Παρασκευή 18 Μαρτίου 2016

Τουρκοκρατούμενη Μακεδονία: Το κήρυγμα ΚΟΣΜΑ TOΥ ΑΙΤΩΛΟΥ στα χωριά της Μακεδονίας.



Κωνσταντίνος Απ. Βακαλόπουλος
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
(1354-1833)


Από τα θρανία της Αθωνιάδας Σχολής έχει περάσει και ο μοναχός Κοσμάς ο Αιτωλός, μια από τις μεγάλες προσωπικότητες, πνευματικές και πολιτικές, που εμφανίζονται τον 18ο αι. και οι οποίες προσπαθούν ν’ αναζωογονήσουν το θρησκευτικό συναίσθημα και ν’ αφυπνίσουν την εθνική συνείδηση των Ελλήνων.

 Οι αντικειμενικές συνθήκες της εποχής έχουν ωριμάσει και τους βοηθούν στο έργο τους.
 Ο 18ος αιώνας είναι ο αιώνας όχι μόνο της οικονομικής, αλλά και της πνευματικής ανόδου του ελληνισμού.

Ο Κοσμάς γεννήθηκε το 1714 στον Ταξιάρχη της Αιτωλίας, μέσα στο άγριο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον της Δυτικής Ελλάδος
 
Αρκετά μεγάλος, πάνω από είκοσι ετών, άρχισε να μαθαίνη τα πρώτα γράμματα. 
Τις στοιχειώδεις σπουδές του τις συνέχισε μετά το 1743 στην Αθωνιάδα Ακαδημία, όπου άκουσε διαπρεπείς δασκάλους, ιδίως τον διευθυντή της Ευγένιο Βούλγαρι, ο όποιος φιλοδοξούσε να μεταβάλη τους μαθητές του σε φλογερούς πνευματικούς πυρήνες, που θα σκορπίζονταν στα πέρατα της ελληνικής γης και προσπαθούσαν ν ανυψώσουν το πνευματικό επίπεδο του λαού της.

 Μέσα σ’ αυτή την πνευματική ατμόσφαιρα, που ανταποκρινόταν τόσο πολύ στην βαθιά εσωτερική ίου διάθεση, καλλιεργήθηκε και ωρίμασε η σκέψη του.

Στα 1759, οπότε υστέρα από την αποχώρηση του Βούλγαρι αναλαμβάνει την διεύθυνση της Ακαδημίας ο Νικόλαος Τζερτζούλης, ο Κοσμάς αποσύρεται στην μονή του Φιλόθεου και ακολουθεί το μοναχικό στάδιο.

 Μολαταύτα φαίνεται πως επηρεάζεται απο την διδασκαλία και ιδίως από τις εθνικές απόψεις του νέου σχολάρχη, τον οποίο γνώρισε από κοντά αργότερα κατά τις περιοδείες του στην περιοχή Μαλακασίου, στα Ζαγοροχώρια, Άγραφα, στην Θεσσαλία κ.α., όπου ο Τζερτζούλης δίδαξε από τα 1761-1766.

 Όπως ο Βούλγαρις, έτσι και ο Τζερτζούλης ήταν ρωσόφιλος και θερμός θιασώτης της Μεγάλης Ιδέας. 

Χαρακτηριστικός είναι ο τίτλος ενός βιβλίου του για μαντείες, που ήταν αρεστές στις μάζες του λαού: «Ερμηνεία περί αναστάσεως Κωνσταντινουπόλεως σύντομος εις τους χρησμούς του Λέοντος του Σοφού» .

Το όραμα της μεγάλης αποστολής του δεν αφήνει τον Κοσμά να ησυχάση μέσα στην μοναστική του γαλήνη. 
Ο Κοσμάς δεν είναι ονειροπόλος και μυστικιστής (όπως ο δάσκαλός του Τζερτζούλης), αλλά θετικός προγραμματιστής : 
αποβλέπει στην δημιουργία σταθερών βάσεων για την ηθική,
 πνευματική και 
εθνική αναγέννηση του ελληνικού λαού.

Ετσι τον ίδιο κιόλας χρόνο, στα 1759, αφήνει το Άγιον Όρος και πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη στον αδελφό του αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, ο οποίος τον εισάγει στο πατριαρχείο και του διδάσκει τα απαραίτητα στοιχεία ρητορικής, για να τον διευκολύνει στο μελλοντικό του κήρυγμα. 
πατριάρχης Σεραφείμ Β' ο Αλβανός, που καταγόταν από το Δέλβινο, ενθουσιασμένος από την γνωριμία του, του δίνει πρόθυμα την άδεια του κηρύγματος, γιατί διαισθάνεται ότι είναι ο κατάλληλος άνθρωπος, που μπορεί να προσφέρη ύψιστες υπηρεσίες στο χειμαζόμενο χριστιανικό ποίμνιο.

Από τα 1759 ως την ημέρα του μαρτυρίου του, στις 24 Αύγούστου 1779, δηλαδή επί μία εικοσαετία, πραγματοποιεί μεγάλες περιοδείες — τρεις η τέσσερες — σε όλες σχεδόν τις ελληνικές χώρες. 

Πολλά όμως ιστορικά στοιχεία, όπως π.χ. η ακριβής πορεία του, καθώς και οι τόποι όπου δίδαξε, δεν είναι ακόμη απόλυτα εξακριβωμένα.
 Επιμένει στην Δυτική Ελλάδα, κυρίως στην Δυτική Μακεδονία και στην Ήπειρο, όπου οι χριστιανοί δοκιμάζονταν περισσότερο.
 Στους τόπους, όπου επρόκειτο να σταθή και να διδάξη,
 έστηνε ένα μεγάλο ξύλινο σταυρό και στην βάση του ένα σκαμνί,
 απ’ όπου κήρυσσε τον θείο λόγο. 
Ο σταυρός έμενε έπειτα στον τόπο του κηρύγματος.

 Η διδασκαλία του στο ύπαιθρο ξαναζωντανεύει βιβλικές σκηνές.
 Για τις χιλιάδες του κόσμου, που τον ακούει, είναι ο προφήτης Ηλίας η ο δίκαιος Ενώχ

Γρήγορα αρχίζουν να τον λατρεύουν και να τον αγιοποιούν.

 Ο Κοσμάς ο Αιτωλός αφήνει πίσω του φωτεινά τα ίχνη από το πέρασμά του, τον θρύλο και την παράδοση, που είναι ακόμη ως σήμερα ζωντανά στο στόμα του λαού και μερικών λογιών ιερωμένων.
Στον ίδιο αποδίδει η παράδοση την ίδρυση πολλών προσκυνηταριών στις ορεινές περιοχές, ιδίως της Πίνδου και των Χασίων.

Από «ενθύμηση» του 1766 σε χειρόγραφο της μονής Ζάβορδας Γρεβενών, από την οποία πρέπει να συμπεράνουμε την παρουσία του Κοσμά στα χρόνια αυτά στην Δυτική Μακεδονία, μαθαίνουμε ότι «πολλούς έβαλε εις θεογνωσίαν και κάνεις δεν τον εγνώριζε από τι μέρος και από τι τόπον», ότι ήταν «ολίγον κοντακιανός και μελαχροινός και τα γένεια του μαύρα δασιά» 

Από άλλη «ενθύμηση» του 1778 μαθαίνουμε ότι «ο τρόπος του» ήταν «τόσον θαυμαστός, όπου ο κόσμος έτρεμε»  .

Σε μια από τις περιοδείες του, γύρω στα 1765, έφθασε και στον Όλυμπο .
 Το κλέφτικο περιβάλλον δεν ήταν ολότελα ξένο στον εμπνευσμένο απόστολο, γιατί και ο ίδιος είχε ζήσει μέσα σε παρόμοια ατμόσφαιρα στην περιοχή του ορεινού όγκου των Άγράφων. 

Από τοπική παράδοση της περιοχής Ολύμπου, που πρέπει να ερευνηθή, μαθαίνουμε ότι γνωστοί αρματολοί, όπως ο γέρο Μπλαχάβας, ο Σταθάς, οι Λαζαίοι κ.α., 
από τον Κοσμά έμαθαν ότι η Ρωσία σχεδίαζε να κάνη επανάσταση στην Ελλάδα αναφέρεται μάλιστα ότι και οι ίδιοι από αυτόν μυήθηκαν στα σχέδια αυτά. 

Οπωσδήποτε το έργο του δεν περιοριζόταν μόνο στην διδασκαλία της ορθοδοξίας. 

Λέγεται μάλιστα ότι υστέρα από κάθε κήρυγμα συγκέντρωνε γύρω του όσους θεωρούσε πιο ζωηρούς και πιο έμπιστους και τους μιλούσε για την μέλλουσα ανάσταση του Γένους και για τον τρόπο, με τον οποίο θα μπορούσαν να την επιτύχουν.

Αφού κήρυξε στα χωριά του Ολύμπου, πέρασε έπειτα από την Ελασσόνα και τα Σέρβια, σύμφωνα με τις παραδόσεις που σώζονταν ως τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας.

Κατόπιν προχώρησε προς την Κοζάνη, Σιάτιστα και Γρεβενά. 

Το πέρασμά του δημιούργησε τόσο ζωηρές εντυπώσεις, ώστε η ανάμνησή τους σωζόταν ως τα τελευταία χρόνια. 
Κι εδώ δεν παρέλειψε να έλθη σ’ επαφή με τους κλέφτες της περιοχής, δηλαδή των Χασίων 

Συγκεκριμένα η παράδοση αναφέρει ότι συναντήθηκε με τον Δημήτριο Τότσκα , κλέφτη και αρματολό Κόνιτσας, Γρεβενών και Χασίων, και ότι τον προέτρεψε να χαρίση 40 κολυμβήθρες σε 40 χωριά 
Σώζεται μάλιστα παραλλαγή γνωστού δημοτικού τραγουδιού του, όπου αναφέρεται ο Τότσκας να επικαλήται την βοήθεια του 'Αγίου Κοσμά  .

Η ολέθρια έκβαση της εθνικής περιπέτειας του 1770 και τα τρομερά αποτελέσματά της φαίνεται ότι συνετάραξαν την ψυχή του Κοσμά, όπως και πολλών άλλων Ελλήνων. 

Απογοητευμένος από τις ελπίδες
που είχε στηρίξει στην ρωσική βοήθεια 
πέρνα ημέρες ηθικής κρίσεως 
και αναζητεί νέους πολιτικούς προσανατολισμούς,
 νέο εθνικό πρόγραμμα.

 Από τώρα και στο έξης αποβλέπει 
να εξυψώση το ηθικό και πνευματικά επίπεδο
 του ελληνικού λαού και εδώ επιμένει.

 Έχει την γνώμη ότι πριν απ’ όλα πρέπει να προετοιμασθή η ηθική και πνευματική αναγέννηση του ελληνικού έθνους, η οποία θα αφύπνιση την συνείδησή του και θα διευκολύνη το έργο της αποκαταστάσεως.

Αυτό είναι το βαθύτερο νόημα της έκφρασής του ότι θέλει να δουλέψη για το Γένος. 

Η επιτυχία του στην ίδρυση σχολείων είναι πολύ μεγάλη, γιατί συναρπάζει με την ευγλωττία του τους ακροατές του και μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα συγκεντρώνει απ’ αυτούς για τον σκοπό του μεγάλα ποσά σε μετρητά, διάφορα αντικείμενα και ασημικά. 

Μέσα σε είκοσι χρόνια είχε κτίσει 200 σχολεία και 10 "Ελληνικά", γεγονός πρωτοφανές όχι μόνο για την τουρκοκρατία, αλλά και για την εποχή μας  .

Κατά τις αρχές του 1775, μετά το τέλος του ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774), που δεν σήμανε όμως και την ανάσταση του ελληνικού έθνους, ο Κοσμάς ξεκινά από την Κωνσταντινούπολη για τα νησιά του Αιγαίου με την εντολή του οικουμενικού πατριάρχη να φέρη την ηρεμία στα πνεύματα, ιδίως στα νησιά που είχαν πάρει μέρος στην επανάσταση.

Η επίσκεψή του όμως εκεί δεν κράτησε πολύ' έκρινε ότι η ηπειρωτική Ελλάδα είχε περισσότερη ανάγκη από την παρουσία του.
 Στην Νάξο, στην άλλοτε πρωτεύουσα του φραγκικού δουκάτου του Αιγαίου, όπου ο καθολικισμός είχε ακόμη γερές ρίζες, συναντά τον αδελφό του αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, ισχυρά επίσης πνευμαματικό μαχητή, ο όποιος διηύθυνε το σχολείο της μονής του 'Αγίου Γεωργίου της Νάξου ως τον θάνατό του (1785). 
Από την Νάξο, τελευταίο νησιωτικό σταθμό του, ξεκινά για το Άγιον Όρος, όπου όμως δεν μένει πολύ, γιατί δεν τον χωρούσε το κλειστό περιβάλλον των μονώ.

Φεύγοντας από το Όρος, πέρασε από μερικά χωρία της Χαλκιδικής και φαίνεται πως κατευθύνθηκε προς την Ανατολική Μακεδονία.

 Σχετικά η παράδοση αναφέρει ότι ο Κοσμάς πέρασε από το Πράβι (Ελευθερούπολη) και την Μεσορώπη και δίδαξε εκεί από ένα πεζούλι, που βρίσκονταν προς τον δημόσιο δρόμο.
Ο τόπος εκείνος ονομάζεται ακόμη και σήμερα «του Κοσμά». 
Κι όταν οι Μεσορωπηνοί περνούν από ένα δρομάκι εκεί κοντά, κάνουν με ευλάβεια τον σταυρό τους.

Ο Κοσμάς πέρασε ακόμη από την Θεσσαλονίκη και προχωρώντας πάντοτε προς Δ. έφθασε στην Βέροια, το καλοκαίρι του 1775. 

Από «ενθύμηση» μαθαίνουμε ότι τον Ιούλιο του ιδίου χρόνου κήρυξε εκεί, καθώς και στα γύρω χωριά. 
Τον επόμενο μήνα επισκέπτεται για δεύτερη φορά την Σιάτιστα, όπου ήταν ολοζώντανες ακόμη οι εντυπώσεις από τα πρώτα του κηρύγματα. 
Εκεί, επάνω από τον λόφο του Προφήτη Ηλία είπε τις εξής προφητείες, που τις θυμούνται οι γεροντότεροι Σιατιστινοί, γιατί πιστεύουν ότι πραγματοποιήθηκαν :
«Θα έλθη καιρός να σας πάρουν οι εχθροί σας και την στάχτη από την φωτιά σας, αλλά σεις να μη αλλάξετε την πίστη σας, όπως θα κάνουν άλλο»).

Και αληθινά, λέγουν, υστέρα από λίγα χρόνια οι κάτοικοι διαφόρων χωριών γύρω από την Σιάτιστα, αδυνατώντας να υπομείνουν τις φοβερές καταπιέσεις των κατακτητών, δέχθηκαν τον ισλαμισμό  . Αυτοί είναι ασφαλώς οι κάτοικοι ορισμένων χωριών, των γνωστών Βαλαάδων.

Επίσης ο Άγιος Κοσμάς μίλησε στους Σιατιστινούς και τους είπε• 
«Καλότυχοι, είστε σεις, που βρεθήκατε εδώ επάνω στα ψηλά βουνά, γιατί αυτά θα σας φυλάξουν από πολλά δεινά. Θ’ ακούτε και δεν θα βλέπετε τον κίνδυνο’ η τρεις ώρες η τρεις μέρες θα υποφέρετε».  
Κι αυτά πραγματικά έγιναν, λέγουν οι Σιατιστινοί, στον πρώτο βαλκανικό πόλεμο κατά την διάρκεια της μάχης της Σιάτιστας (4 Νοεμβρίου 1912). 
Τότε οι κάτοικοί της τρεις ολόκληρες μέρες δοκίμασαν φρικτή αγωνία  .

Σχετική με τις παραδόσεις αυτές είναι και η παρακάτω, που προέρχεται από την Θεσσαλονίκη

«Ο Άγιος Κοσμάς εφάνη εις ένα χωριό της Μακεδονίας και είπε σε μια καλόγρια ότι  μια μέρα είναι στο χωριό και εννιά στον πόλεμο. Και την είπε να κάμη τρία χρυσά καντήλια, ένα για τον Θεό, ένα για τον πόλεμο, και ένα για τον Άγιο Κοσμά. Και πως αυτός ο τόπος που κατοικούμε θα γίνη ελληνικός» .

Η φήμη του ξαπλώνεται παντού και παρασύρει πλήθη λαού, που τον ακολουθούν για να τον ακούσουν. 
Μια ενθύμηση στο εξώφυλλο του Μηναίου της Εκκλησίας του Κηπουριού σημειώνει το πέρασμά του και από έχει'
 «Έτος 1775 επέρασε ο Άγιος Κοσμάς και δίδαξε τον κόσμο». 
Μένει κάπως περισσότερο στα βλαχοχώρια της Πίνδου και του Γράμμου. 

Αξίζει να σημειωθή το πέρασμά του για δεύτερη φορά από τα Γρεβενά, όπου, καθώς και στα βλαχικά χωριά Μαλακάσι, Περιβόλι, Σμίξι και Άβδέλλα, ιδρύει ελληνικά σχολεία και γενικά ζητεί από τους βλαχοφώνους των ελληνικών χωριών να μη μιλούν μεταξύ τους παρά μόνο τα ελληνικά. 

'Η αντίληψή του αυτή, διοχετευμένη στον λαό με την δύναμη του θρησκευτικού συναισθήματος, 
θα επέδρασε βαθιά στους δίγλωσσους η ξενόφωνους πληθυσμούς 
και θα επέφερε αποτελέσματά, 
που είναι δύσκολο σήμερα να τα αποτιμήσουμε με ακρίβεια. 

Πάντως γεγονός πρέπει να θεωρηθή ότι το κήρυγμά του θα εξύψωσε πολύ την άξια της ελληνικής ως του μόνου γλωσσικού οργάνου, με το όποιο έπρεπε να συνεννοούνται οι χριστιανοί.

Περνά ακόμη από την Άνασελίτσα, όπου ιδρύει σχολείο, και φθάνει στην Καστοριά. 

Τότε, λέγει η παράδοση, μάζευε τους χριστιανούς στο νεκροταφείο του 'Αγίου Ανδρέα στην συνοικία Καρύδη.
 Εκεί, έχοντας για άμβωνα μια συκαμιά, που σώζεται ως σήμερα, έκανε το έθνικοθρησκευτικό του κήρυγμα . 
Στην Σαμαρίνα μιλούν ακόμη για το πέρασμα του Αγίου Κοσμά στα 1778 και δείχνουν τα χαραγμένα σ’ ένα βράχο γράμματα, που αναφέρονται στο γεγονός αυτό 
Κι άλλες ακόμη παραδόσεις κυκλοφορούν στην ύπαιθρο για την δυνατή και επιβλητική προσωπικότητα του 'Αγίου Κοσμά .

 Την ακτινοβολία του την φανερώνουν ακόμη και οι συχνές τοιχογραφίες του, που κόσμησαν τις εκκλησίες της Δυτικής Μακεδονίας μετά τον θάνατό του, καθώς επίσης και το κτίσιμο εκκλησιών στο ονομά του.


 Επόμενοι σταθμοί του είναι η Κορυτσά και η Μοσχόπολη. 

Παντού απ’ όπου περνά οι ομιλίες του ενθουσιάζουν τα πλήθη, που πιστεύουν μάλιστα και στις θαυματουργικές ικανότητες του Κοσμά  .

 Προχωρώντας πάντοτε προς τα ΒΔ αφήνει τα εδάφη της Μακεδονίας, φθάνει στην Ήπειρο και στην Αλβανία, όπου η κατάσταση είναι απογοητευτική, εξ αιτίας των συνεχών εξισλαμισμών

Στις περιοχές αυτές, τις τόσο βασανισμένες, εργάζεται με φλογερό πάθος και τ’ αποτελέσματα της περιοδείας του είναι ικανοποιητικά.

Στις αρχές του 1778 τον βρίσκουμε πάλι να κηρύττη στην Μακεδονία. 

Συγκεκριμένα περνά από τα χωριά της λίμνης Αχρίδας και από τις περιοχές Μοναστηριού και Καστοριάς
Και στα μέρη αυτά δεν παραλείπει να ιδρύση κοινά σχολεία. 
Από εκεί κατεβαίνει νοτιότερα στα Γρεβενά και στην Λειψίστα
Το πέρασμά του σημειώνουν και αλλεπάλληλες «ενθυμήσεις» σε λειτουργικά βιβλία εκκλησιών της περιοχής  .

Οι κάτοικοι των χωρών από τον Άσπροπόταμο ως την Αλβανία και από την Ήπειρο ως την Θράκη ζουν ακόμη ως σήμερα την θρυλική παράδοση του Κοσμά 

Τα λίγα αρχειακά στοιχεία, που έχουν πρόσφατα δημοσιευθή και αφορούν την τελευταία του περιοδεία, που τερματίστηκε με τον μαρτυρικό του θάνατο, έξω από το χωριό Κολικόντασι, στην θέση Μπουγιαλή κοντά στον Άψο ποταμό (24 Αύγούστου 1779) , διαφωτίζουν αρκετά την μορφή του και την εθνική, θρησκευτική και κοινωνική δράση του, και επιβεβαιώνουν την σωζόμενη παράδοση.

 «Με εδέχθη», γράφει ο Κερκυραίος κόμης Δ. Μαμωνάς στις 26 Απριλίου 1779 (π.η.) προς τον έκτακτο προνοητή της Λευκάδας 
«με περισσήν ευμένειαν εντός της καλύβης όπου διέμενε (Μαύρο Μανδήλι Πρεβέζης). Τα κηρύγματα του δεν έχουν άλλο θέμα ει μη να προτρέπουν τον λαόν εις το να ευεργετή τας εκκλησίας και να ίιδρύη εις όλα τα χωριά σχολεία διά τα παιδιά, όπως έγινε με την Πρέβεζαν, διά την σχολήν της οποίας συνέλεξεν εις διάστημα τριών ήμερών περί τας 10 χιλ. γρόσια.

 Επί πλέον δε του ποσού τούτου εσύναξε και άλλα δι’ άλλα σχολεία... Οι λόγοι του είναι εκτάκτως πολιτικοί και μιας εξαιρετικής τέχνης» 

Δεν λέγει βέβαια καινούργια πράγματα, αλλά αυτά που κηρύσσει είναι απλά και εισδύουν βαθιά στις ψυχές των ανθρώπων των χωρών εκείνων που περιηγήθηκε. 
Από τα απλά του λόγια είχε ανάγκη ο ελληνισμός της εποχής εκείνης. 

Ο Κοσμάς περιορίζεται στα κύρια σημεία της διδασκαλίας της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, δηλαδή των προφητών, των αποστόλων και των πατέρων της Εκκλησίας.
 Ξαναδιδάσκει το σύμβολο της πίστεως και εξηγεί την φύση της Αγίας Τριάδος.
 Ο Θεός, λέγει, είναι παντού και μέσα στην καρδιά μας. «Είναι φως και ζωή και ανάστασις». 
Μας βλέπει και παρακολουθεί και τις πιο μύχιες σκέψεις μας. 

Ο Κοσμάς κηρύσσει ακόμη ότι το Γένος έχει ανάγκη από καλούς ιερείς, καθαρούς στην ψυχή σαν αγγέλους, οι όποιοι να ξέρουν γράμματα, για να εξηγούν την Παλαιά και Καινή Διαθήκη. 
Ο ιδανικός ιερέας είναι ανώτερος και από τον βασιλιά και απ’ αυτούς ακόμη τους αγγέλους.

 Επίσης το Γένος χρειάζεται καλούς προεστούς, οι όποιοι σαν πατέρες πρέπει ν’ αγαπούν όλους τους χριστιανούς και «να ρίχνουν τα χρέη κατά δύναμιν εκάστου».

Το κήρυγμά του ουσιαστικά είναι προτροπή για αγάπη προς τον πλησίον, ομόνοια, για το άνοιγμα σχολείων και έμμονή στην ορθόδοξη πίστη, η οποία κινδυνεύει να καταποντισθή από τα κύματα των εξωμοσιών. Εκτός από την αγάπη, απαραίτητη στον χριστιανό είναι και η ταπεινοσύνη, που είναι αρετή αγγελική, ενώ η υπερηφάνεια ελάττωμα διαβολικό. 

Ευγένιος Βούλγαρης
(1716 - 1806)
Ρήγας Φεραίος
(1757-1798)
«Η εργασία μου η ιδική μου», λέγει στους χριστιανούς, «είναι και ιδική σας, είναι της πίστεώς μας, του Γένους μας»  .

 Όπως βλέπουμε, θεωρεί ότι οι υπηρεσίες του προς την θρησκεία είναι οι ίδιες και προς το Γένος. 'Επομένως, ακολουθώντας την παλαιότερη βυζαντινή παράδοση, την παράδοση του μονάχου Ιωσήφ Βρυεννίου  , θεωρεί τις έννοιες ορθοδοξία και ελληνισμός επάλληλες και εργάζεται για ν’ αναζωπυρώση την ορθόδοξη πίστη και ν’ αφυπνίση την ελληνική συνείδηση.

Ο Κοσμάς έχει θέση κοντά στους μεγάλους αναμορφωτές του ελληνικού έθνους,
στον Ευγένιο Βούλγαρι,
τον Ρήγα Βελεστινλή και τον 
Αδαμάντιο Κοραή. 
Αδαμάντιος Κοραής
(1748–1833)
Δραστήριος και φλογερός στάθηκε στο πλευρό του λαού και τον βοήθησε στην ηθική και πνευματική του αναβάπτιση. 
Με το κήρυγμά του η πίστη των κατοίκων στην ορθοδοξία εδραιώνεται και τα σπέρματα της ελληνοχριστιανικής παιδείας πολλαπλασιάζονται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: