιουταχή, άλλοία πιθανώς θά ήτο η εκβασις της  εκστρατείας εκείνης.

Κατά μήνα Σεπτέμβριον η Κυβέρνησις άπέστειλε τον Κωλέτην εις την Εύβοιαν, Ταλαντονήσι και Σκιάθον προς τον Καρατάσιον, ίνα συνεννοηθή μετ΄ αύτού προς ενέργειαν αποβάσεων εις ’Αταλάντην και έκειθεν προέλασιν προς τας Θήβας, ίνα διά τού νέου αύτού άντιπερισπασμού εύοδωθή η εκστρατεία τού Καραϊσκάκη.

 Τήν 3ην Νοεμβρίου τα Όλυμπιακά στρατεύματα ήρχισαν αποβιβαζόμενα εις την Αταλάντην.
 Τήν 8ην τού αύτού μηνός ο Γάτσος έπί κεφαλής των άποσχισθέντων εκ τού γενικού αρχηγού Καρατάσιου πολεμιστών άνερχομένων εις 500 περίπου έπετέθη κατά της  "Αταλάντης και κατέλαβε τον σταθμόν ανεφοδιασμού  ακολούθως πληροφορηθείς οτι ο Μουστάμπεης άφικνειται εκ Θηβών, κατέλαβε σημειον τι της  κεντρικής όδού μεταξύ  Αταλάντης και Λεβαδείας ίνα αντιμετώπιση τους έπερχομένους Τούρκους.

Εις το σημειον αυτό συνήφθη σφοδροτάτη μάχη, κατά την όποίαν οί "Ελληνες μαχόμενοι εις τα πεδινά και προσβληθέντες από το ίππικόν του Μουστάμπεη ύπέστησαν μεγάλην φθοράν.

 Έκεί έφονεύθη ο ’Αγγελής Συκιώτης από την Χαλκιδικήν, ο Γέρω Καλαμίδας, ο Κόντος, ο Χαμακιώτης, ο αρεοπαγίτης Κ. Σακελλίων, συνελήφθη δε αιχμάλωτος ο Αθανάσιος Έμμ. Παπάς,  ο υιός του άτυχους αρχιστρατήγου της  Χαλκιδικής.

 Ο Γάτσος επολέμησεν άνδρειότατα όπως πάντοτε, άλλ΄ύποχωρών ναι αυτός μαζί με τον άρματωλόν του 'Αλμυρού Βελέντζαν κατώρθωσε να καταλάβη μιαν ερειπωμένην εκκλησίαν και να οχυρωθή με 80 άνδρας.

Έπι οκτώ ώρας ήμύνετο άπεγνωσμένως κατά τών Τούρκων, έφόνευσε και έπλήγωσεν άνω των 150, θά συνελαμβάνετο δε αιχμάλωτος, αν δεν κατέφθανεν η πρωτοπορεία του σώματος του Καρατάσιου υπό τον υιόν του Τσάμην και με ύπαρχηγούς τον Μήτρον Λιακόπουλον, τον ’Αποστολάραν, άποσχισθέντα εκ του Γάτσου, και τον Καπετάν ’Αναστάσην (Χιμευτόν ; ) εκ Κασσάνδρας, οίτινες και ετρεψαν τους Τούρκους εις φυγήν, άφου άπώλεσαν 34 πολεμιστάς και άπήλλαξαν τον Γάτσον και τον τραυματισθέντα Βελέντζαν από βεβαίου θανάτου η αιχμαλωσίας.

Δυστυχώς η άναχώρησις των πλοίων των περιπολούντων εις την Εύβοιαν, Σκιάθον και Σκόπελον ήνάγκασε τα Όλυμπιακά στρατεύματα να έπανέλθουν εις τας νήσους, η δε κατά των Θηβών άρξαμένη εκστρατεία έματαιώθη προς ζημίαν του άγώνος εν ’Αττική.

Είπομεν ανωτέρω ότι κατά την γενομένην συνθήκην μεταξύ Όλυμπίων και Κιουταχή εις Τρίκκερι παρέμεινεν εντός της  πόλεως μόνον ο Αλβανός ηγέτης Ταχήρ Κόνιτσας.
Ο Κιουταχής, ώς γνωστόν, ειχεν άναλάβει την ύποχρέωσιν εκτός της  έκκενώσεως της  περιφερείας να άφήση ελεύθερα τα άρματωλίκια τού Βελέντζα και των άλλων Θεσσαλών.

ΟΤούρκος όμως Πασάς όχι μόνον ήθέτησεν άργότερον τας συμφωνίας άλλ΄ άπέστειλε και στρατεύματα εις τον Ταχήρ Κόνιτσαν, όστις ώχύρωσε το Τρίκκερι καθώς και τας άποθήκας τού λιμένος.
Βαρέως φέροντες οί Μακεδόνες αρχηγόι την άθέτησιν των συμφωνιών τού Κιουταχή προς τους Θεσσαλούς συναγωνιστάς των άπεφάσισαν να έπιτεθούν κατά τού Τρίκκερι, να οχυρωθούν εντός αύτού και έπεκτείνοντες τας ένεργείας των εντός της  Θεσσαλίας να δημιουργήσουν αντιπερισπασμόν εις τον εχθρόν.

Τήν εποχήν εκείνην Πασάς της  Λαρίσσης ειχε διορισθή ο "Αλβανός Όμέρ Βρυώνης, όστις πριν αναχώρηση διά την νέαν του θέσιν, άπέστειλεν εις Λάρισσαν τον ύπαρχηγόν του επι κεφαλής ισχυράς δυνάμεως "Αλβανών διευθυνομένης από επίλεκτους αξιωματικούς, μεταξύ των όποιων ήτο και ο Νούρκα Σερβάνης.

Ο Καρατασιος ευρισκόμενος εις την Σκιάθον και συνεπικουρούμενος από τον Γάτσον—μετά τού οποίου κατόπιν μάλιστα τού ατυχήματος της  Λεβαδειάς και της  παρασχεθείσης συνδρομής, ειχεν ανανεώσει τους παλαιούς αδελφικούς δεσμούς της  25ετούς συνεργασίας — τον Μπινον, τον Λιακόπουλον, τον Βελέντζαν και τον "Αποστολάραν, καθώς και από άπόσπασμα Εύβοέων σταλέντων ύπό τού Κριεζώτη την νύκτα της  5 Νοεμβρίου 1827 επετέθη αίφνιδιαστικώς κατά τού λιμένος τού Τρίκκερι, κατέλαβε τας άποθήκας εφοδιασμού, κατέσφαξε και  ήχμαλώτισε την "Αλβανικήν φρουράν, αμέσως δε επορευθη κατά της  πόλεως.

Ο Ταχηρ Κόνιτσας όμως επικεφαλής ίσχυράς δυνάμεως και καλώς ώχυρωμένος κατώρθωσε ν΄αναχαίτιση όλας τας εφόδους των έπιτεθέντων, ζητήσας συνάμα επειγόντως ενισχύσεις εκ Λαρίσσης.

Πράγματι εστάλησαν 1.500 πολεμισταί Αλβανοί με επικεφαλής τον Νούρκα Σερβάνην, αλλά δεν επρόλαβον να είσέλθουν εις το Τρίκκερι.
Ο Καρατασιος άφού έταξε μικράν δύναμιν πολεμιστών ίνα κρατή εις άπόστασιν τον ωχυρωμένον Ταχήρ Κόνιτσαν, εσπευσεν είς συνάντησιν τού Σερβάνη επί κεφαλής 2.000 άνδρών.

Η  σύγκρουσις έγένετο είς τα παλαιά οχυρώματα της  Παναγίας, η δε μάχη υπήρξε πεισματώδης και κρατερά.
Τελικώς οι "Αλβανοί δεν ήδονήθησαν να άντιστούν είς την επίθεσιν και ήρχισαν να υποχωρούν' κυκλωθέντες όμως διά στρατηγήματος τού Καρατάσιου και  φονευθέντος τού αρχηγού των Νούρκα Σερβάνη κατεσφάγησαν σχεδόν άπαντες.

Η  νίκη αύτη ένέπλησε χαράς τους "Ελληνας, οϊτινες ακολούθως έπετέθησαν κατά τού Τρίκκερι, μη δυνηθέντες όμως να κυριεύσουν την πόλιν, ελεηλάτησαν τας άποθήκας εφοδιασμού, παρέλαβον τα πυρομαχικά και  τα τρόφιμα και  ακολούθως έπέστρεψαν εις το στρατόπεδον της  Σκιάθου και της  Σκοπέλου.

Ο Κωλέτης  έπιστρέψας εν τώ μεταξύ είς την Σκιάθον εν συνεννοήσει με τον Καρατάσιον, τον Γάτσον και τους λοιπούς Όλυμπίους ένήργησε και νέον αποκλεισμόν τού Εύρίπου, ωστε να καθίσταται αδύνατος ο εκ Βόλου ανεφοδιασμός τού Κιουταχή και τού Όμέρ Πασά της  Καρύστου.

Έξακολουθούντος τού αποκλεισμού τού Εύρίπου 250 Μακεδόνες με έπι κεφαλής τον ’Αγγελήν Γάτσον άνεχώρησαν διά την Πελοπόννησον ενθα παρέμειναν μαχόμενοι μέχρι πέρατος τού Αγώνος, έτεροι δε 200 με τον Μήτρον Λιακόπουλον και τον Ψαροδήμον άπεστάλησαν ώς επικουρία εις τον Κριεζώτην δρώντα έναντι της  Χαλκίδος.

Ο Καρατάσιος μετεσταύθμευσεν εις την Ναύπακτον έπι κεφαλής σημαντικού τμήματος Μακεδόνων εις δε την περιοχήν τού Εύρίπου παρέμεινεν ο Τσάμης Καρατάσιος με τον Βελέντζαν. 

Κατ'  αύτόν τον τρόπον η Μακεδονική Λεγεών διεσκορπίσθη εις ολόκληρον την Ελλάδα. 

Συγχρόνως και αι πολεμικαί επιχειρήσεις με την άφιξιν τού Κυβερνήτου διήνυον το τελευταιον στάδιον.

Ο Κριεζώτης με τον Μήτρον Λιακόπουλον και τον Τόλιον Λάζον δρώντες υπό τας διαταγάς τού στρατάρχου της  "Ανατολικής Ελλάδος Δ. Ύψηλάντη κατέλαβον την 18ην Μαίου 1829 την έναντι της  Χαλκίδος θέσιν Ανυφορίτην  εξ άλλου η ύπό της  υπολοίπου δυνάμεως τού Κριεζώτη κατοχή τού φρουρίου Καραμπαμπά  έναντι της  Χαλκίδος συνετέλεσεν ώστε ο Όμέρ Πασάς να εύρεθή εις δύσκολον θέσιν.

Κριεζιώτης Νικόλαος
 Έπι κεφαλής 1.000 άνδρών τού τακτικού στρατού και 500 άτάκτων άπεφάσισε να προσβάλη αιφνιδιαστικούς την ύπό τον Κριεζώτην δύναμιν άνερχομένην εις 800 άνδρας και κατέχουσαν τονΑνυφορίτην.

Όντως οί εχθροί επιτεθέντες έπέφερον σύγχισιν μεγάλην εις το στρατόπεδον και ο γενναίος Κριεζώτης εύρέθη εις θέσιν εξαιρετικά δύσκολον, άλλ΄ εύτυχώς κατά την πλέον κρίσιμον στιγμήν ο πεντηκόνταρχος Νικόλαος Λιακόπουλος (αδελφός τού Μήτρου) τεθείς έπι κεφαλής όμάδος "Ολυμπίων και επιτεθείς άνέστειλε την ορμήν των Τούρκων, ο δε συμπατριώτης του Ψαροδήμος ιδών τούρκον σημαιοφόρον πλησιάσαντα τα οχυρώματα και μέλλοντα να στήση την τουρκικήν σημαίαν, άνέσπασε μεγάλην μάχαιραν και πηδήσας έπί τού εχθρού αφού έβύθησε ταύτην έπί τού στήθους του κατώρθωσε να άρπάση την σημαίαν παρ΄ όλα τα τραύματα, άτινα έδέχθη.

 Η  δημιουργηθεισα ψυχολογική στιγμή άνεπτέρωσε το ήθικόν των άγωνιζομένων και μετ΄ολίγον οί εχθροί έτράπησαν εις φυγήν έγκαταλείψαντες πολλούς νεκρούς και τραυματίας. Μετά πάροδον ολίγων ημερών έφονεύετο πλησίον των Θηβών εις εκ των πλέον μαχιμωτάτων ύπαρχηγών της  Μακεδονι

κής Λεγεώνος ο Μήτρος Λιακόπουλος *) εις έπίθεσιν κατά 500 Τούρκων, οί οποίοι μετέβαινον εκ Χαλκίδος εις Θήβας. Οανδρείος ούτος πολεμιστής, παλαιός κλέφτης του Όλυμπου και ύπαρχηγός τού Διαμαντή είς την έπαναστασιν της  Χαλκιδικής, είναι εκ των τελευταίων νεκρών τού ’Αγώνος, διότι μετ΄ ού πολύ κατά την τελευταίαν μάχην της  Πέτρας ύπεγράφετο η γνωστή ειρήνη, η όποια εστεφε τα ένδοξα όπλα της  Ελλάδος.

Είχον παρέλθει ήδη οκτώ ετη από της  ένάρξεως τού Αγώνος.

Οί Μακεδόνες πολεμισταί μετά την κάθοδόν των εις την κάτω τού Όλύμπου Ελλάδα πολεμούντες παντού ενθα η ανάγκη της  πατρίδας επέβαλλε τούτο και διαρκώς ένισχυόμενοι με νέους πελεμιστάς στρατολογουμένους κατά περιόδους εκ των διαφόρων μακεδονικών περιφερειών, προσέφερον ο,τι ήδύναντο διά τήν  δημιουργίαν τού ελληνικού θαύματος.

 Οί περισσότεροι ήγέται μετά χιλιάδων οπαδών είχον πέσει επί τού πεδίου της  τιμής, πολλοί δε άλλοι ύπηρέτουν εις τα διάφορα ελληνικά στρατόπεδα.

 Ύπό το όνομα Ολύμπιοι ο ερευνητής της  ιστορίας πανταχού ανευρίσκει άγωνιστάς.

Είς το Πέτα, το Τρίκκερι, τας Θήβας, την Πελοπόννησον, την Ηπειρον, την ’Αταλάντην, την Εύβοιαν και  την Στερεάν, την Ύδραν, τα Ψαρά και την Κρήτην υπάρχουν είς τας έκατόμβας των άγωνισαμένων και πεσόντων Μακεδόνες πόλεμισταί, οί όποιοι μετά των τέκνων συμπάσης της  Ελλάδος έπότισαν με το αίμα των το δένδρον της  ελευθερίας, το όποιον έβλάστανεν ήδη είς την έρημωθεισαν μέν, άλλά άναστηθεισαν Έλληνικήν Πατρίδα.

Μέ την εναρξιν της  τακτικής όργανώσεως και  άτάκτων πολεμιστών της  χιλιαρχίας, ο ούσιαστικώτερος αρχηγός των Μακεδόνων, ο Γέρω Καρατάσιος, άνέλαβε την διοίκησιν της  έβδομης χιλιαρχίας με έδραν την Ναύπακτον.

 Είχεν όμως γηράσει ο άδάμαστος πολεμιστής  αί θλίψεις της  ζωής, η απώλεια της  αγαπημένης ιδιαιτέρας του πατρίδος, ο μαρτυρικός θάνατος της  οίκογενείας του, αί κακουχιαι της  εκστρατείας έπέδρασαν έπι της  υγείας του.

Τεσσαράκοντα πέντε ετών υπηρεσία είς τον αγώνα της  δούλης Πατρίδος, υπηρεσία θετική, καρποφόρος, ανιδιοτελής από τας όλίγας και ολίγων αγωνιστών.

Προσβληθείς από πνευμονίαν κατά τας άρχάς τού 1831 
και άντιληφθείς επερχόμενον τον θάνατον
 έκάλεσε τον υιόν του Τσάμην Καρατάσιον 
και  άφού τον έξώρκισε 
να μήν παύση άγωνιζόμενος διά την ελευθερίαν της  Μακεδονίας, 
άπέθανεν εν ειρήνη την 31 Ιανουαρίου 1831 
κηδευθείς με όλας τας τιμάς είς την Ναύπακτον.

Διά τον χαρακτήρα και την δράσιν του μεγάλου ταύτου άγωνιστού, τού μέχρι χθες παραμεληθέντος ύπό των Ελλήνων Ιστορικών, άντι παντός άλλου άρκούμεθα να έρωτήσωμεν :

« Γνωρίζετε άλλους αρχηγούς τού Άγώνος, οίτινες έπραγματοποίησαν τοιούτους πολεμικούς περιπάτους άπό των εκβολών τού Άλιάκμονος μέχρι Σουλίου και άπό Ναούσσης μέχρι Ματαπά, άγωνιζόμενοι ως ο Καρατάσιος και οί σύν αύτω δχι εκ στενού τοπικού ενδιαφέροντος η έξ άνάγκης, άλλά μόνον διά την Πατρίδα, την ιδέαν αυτής και της  ελευθερίας; » 

Δεν υπάρχουν σχόλια: